Οι πολυεθνικές εταιρείες φεύγουν και η γραφειοκρατία και η διαφθορά αποθαρρύνουν τίς νέες επενδύσεις.


Οι τρεις κυβερνήσεις που έχουν κυβερνήσει την  Ελλάδα κατά τα τελευταία τρία χρόνια ήταν απρόθυμες να απολύσουν έστω και εναν απο τους  700.000 δημοσίους υπαλλήλους της χώρας, που αποτελούν ένα ισχυρό μπλοκ ψηφοφόρων.
Και τώρα, με την ανεργία στο 25 τοις εκατό, θεωρείται ανάθεμα για την κυβέρνηση να προσχωρήσει στις απαιτήσεις της τρόικας ώστε να απολύσει τουλάχιστον 15.000 δημοσίους υπαλλήλους.
Παρά το γεγονός ότι αυτοί  θα πάρουν επίδομα ανεργίας για περίπου ένα χρόνο, οι πολιτικοί φοβούνται, ότι κάθε απόλυση θα οδηγήσει σε περαιτέρω αναταραχή.

Όπως είναι τα πράγματα , ο θυμός για την λιτότητα και την κυβερνητική διαφθορά έχει πυροδοτήσει μια αύξηση της δημοτικότητας των ακραίων αριστερών και δεξιών κομμάτων στην Ελλάδα. Αυτές οι ομάδες ελπίζουν στην πτώση τής κυβέρνησης  ώστε να καλύψουν το κενό εξουσίας που θα δημιουργηθεί.
Για την υπόλοιπη Ευρώπη, μία ακόμη αλλαγή της κυβέρνησης θα αυξήσει  εκ νέου τις αμφιβολίες για την ικανότητα της Ελλάδα να παραμείνει στην ένωση ευρώ.


Τό εργατικό κόστος  έχει ήδη μειωθεί κατά μέσο όρο 15 τοις εκατό κατά τα τελευταία τρία χρόνια, μια τάση που οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν είναι απαραίτητη για να καταστεί η Ελλάδα και πάλι ανταγωνιστική. Και όμως, οι επενδυτές δεν είναι ακόμη πρόθυμοι να επενδύσουν στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, οι πολυεθνικές εταιρείες συνεχίζουν να φεύγουν.
 Την περασμένη εβδομάδα, η Coca-Cola Τρία Έψιλον, η οποία αποτελεί περισσότερο από το 16 τοις εκατό του Χρηματιστηρίου Αθηνών, δήλωσε ότι μετακινεί την  έδρα της στην Ελβετία και τις μετοχές της στο Λονδίνο.
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, η Moody's  υποβάθμισε τις ελληνικές δραστηριότητες της εταιρείας, επικαλούμενη ανησυχίες για μια πιθανή ελληνική έξοδο από το ευρώ.

 Η υποβάθμιση αυτή αύξησε το κόστος δανεισμού της εταιρείας.
Και η Credit Agricole, μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Γαλλίας, έφυγε από την Ελλάδα αυτή την εβδομάδα με την πώληση της Εμπορικής Τράπεζας  στη συμβολική τιμή πώλησης  € 1.

 Οι επενδυτές λένε ότι παρά τις υποσχέσεις από τον κ. Σαμαρά για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας το δυσκίνητο επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα, η γραφειοκρατία και η διαφθορά παραμένουν, δημιουργώντας αβεβαιότητα και υψηλό κόστος που είναι αποθαρρυντικά για  την έναρξη νέων επιχειρήσεων.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με σκοπό να βελτιωθεί η λειτουργία της οικονομίας θα χρειαστούν χρόνια για να αποδώσουν καρπούς.
  Οι ελληνικές τράπεζες θα έπρεπε να πάρουν το 85 τοις εκατό της επικείμενης δόσης τών € 31,5  του δανείου για την ανασυγκρότηση  του κεφαλαίου τους, αλλά αν στη συνέχεια θα δανείζουν εύκολα, πάλι είναι ένα αναπάντητο ερώτημα.

 Εν τω μεταξύ, υπάρχει το συνεχές  ερώτημα πώς η Ελλάδα θα μπορούσε να στηριχτεί οικονομικά. Ο κ. Σαμαράς θα προσπαθήσει να πείσει τους ευρωπαίους εταίρους του στις Βρυξέλλες  να δώσουν στην Ελλάδα  τέσσερα χρόνια για να εφαρμόσει το πακέτο λιτότητας τών € 13,5.
Η σκέψη για  άπλωμα στον χρόνο της λιτότητας  θα επιτρέψει στην οικονομία, η οποία αντιμετωπίζει τώρα μια συρρίκνωση 6,4 τοις εκατό,  να προχωρήσει προς μια αργή ανάκαμψη, φέρνοντας περισσότερα χρήματα στα ταμεία του κράτους. Αλλά οι προσπάθειες του κ. Σαμαρά να πείσει τους δανειστές για να βοηθήσουν φαίνεται να μην είναι εύκολη.
 Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για παράδειγμα, αντιστέκεται σε αυτό.
 "Αν μπορούσε  να μειωθεί το χρέος  θα έδινε στην Ελλάδα περισσότερο χρόνο για να εφαρμόσει μακροπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις," λέει ο Megan Greene, διευθυντής οικονομικής έρευνας για τη Δυτική Ευρώπη στο Roubini Global Economics.
"Το πρόβλημα είναι ότι ο περισσότερος χρόνος σημαίνει περισσότερα χρήματα, και δεν είμαι σίγουρος, απο πού αυτά  τα χρήματα θα προέλθουν."
Πληροφορίες απο άρθρο στούς NYT

Σχόλια