Πάγκαλος >> Οι Σουλιώτισσες (σαν σήμερα ο χορός του Ζαλόγγου) ήταν Αλβανίδες...

Αποτέλεσμα εικόνας για χοροσ του ζαλογγου




Στη θυσία των Σουλιωτισσών κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας αναφέρθηκε μέσω Twitter ο πρώην υπουργός Θόδωρος Πάγκαλος, θέλοντας να στείλει ένα μήνυμα στα «γκρίζα και ροζ φασιστοκουμμούνια», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, ότι «Έλληνας είναι όποιος αισθάνεται έτσι και όχι όποιος γεννήθηκε στη χώρα αυτή».

Ολόκληρη η ανάρτησή του που έγινε σε τρία tweets:

«Δεν υπάρχει Έλληνας να μην καταλαβαίνει τη λέξη λουλούδι. Έχει υποκαταστήσει πλήρως την παλαιότερη ελληνική λέξη άνθος. Πόσοι όμως ξέρουν ότι το λουλούδι προέρχεται από το αλβανικό λιούλιε;
Σαν σήμερα, 215 χρόνια πριν, στα βουνά βόρεια της Πρέβεζας, οι Σουλιώτισσες ρίξαν τα βρέφη τους στο γκρεμό και μετά πήδηξαν και οι ίδιες. Ο θάνατος ήταν προτιμότερος από τον εξευτελισμό. Πως όμως οι Σουλιώτισσες λέγανε ανθός στην αμμουδιά ενώ ήταν παντελώς αλβανόφωνες;

Ας καταλάβουν επιτέλους τα γκρίζα και ροζ φασιστοκουμμούνια ότι Έλληνας είναι όποιος αισθάνεται έτσι και όχι όποιος γεννήθηκε στη χώρα αυτή».




Αποτέλεσμα εικόνας για χορος του ζαλογγου

Ο χορός του Ζαλόγγου είναι ένα ιστορικό γεγονός που συνέβη μετά την οριστική κατάληψη του Σουλίου από τα στρατεύματα του Αλή πασά, τον Δεκέμβριο του 1803, και μετά την αποχώρηση των Σουλιωτών από τα μέρη τους, κατά τα συμφωνηθέντα και υπογραφέντα μεταξύ του Αλή πασά και των Σουλιωτών στις 12 Δεκεμβρίου 1803.[1] Στις 18 Δεκεμβρίου του 1803 (παλαιό ημερολόγιο), στη κορυφή του όρους Ζάλογγο, εξελίχθηκαν γεγονότα τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα μια ομάδα Σουλιωτισσών με τα παιδιά τους να αποφασίσουν να πεθάνουν ελεύθερες παρά να πέσουν στα χέρια των Τουρκαλβανών. Έτσι, προτίμησαν, με μία πράξη αυτοθυσίας, αντί να ατιμαστούν από τον αιώνιο εχθρό τους, να πέσουν από την άκρη του γκρεμού «εν χορώ» και τραγουδώντας, όπως μαρτυρεί ο Σουλεϊμάν αγάς, Αλβανός αξιωματικός, περίλυπος μάρτυρας αυτής της αξιομνημόνευτης τραγωδίας.[2]

Η περίπτωση του Ζαλόγγου γρήγορα έγινε γνωστή όχι μόνο τον τουρκοκρατούμενο ελληνικό χώρο αλλά και στην Ευρώπη κατά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, προκαλώντας ιδιαίτερη συγκίνηση και θαυμασμό.

Το γεγονός αυτό ανάγεται στις μάχες που έδωσαν τα εκστρατευτικά σώματα του Αλή Πασά των Ιωαννίνων όταν αποφάσισε να καταλάβει την περιοχή του Σουλίου, υποτάσσοντας έτσι τους κατοίκους του. Κατά τις τελευταίες εκείνες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, τέταρτες κατά σειρά, όταν περικυκλώθηκαν κάποια εναπομείναντα εκεί γυναικόπαιδα των Σουλιωτών, που είχαν καταφύγει στο υφιστάμενο ομώνυμο μοναστήρι, Μονή του Ζαλόγγου, που προκειμένου να μην υποστούν την αιχμαλωσία και άλλους εξευτελισμούς, αποφάσισαν να ριφθούν σε παρακείμενο γκρεμό, (φαράγγι),μαζί με τα βρέφη που κρατούσαν στην αγκαλιά τους.

Κατά τα ίδια γεγονότα η κόρη του Νότη Μπότσαρη, ενώ μετέφερε στους ώμους της την τραυματισμένη μητέρα της, βλέποντας ότι κινδύνευαν να συλληφθούν, έριξε τη μητέρα από έναν βράχο στον ποταμό Αχελώο και έπεσε και η ίδια.[3]


Εκείνη την εποχή ο εξευτελισμός των γυναικών χρησιμοποιούνταν από τον Αλή Πασά ως μέσο αντιμετώπισης των Σουλιωτών.[4] Ένας από τους τρόπους εξευτελισμού ήταν και η πώληση των γυναικών ως σκλάβων, σε εποχή που το εμπόριο λευκών σκλάβων μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν νόμιμο και καταργήθηκε με φιρμάνι μόλις το 1830.

Αποτέλεσμα εικόνας για χορος του ζαλογγου
Αναφορά Ιμπραήμ Μανζούρ εφέντη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Μία αδιαμφισβήτητη μαρτυρία της αυτοθυσίας των Σουλιωτισσών στο Ζάλογγο, μας παρέχει ο Σουλεϊμάν αγάς, Αλβανός αξιωματικός στις υπηρεσίες του Αλή πασά και αυτόπτης μάρτυρας του ιστορικού γεγονότος στο Ζάλογγο. Την μαρτυρία διασώζει ο Γάλλος εξωμότης Ιμπραήμ Μανζούρ εφέντη (Ibrahim Manzour efendi) στο έργο του Απομνημονεύματα από την Ελλάδα και την Αλβανία στα χρόνια της διακυβέρνησης του Αλή πασά, που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1827.[7]

Η λεπτομερής αυτή περιγραφή του χορού του Ζαλόγγου, από τον αυτόπτη μάρτυρα Σουλεϊμάν αγά, Αλβανό αξιωματικό του Αλή πασά, δεν έχει γίνει ιδιαίτερα γνωστή, παρά το γεγονός ότι αποδεικνύει περίτρανα ότι οι Σουλιώτισσες προτίμησαν τον θυσιαστικό θάνατο με χορό και τραγούδι από την ατίμωση.

Παραθέτουμε το σχετικό κείμενο σε πιστή φιλολογική μετάφραση:

«Τον Δεκέμβριο του 1803, οι Σουλιώτες συνθηκολόγησαν. Η συνθήκη τούς παραχωρούσε το δικαίωμα να εγκατασταθούν παντού όπου έκριναν πρόσφορο, εκτός από τα βουνά τους. Οι ατυχείς αποφάσισαν να μοιραστούν σε δύο ομάδες, από τις οποίες η μία θα πήγαινε στην Πρέβεζα, η άλλη στην Πάργα. Είχαν δοθεί διαταγές να τις σφάξουν και τη μία και την άλλη ομάδα. Ξεκίνησαν γι' αυτή την αξιοθρήνητη μετανάστευση. Οι Αλβανοί εμφανίζονται στην ομάδα της Πάργας με σκοπό να τους ξεκάνουν˙ το ένστικτο αναπλήρωσε την εμπειρία˙ σχηματίζοντας τετράγωνα τάγματα, κλείνουν στο κέντρο τις γυναίκες, τους γέροντες, τα παιδιά και τα κοπάδια και υπό την προστασία αυτού του σχηματισμού, εξαιρετικά πολεμικού, εισήλθαν στην Πάργα, μπροστά στα μάτια των σφαγέων, που είχαν λάβει την ανταμοιβή του αίματός τους.
Η ομάδα της Πρέβεζας δεν είχε την ίδια τύχη. Είτε γιατί η επίθεση ήταν ακαριαία, είτε γιατί καταπτοήθηκε, δεν κατέστη δυνατόν να προβάλει αντίσταση, και σε άτακτη υποχώρηση, κατέφυγε σε ένα ελληνικό μοναστήρι, που λέγεται Ζάλογγο. Ανώφελο καταφύγιο! Οι Μωαμεθανοί, σπάζοντας την πόρτα, περικύκλωσαν τα θύματά τους ...˙ ο βιασμός, ο φόνος, οι φρικαλεότητες μιας σφαγής, βεβηλώνουν αυτόν τον χώρο και εξολοθρεύουν τα λείψανα των δυστυχισμένων Σουλιωτών.
Εκατό γυναίκες που έμεναν με μια ομάδα παιδιών, βρέθηκαν χωρισμένες από αυτούς και ψηλά από ένα βράχο στον οποίο είχαν σκαρφαλώσει, έγιναν μάρτυρες της φρικτής μοίρας των συντρόφων τους˙ τους απείλησαν με τη σειρά τους! αλλά μια ξαφνική απόφαση τους υποσχέθηκε μια βοήθεια ενάντια στην ατίμωση και τη ντροπή των βασάνων. Έδωσαν τα χέρια και στο πλάτωμα του βράχου αρχίζουν ένα χορό του οποίου ένας ανήκουστος ηρωισμός ενέπνεε τα βήματα, και του οποίου η αγωνία του θανάτου επέσπευδε την πτώση. Πατριωτικά τραγούδια την συνόδευαν˙ οι επωδοί τους αντηχούσαν στα αυτιά των Μωαμεθανών ... Ο ουρανός χωρίς αμφιβολία τις άκουγε! Στο τέλος των επωδών τους, οι εκατό γυναίκες έβγαλαν μια διαπεραστική και παρατεταμένη κραυγή, της οποίας ο ήχος έσβησε στο βάθος ενός τρομερού βάραθρου όπου παρασύρθηκαν μαζί με κείνες όλα τα παιδιά».
Στο τέλος της διήγησης ο Ιμπραήμ Μανζούμ μας πληροφορεί, επίσης, για τον ποιος ήταν ο εξιστορών το γεγονός:


«Ο Σουλεϊμάν αγάς, Αλβανός αξιωματικός, περίλυπος μάρτυρας αυτής της αξιομνημόνευτης τραγωδίας, μου διηγήθηκε όλες τις λεπτομέρειες. Κατά τη διήγηση αυτού του γεγονότος δάκρυα έβρεξαν τα βλέφαρά του˙ εντούτοις ανήκε στο στρατό του Αλή».

Σχόλια