100 χρόνια από την ενσωμάτωση της Αθωνικής Πολιτείας στο ελληνικό κράτος




Διαβάζουμε στην σημερινή ειδησεογραφία.

Σε παγκόσμιο πολιτικό και θρησκευτικό γεγονός επιδιώκουν να αναδείξουν την επέτειο των 100 ετών από την ενσωμάτωση της Αθωνικής Πολιτείας στο ελληνικό κράτος οι Αγιορείτες μοναχοί, που σήμερα συναντήθηκαν με τον Πρωθυπουργό κ. Αντ. Σαμαρά και νωρίτερα με τον Γεν. Γραμματέας της Κυβέρνησης κ. Τ. Μπαλτάκο.

Πρόθεση της Ιεράς Επιστασίας του Όρους είναι στους εορτασμούς του προσεχούς Οκτωβρίου να δώσουν το παρών παγκόσμιου βεληνεκούς προσωπικότητες της πολιτικής σκηνής, και προς τούτο ζητήθηκε η συνδρομή του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών.

Ας δούμε όμως ένα μικρό ιστορικό του Αγίου Ορους.






Το Άγιο Όρος αποτελεί αυτοδιοίκητο τμήμα του Ελληνικού Κράτους, που βρίσκεται στη χερσόνησο του Άθω της Χαλκιδικής στη Μακεδονία.

Περιλαμβάνει είκοσι Ιερές Μονές και άλλα μοναστικά ιδρύματα και ανεπίσημα χαρακτηρίζεται ως "Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία". Αποτελεί το κέντρο του Ορθόδοξου χριστιανικού μοναχισμού με μνημεία μεγάλης εθνικής, ιστορικής, θρησκευτικής, γραμματειακής και πολιτισμικής αξίας σε παγκόσμια κλίμακα.

Από το 1988 συγκαταλέγεται στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Η χερσόνησος του Άθω είναι η ανατολικότερη και τραχύτερη των τριών επιμέρους παράλληλων χερσονήσων (Κασσάνδρας ή Παλλήνης, Λόγκου ή Σιθωνίας -κεντρική, και Άθω ή Αγίου Όρους) που απαρτίζουν την χερσόνησο της Χαλκιδικής. Η χερσόνησος αυτή καλύπτεται από το όρος Άθω, που κορυφώνεται σε μια μαρμάρινη πυραμίδα ύψους 2033μ., εξ ου και το όνομά της. Καταλήγει δε στο Ακρωτήριο Νυμφαίο ή Ακρόθωον. Στερείται ποταμών και λιμνών. Συνδέεται με τη Χαλκιδική με το στενό ισθμό του Ξέρξη, χαμηλή λωρίδα γης, μήκους 2 χλμ., ιστορικό από τους Περσικούς πολέμους το 480 π.Χ.. Μεταξύ της χερσονήσου του Αθω και της Σιθωνίας ή Λόγκου σχηματίζεται ο Σιγγιτικός ή κόλπος Αγίου Όρους, ενώ ΒΑ ο κόλπος της Ιερισσού.

Λίγα μίλια ΝΑ του Άθω βρίσκεται το μεγαλύτερο βάραθρο του Αιγαίου που από τα 80μ βάθος, απότομα φθάνει τα 1070μ.

Καθιέρωση ονόματος

Κατά το θεωρούμενο πρώτο Τυπικό που επικύρωσε ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής, ο Άθως καλείται απλώς «Όρος» που ίσως αυτή να ήταν η συνήθης τότε ονομασία του χώρου.
Η επικράτηση όμως του ονόματος «Άγιον Όρος» φαίνεται να έγινε κατά το πρώτο μισό του 12ου αιώνα, συγκεκριμένα σε χρυσόβουλο έγγραφο του Αυτοκράτορα Αλέξιου Α' Κομνηνού προς την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας το 1144, η οποία αναγνωρίζεται οριστικά και επίσημα και επιβάλλεται το νέο όνομα όπως αναγράφεται σ΄ αυτό:

«Εφεξής το όνομα του Άθω καλείσθαι Άγιον Όρος παρά πάντων».

Σε μεταγενέστερα αυτοκρατορικά και άλλα έγγραφα αναφέρεται ως «Το Αγιώνυμον Όρος του Άθω».

Ιστορία

Μύθοι και αρχαϊκή περίοδος

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, το όρος Άθως συνδέεται με τη γιγαντομαχία μεταξύ των Γιγάντων και των ολύμπιων θεών, ηγέτης των πρώτων ήταν ο Άθως. Ο Άθως πέταξε έναν τεράστιο βράχο εναντίον του Ποσειδώνα από τη Θράκη, αλλά αστόχησε και ο βράχος έπεσε στη θάλασσα, δημιουργώντας το όρος, στο οποίο δόθηκε το όνομά του.

Σύμφωνα με έναν άλλο μύθο, ο θεός Απόλλωνας ερωτεύτηκε τη Δάφνη, κόρη του βασιλιά της Αρκαδίας. Η Δάφνη, προκειμένου να κρατηθεί αγνή, βρήκε καταφύγιο στον κύριο λιμένα του Άθωνα, δίνοντας έτσι το όνομά της σε αυτόν. Από αυτόν το μύθο φαίνεται ότι από τους αρχαίους χρόνους η περιοχή συνδέθηκε με τον αγώνα κατά της σάρκας.

Οι αρχαίοι γεωγράφοι αναφέρουν δέκα πόλεις στη χερσόνησο: Δίον, Θύσσος, Κλεωναί, Ακρόθωοι, Χαράδρια, Παλαιώριον, Σάνη, Ολόφυξος, Απολλωνία, Ουρανούπολις. Κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων ο Άθως αναφέρεται για πρώτη φορά σχετικά με την περσική αποστολή ενάντιον της Ελλάδας υπό την ηγεσία του Μαρδόνιου το 493 π.Χ.. Πλέοντας γύρω από τη χερσόνησο, ο περσικός στόλος συνάντησε κακοκαιρία και υπέστη φοβερή καταστροφή. Κατ´αυτό τον τρόπο η αποπειραθείσα εισβολή ματαιώθηκε.

Δέκα έτη αργότερα ο Ξέρξης επανέλαβε την αποστολή, αλλά προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος νέας καταστροφής έσκαψε ένα κανάλι στο στενό λαιμό της χερσονήσου. Επίσης ο κόλπος του Αγίου Όρους συνδέεται και με την απώλεια του στόλου του Σπαρτιάτη Επικλέους στα 411 π.Χ..

Υπαγωγή στο Βασίλειο των Μακεδόνων

Το 368 π.Χ. η χερσόνησος και οι πόλεις της έγιναν μέρος του κράτους του Φιλίππου Β΄. Μερικά έτη αργότερα ο γιος του Αλέξανδρος ο Μέγας έγινε βασιλιάς της Μακεδονίας και υπέταξε όλο τον ελλαδικό χώρο. Λέγεται ότι εκείνη την περίοδο ένας αρχιτέκτονας, ο Δεινοκράτης, πρότεινε στον Αλέξανδρο να μετασχηματίσει το βουνό και όλη τη χερσόνησο σε ένα τεράστιο άγαλμα, που θα απεικόνιζε τον Αλέξανδρο να κρατά μια πυκνοκατοικημένη πόλη στο χέρι του. Ο Αλέξανδρος απάντησε ότι πρέπει να αφήσει την περιοχή στην ησυχία της.




Πρώτα σημάδια μοναστικού βίου

Το πότε ακριβώς διαδόθηκε ο Χριστιανισμός στον Άθω δεν είναι γνωστό. Κατά μία ρωσική παράδοση φέρεται η ίδια η Θεοτόκος να εμφανίζεται στην περιοχή και οι κάτοικοι να ασπάζονται το Χριστιανισμό. Συγκεκριμένα η Θεοτόκος μαζί με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη παραπλέοντας τον Άθω, πηγαίνοντας στην Κύπρο για να επισκεφθούν το Λάζαρο, λόγω φοβερής θαλασσοταραχής αποβιβάστηκαν στην ακτή όπου βρίσκεται σήμερα η Ιερά Μονή των Ιβήρων. Εκεί η Θεοτόκος θαυμάζοντας το χώρο ακούσθηκε φωνή εξ ουρανού που έλεγε: "Έστω ο τόπος ούτος κλήρος σός και περιβόλαιον σόν καί παράδεισος, έτι δε και λιμήν σωτήριος των θελόντων σωθήναι".
Έτσι το Άγιο Όρος καθιερώθηκε να λέγεται ως "κλήρος και περιβόλι της Παναγιάς".
Επίσης παραδίδεται παράδοση κατά την οποία ο Μέγας Κωνσταντίνος έκτισε στον Άθω πλείστους ναούς. Από την έρευνα όμως ουδέν θετικό επ΄ αυτής μαρτυρείται. Βέβαιο όμως είναι από κείμενα ότι κατά τον Δ' αιώνα υπήρχαν χριστιανοί, τα ίχνη και η τύχη των οποίων όμως παραμένουν άγνωστα. Είναι πιθανό ότι μεμονωμένοι ερημίτες ασκήτεψαν στον Άθωνα κατά τη διάρκεια του τέταρτου και πέμπτου αιώνα, ενώ ήταν πολυάριθμοι κατά τον ένατο αιώνα, όταν έγιναν οι πρώτες προσπάθειες για οργάνωση σε μοναστηριακές κοινότητες.

Κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι μοναχοί από τον Άθωνα παρευρέθηκαν στη Σύνοδο που οργανώθηκε στην Κωνσταντινούπολη για την αποκατάσταση των εικόνων το 843. Επίσης κατά το 2ο ήμισυ του Θ' αιώνα ο Ιωάννης Κολοβός έκτισε, στο βόρειο τμήμα, τη λεγόμενη Μεγάλη Βίγλα, το πρώτο Μοναστήρι. Τότε και ορίσθηκαν τα σύνορα του Άθω και απαγορεύτηκε η είσοδος σε αυτόν των λαϊκών, μη εξαιρουμένων και των ποιμένων. Έτσι ο Άθως άρχισε να αποτελεί αποκλειστικό τόπο ασκητών και «οικητήριο βίου Αγίου».

Ανεξάρτητα όμως των παραπάνω, από ιστορικής άποψης, τρεις υπήρξαν οι κύριοι λόγοι της ανάπτυξης του μοναχισμού του Αγίου Όρους.
1.Η προηγούμενη διάλυση των αρχαίων πόλεων, με συνέπεια όλος ο χώρος να είναι κενός και επομένως κατάλληλος για ασκητές.
2.Η εξάπλωση των εχθρών των Βυζαντινών στις ανατολικές περιοχές, όπου και κατέστρεψαν τα παλαιότερα εκεί μοναστήρια.
3.Η εικονομαχία που ξέσπασε στην Κωνσταντινούπολη, ένεκα της οποίας πολλοί μοναχοί αναζήτησαν κάποιο νέο χώρο ως "καταφύγιο".

Με δεδομένα αυτά συμπεραίνεται πλέον ασφαλώς ότι ο μοναχισμός του Αγίου Όρους άρχισε περί τον 8ο αιώνα, ενώ από τον επόμενο αιώνα το Άγιο Όρος αποτελεί πλέον και ιστορικά το σημαντικότερο μοναστικό κέντρο της εποχής και όλων των μετέπειτα εποχών.

Ιστορικά η αρχή της αθωνικής μοναστικής ζωής συμπίπτει με τη Σύνοδο του 843 που συγκάλεσε η Αυτοκράτειρα Θεοδώρα για την αναστήλωση των ιερών εικόνων επί Πατριάρχου Μεθοδίου Α΄, και ειδικότερα με την άφιξη στον Άθωνα δύο μεγάλων προσωπικοτήτων. Πρώτος ησυχαστής αναφέρεται ο Πέτρος ο Αθωνίτης, του οποίου η άφιξη μπορεί να τοποθετηθεί στο τέλος του Ζ' αιώνα, ενώ ο δεύτερος είναι ο Ευθύμιος ο Νέος, ο οποίος ήρθε στο Όρος από τη Θεσσαλονίκη περί το 860. Οι δύο αυτοί άνδρες, αν και περίπου σύγχρονοι, εκπροσωπούσαν διαφορετικές ασκητικές τάσεις μοναχισμού: ο μεν πρώτος του λεγόμενου "ερημιστισμού" και ο δεύτερος του λεγόμενου "λαυριωτισμού". Τέλος με χρυσόβουλο του Αυτοκράτορα Βασιλείου Α΄ το 885 ο Άθως ορίσθηκε ως αποκλειστικός τόπος διαμονής ασκητών αποκλειομένων οποιονδήποτε άλλων κοσμικών, ακόμα και ποιμένων ή γεωργών.

Έτσι ο αγιορείτικος μοναχισμός άρχισε να αναπτύσσεται όπως και στα παλαιότερα κέντρα του στην Ανατολή περνώντας από τρια στάδια: του ασκητικού, του κοινοτικού και του κοινοβιακού μέσα σε σύντομο διάστημα. Οι πρώτοι ερημίτες μοναχοί εγκαταστάθηκαν στην αρχή της χερσονήσου όπου το έδαφος ήταν ομαλό, λόγω όμως των επιδρομών των Σαρακηνών πειρατών άρχισαν σιγά σιγά να μεταφέρονται σε τελείως απρόσιτες περιοχές μέσα στη χερσόνησο. Στη συνέχεια οι μοναχοί εκείνοι συγκεντρώθηκαν στις λεγόμενες "λαύρες" (οργανωμένες ομάδες), όπως εκείνες παλαιότερα της Παλαιστίνης. Από αυτές δύο έμειναν γνωστές, εκείνη του Κλήμεντος, κοντά στη σημερινή Μονή Ιβήρων, και η λεγόμενη "Καθέδρα των Γερόντων" επί του υψώματος "Ζυγός" που ήταν και η σπουδαιότερη. Επίσης πολλών παλαιών ασκητικών συνοικισμών και ασκητηρίων διατηρήθηκε η μνήμη όπως και το «Αθωνικόν Πρωτάτον» (αρχαιότατος μοναστικός οικισμός του Αγίου Όρους).

Οργάνωση των Μονών

Η πλησιέστερη επισκοπική έδρα ήταν αυτή της Ιερισσού και ο οικείος Επίσκοπος απαίτησε να έχει στη δικαιοδοσία του τους μοναχούς της χερσονήσου. Στα 985 ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος με Χρυσόβουλλο απάλλαξε τους ερημίτες από τη δικαιοδοσία της Μονής Αγίου Ιωάννου του Κολοβού, που βρισκόταν κοντά στην Ιερισσό, και παραχώρησε τον Άθωνα ως ιδιοκτησία τους.

Σύντομα, το παλαιότερο των κυρίαρχων μοναστηριών, η Ιερά Μονή του Ξηροποτάμου, χτίστηκε και εισήλθε υπό το μοναχικό τυπικό του Αγίου Βασιλείου. Σαρακηνοί πειρατές παρενοχλούσαν τους μοναχούς τον ένατο και δέκατο αιώνα, αλλά η αυτοκρατορική γενναιοδωρία ήρθε πάντα στην ενίσχυση αυτών των εσωτερικών «Αγίων Τόπων» των Ελλήνων.



Αθανάσιος ο Αθωνίτης

Περί το 960 μια εκτεταμένη μεταρρύθμιση εισήχθη από τον Πόντιο μοναχό Αθανάσιο τον Τραπεζούντιο, που αργότερα έγινε γνωστός ως Όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης. Με συντρόφους του από τη Μικρά Ασία και με τη βοήθεια του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, του οποίου ήταν φίλος και εξομολογητής, ίδρυσε τη Μονή Μεγίστης Λαύρας, όπου επέτυχε να φθάσει τη μοναστική ζωή σε υψηλό βαθμό τελειότητας. Η μεταρρύθμιση που απέληξε στο μοναστικό τυπικό του Αγίου Αθανασίου έγινε αποδεκτή ως πρότυπο. Οι οπαδοί του αυστηρού μοναστικού βίου με επικεφαλής τον Παύλο τον Ξηροποταμίτη αντέδρασαν στις καινοτομίες του Αθανασίου και ζήτησαν παρέμβαση του αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή.

Τη σύγκρουση των δύο αντιθέτων ρευμάτων ρύθμισε ο πρώτος Καταστατικός Χάρτης του Αγίου Όρους, που συνέταξε ο Αθανάσιος και επικύρωσε με την υπογραφή του ο Τσιμισκής. Είναι ο λεγόμενος «Τράγος» (δηλαδή περγαμηνή από δέρμα τράγου), που φυλάσσεται στις Καρυές και αποτελεί το σημαντικότερο κειμήλιο της Αθωνικής Πολιτείας. Με τη βοήθεια της αυτοκρατορικής αρχής του Ιωάννη Τσιμισκή (969 - 976) οι αντιθέσεις μεταξύ των μοναχών τέθηκαν κατά μέρος και η κοινοβιακή ή κοινοτική ζωή διαδόθηκε στους ερημίτες που ζούσαν διασκορπισμένοι στις κοιλάδες και τα δάση.

Ο Αθανάσιος έγινε γενικός αββάς ή Πρώτος των πενήντα οκτώ μοναστικών κοινοτήτων του Όρους και δίκαια χαρακτηρίστηκε ως ο κύριος ιδρυτής του "κοινοβιακού μοναχισμού" του Αγίου Όρους. Από αυτήν την περίοδο χρονολογούνται οι Μονές των Ιβήρων, Βατοπεδίου, Εσφιγμένου και Ζυγού.

Βυζαντινή περίοδος ακμής

Με τη βοήθεια του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, το 1046, ο Κωνσταντίνος ο Μονομάχος (1042 – 1054) ρύθμισε την εσωτερική διακυβέρνηση των μοναστηριών, τη διαχείριση των ακινήτων τους και την εμπορική δραστηριότητά τους. Από το αυτοκρατορικό έγγραφο (Δεύτερο Τυπικόν) που εξέδωσε, απαγορεύεται η είσοδος γυναικών στη χερσόνησο, μια απαγόρευση τόσο αυστηρή, ώστε από τότε ακόμη και ο Τούρκος Αγάς ή ο ανώτερος υπάλληλος, που κατοικούσαν στις Καρυές, δεν έπαιρναν μαζί τους το χαρέμι τους.

Γύρω στο 1100 η Μεγίστη Λαύρα είχε 800 μοναχούς και σε όλο τον Άθωνα υπήρχαν 180 μοναστήρια. Αυτή την περίοδο μπήκε σε γενική χρήση ο όρος «Άγιον Όρος». Ο Αλέξιος Κομνηνός απάλλαξε τα μοναστήρια από τη φορολογία, τα ελευθέρωσε από την υποταγή στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και τα τοποθέτησε κάτω από την άμεση προστασία του. Εξαρτήθηκαν, εντούτοις, από το γειτονικό επίσκοπο Ιερισσού για τη χειροτονία των ιερέων και των διακόνων τους.

Οι Σλάβοι επεδίωξαν να γίνουν αποδεκτοί στις νέες Μονές και σε λίγο οι πρίγκιπές τους στη βαλκανική χερσόνησο ίδρυσαν ανεξάρτητα «καθίσματα» για τους Σλάβους μοναχούς. Κατ' αυτό τον τρόπο προέκυψαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αλεξίου Α' (1081 - 1118) τα καθαρά σλαβικά μοναστήρια του Χιλιανδαρίου και του Ζωγράφου. Οι βυζαντινοί αυτοκράτορες δεν έπαψαν ποτέ να φανερώνουν το ενδιαφέρον τους για τη μικρή μοναστική πολιτεία και ωφελήθηκαν ακόμη και πολιτικά από την καθολική εκτίμηση που η θρησκευτική αδελφότητα απολάμβανε σε όλο το Χριστιανικό κόσμο.

Λατινική κυριαρχία

Έναν αιώνα αργότερα, μετά την πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1204), οι Λατίνοι Σταυροφόροι κακομεταχειρίστηκαν τους μοναχούς και προέβησαν σε καταστροφές των Μονών. Οι μοναχοί απευθύνθηκαν στον Πάπα Ιννοκέντιο Γ’, ο οποίος τους πήρε υπό την προστασία του και στις επιστολές του (ΧΙΙΙ, 40 XVI, 168) αποτίει φόρο τιμής στις μοναστικές αρετές τους. Εντούτοις, με την αποκατάσταση της βυζαντινής πολιτικής κυριαρχίας οι μοναχοί επέστρεψαν (1313) στην κανονική εξάρτησή τους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Ο 14ος αιώνας
Το 14ο αιώνα η Καταλανική Εταιρεία επέδραμε εναντίον του Άθωνα για δύο έτη (1307 – 1309), καταστρέφοντας ριζικά πολλά μοναστήρια, λεηλατώντας τους θησαυρούς τους και τρομοκρατώντας τους μοναχούς. Από τα 300 μοναστήρια που υπήρχαν στην αρχή του 14ου αιώνα, μόνο 35 αφέθηκαν.

Στα μέσα του αιώνα η Μακεδονία περιήλθε στα χέρια του Σέρβου ηγεμόνα Στεφάνου Δουσάν, ο οποίος επισκέφτηκε τη χερσόνησο και έδωσε σε πολλά από τα μοναστήρια την οικονομική ενίσχυσή του. Κατά το δέκατο τέταρτο αιώνα παρατηρούνται και οι μεγάλες ησυχαστικές έριδες, με κύριους πρωταγωνιστές τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης και το Βαρλαάμ τον Καλαβρό, οι οποίες έφεραν αναταραχή στη μοναστική πολιτεία.




Ησυχαστικές έριδες

Οι μοναχοί του Αγίου Όρους είχαν αποδεχτεί τον Ησυχασμό. Σύμφωνα με τον Γρηγόριο το Σιναΐτη, ιδρυτή του ησυχαστικού κινήματος, οι μοναχοί θα μπορούσαν να δουν το «άκτιστο φως» του Θεού, το φως που έλαμψε στη Μεταμόρφωσή του Ιησού στο όρος Θαβώρ, εάν ήταν ενάρετοι και αφιερωμένοι αποκλειστικά στην προσευχή. Η πρακτική των ησυχαστών ήταν να επαναλαμβάνουν συνεχώς την επίκληση, τη λεγόμενη ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν».

Το ζήτημα του Ησυχασμού διαίρεσε τη βυζαντινή κοινωνία. Μερικοί τον αγκάλιασαν με θέρμη ενώ άλλοι τον απέρριψαν βίαια, κυρίως λόγω των υπερβολών μερικών φανατικών. Ο Ησυχασμός υποστηρίχθηκε επίσης από τους βυζαντινούς αριστοκράτες και επικράτησε τελικά σε τρεις Συνόδους (1341, 1347, 1351).

Οι προσπάθειες που έγιναν από το Βαρλαάμ και τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Γ’ για να καταπολεμήσουν την κίνηση των Ησυχαστών και να περιορίσουν τη διάδοσή της ήταν ανεπιτυχείς. Τελικά μετά από τις αποφάσεις των Συνόδων που συνεκλήθησαν για αυτό το θέμα κατέπαυσαν οι ταραχές.

Παλαιολόγεια περίοδος

Αργότερα, οι αυτοκράτορες Παλαιολόγοι στην Κωνσταντινούπολη και οι Σλάβοι πρίγκιπες και ηγεμόνες της βαλκανικής χερσονήσου συνέχισαν να εμπλουτίζουν τα μοναστήρια του Άθωνα, τα οποία έλαβαν το μεγαλύτερο μέρος του υλικού πλούτου τους κατά τη διάρκεια της παλαιολόγειας περιόδου.

Αυτή η περίοδος χαρακτηρίστηκε επίσης από τις προσπάθειες της Μονής των Καρυών να εξασφαλίσει υπεροχή έναντι των άλλων μοναστηριών, τον τελικό αποκλεισμό του επισκόπου Ιερισσού από τη χερσόνησο, τις επιθέσεις από πειρατές όλων των ειδών, και την ίδρυση διάφορων νέων μοναστηριών: Σιμωνόπετρας, Κωνσταμονίτου, Αγίου Παύλου και Διονυσίου.

Οθωμανική κυριαρχία

Όταν το 1430 οι Οθωμανοί κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη, οι μοναχοί προσέφεραν την υποταγή τους στο σουλτάνο Μουράτ Β΄, ο οποίος τους αναγνώρισε τα προηγούμενα αυτοκρατορικά προνόμια. Η πτώση της Κωνσταντινούπολης (1453) δεν έφερε καμία τροποποίηση των προνομίων για το Άγιον Όρος. Στη σύγχυση που ακολούθησε οι Μονές κατάφεραν ακόμη και να αυξήσουν τις περιουσίες τους και να ασχοληθούν με άλλες επικερδείς δραστηριότητες[1].

Υπήρξε περίοδος ακμής έως το 16ο αιώνα, οπότε η οικονομική θέση των μοναστηριών χειροτέρεψε λόγω των δυσβάστακτων φόρων που επιβλήθηκαν από τους Οθωμανούς. Οι μοναχοί δεν μπορούσαν να κατοικήσουν πλέον εκεί και το Όρος σχεδόν εγκαταλείφθηκε. Επέζησε μόνο χάρη στην ενίσχυση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο πρόσφερε υλική και ηθική υποστήριξη. Κάποια οικονομική ενίσχυση δόθηκε από τους κυβερνήτες των χωρών του Βορρά, ιδιαίτερα τις ηγεμονίες της Μολδαβίας και της Βλαχίας αλλά και από τους απλούς ορθοδόξους.

Αθωνιάδα Ακαδημία

Τα μοναστήρια βρίσκονταν σε άθλια οικονομική κατάσταση το 18ο αιώνα. Αλλά παρά την ένδειά τους, μια κίνηση προέκυψε για τη διάδοση της ελληνικής παιδείας στην περιοχή του Άθωνα. Στα μέσα του 18ου αιώνα, η Αθωνιάδα Ακαδημία ιδρύθηκε σε ένα κτήριο κοντά στη Μονή του Βατοπεδίου. Σκοπός της ήταν οι σπουδαστές να διδάσκονται θεολογία, φιλοσοφία και λογική. Τα πρώτα έτη, όταν ο διαφωτιστής κληρικός Ευγένιος Βούλγαρης ήταν διευθυντής, η Ακαδημία προσέλκυσε μεγάλο αριθμό σπουδαστών και απέκτησε ιδιαίτερη φήμη. Αλλά όταν ο Βούλγαρης παραιτήθηκε, περιήλθε σε μαρασμό και έκλεισε το 1799. Επανιδρύθηκε τέλη του 18ου αιώνα και έκτοτε λειτουργεί κανονικά.Παλαιότερα διέθετε:
Δημοτική Εκπαίδευση
Γυμνασιακή Εκπαίδευση
Λυκειακή Εκπαίδευση
Μεταλυκειακή Εκπαίδευση

Σήμερα Διαθέτει:
Γυμνασιακή Εκπαίδευση
Λυκειακή Εκπαίδευση

Η Επανάσταση στη Χαλκιδική

Με την έναρξη της Επανάστασης του 1821 το Άγιο Όρος λειτούργησε ως άσυλο όπου κατέφυγαν πολλές οικογένειες, ενώ οι Μονές συνέδραμαν τον αγώνα με χρήματα, τρόφιμα και πολεμοφόδια. Περίπου 800 μοναχοί οπλίστηκαν και υπό τον Εμμανουήλ Παπά των Σερρών, μαζί και με κοσμικούς στρατιωτικούς, προσέβαλαν διάφορες θέσεις Τούρκων στη Θεσσαλονίκη και την Κασσάνδρα. Στις περιοχές εκείνες είχαν συγκεντρωθεί περί τις 50.000 Οθωμανών, εκ των οποίων σκοτώθηκαν πάνω από 20.000 από τον Απρίλιο μέχρι τον Οκτώβριο του 1821. Όμως η Επανάσταση στην περιοχή κατεστάλη και πάνω από 40.000 Έλληνες σφαγιάσθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν [2]. Τότε ακολούθησε μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές στην ιστορία του Άθωνα. Τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις σφαγίασαν μοναχούς, καθώς επίσης και τα γυναικόπαιδα που είχαν βρει εκεί καταφύγιο, κατέστρεψαν το τυπογραφείο των Μονών, λεηλάτησαν όσους θησαυρούς μπόρεσαν να βρούν και χρησιμοποίησαν ανεκτίμητα χειρόγραφα για να κατασκευάσουν φυσίγγια.[3]





Ένταξη στο ελληνικό κράτος

Το αυτόνομο καθεστώς του Αγίου Όρους αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά διεθνώς πριν την αναγνώριση της κυριαρχίας του ελληνικού κράτους στη Χαλκιδική, με τη Συνθήκη του Βερολίνου του 1878. Αυτή η συνθήκη προέβλεπε ότι "οι μοναχοί του Αγίου Όρους, ανεξάρτητα από τη χώρα καταγωγής τους, διατηρούν τις κτήσεις και τα πρότερα πλεονεκτήματά τους και χωρίς καμία εξαίρεση απολαύουν απόλυτη ισότητα δικαιωμάτων και πλεονεκτημάτων".

Το Άγιο Όρος απελευθερώθηκε από το Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο. Συγκεκριμένα στις 2 Νοεμβρίου 1912 κατέπλευσαν και αγκυροβόλησαν στον όρμο της Δάφνης η ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου, το Θωρηκτό «Αβέρωφ», με το αντιτορπιλικό «Θύελλα» και τα ανιχνευτικά «Ιέραξ» και «Πάνθηρ» υπό τις χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες εκατοντάδων καμπανών των Ιερών Μονών που αντελήφθησαν την προσόρμιση του ελληνικού στόλου. Αποβιβάσθηκε άγημα, ο επικεφαλής του οποίου αξιωματικός «εν ονόματι του Βασιλέως των Ελλήνων», επικύρωσε την αποβατική ενέργεια χαρακτηρίζοντας τον καϊμακάμη, τους υπαλλήλους και την εκεί μικρή οθωμανική δύναμη ως αιχμαλώτους πολέμου "άνευ πολεμικής τινός ενέργειας", οπότε και υψώθηκε η Ελληνική Σημαία.

Την επόμενη ημέρα, στις 3 Νοεμβρίου, συνήλθαν σε συνεδρίαση οι αντιπρόσωποι όλων των Μονών, πλην της Ρωσικής, και υπεγράφη στον κώδικα των πρακτικών της συνεδρίας πράξη, με την οποία διαπιστωνόταν η κατάλυση των οθωμανικών αρχών. Η επίσημη δε πράξη έγινε στις 5 Νοεμβρίου 1912. Εκείνη την περίοδο εννέα με δέκα χιλιάδες μοναχών κατοικούσαν εκεί.

Το ελληνικό κράτος κύρωσε με το Ν.Δ. 10/16 Σεπτεμβρίου 1926 τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους, ο οποίος άρχισε να ισχύει το 1927 μετά τη θέση σε ισχύ του νέου Συντάγματος, οπότε και για πρώτη φορά επισημοποιήθηκε η συνταγματική προστασία του καθεστώτος αυτοδιοίκησης του Αγίου Όρους.

Το Άγιον Όρος στην περίοδο της Γερμανικής Κατοχής

Όταν εκδηλώθηκε ο Ελληνοιταλικός πόλεμος η μοναστική κοινότητα του Άθω δεν αδιαφόρησε . Μάλιστα οι νεώτεροι μοναχοί μετέβησαν στις Καρυές προκειμένου να λάβουν φύλλο πορείας για το μέτωπο. Όμως το Ελληνικό κράτος αρνήθηκε τη συμμετοχή εθελοντών στον πόλεμο ιδιαίτερα αν αυτοί ήταν κληρικοί ή μοναχοί. Επίσης οι μονές διέθεσαν το υποζύγιά τους χωρίς αποζημίωση, ενώ διοργάνωσαν και εράνους σε είδη και χρήματα για την βοήθεια του Ελληνικού στρατού. Σε όλη αυτήν την κινητοποίηση έμειναν ουδέτεροι οι Ρώσοι και οι Βούλγαροι μοναχοί[4]
Η προέλαση των γερμανικών στρατευμάτων στο ελληνικό έδαφος ανησύχησε τους μοναχούς: ο Διοικητής του Αγίου Όρους πρότεινε τη διαφυγή των χειρογράφων και των λοιπών κειμηλίων των μονών καθώς και τη φυγάδευση όσων μοναχών είχαν αναπτύξει αντιστασιακή δράση, εκτός Αγίου Όρους, στην Αθήνα ή τα νησιά του Αιγαίου. Τελικά πολλές μονές τα έκρυψαν τα κειμήλια σε κατακόμβες. Με την κατάληψη της Θεσσαλονίκης οι πολιτικές και αστυνομικές αρχές του Άθω περιήλθαν σε κατάσταση πανικού.
Στις Καρυές συνήλθε η Ιερά Κοινότητα και συγκρότησε πολιτοφυλακή από μοναχούς και λαϊκούς. Παράλληλα ελήφθησαν μέτρα ανακουφιστικά των Ελλήνων στρατιωτών που έφθαναν στην χερσόνησο του Άθω και βοηθήθηκαν να διαπεραιωθούν στα νησιά του Αιγαίου. Αρχικά οι Γερμανοί έφθαναν στο Άγιον Όρος κατά πολύ μικρές ομάδες στη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας του Απριλίου του 1941. Η επίσημη απόβαση έγινε στη Μονή Βατοπεδίου μια εβδομάδα αργότερα από τον Περιφερειακό Φρούραρχο Λαγκαδά με τη συνοδεία ενός ταγματάρχη κι ένοπλου αποσπάσματος. Την επόμενη ημέρα μετέβησαν στις Καρυές. Τα μέλη της Ιεράς Κοινότητας ζήτησαν να προστατευθεί το άγιον όρος από μια πιθανή Βουλγαρική κατάληψη, ενώ ο Γερμανός ταγματάρχης τους διεμήνυσε εμπιστευτικά να αποστείλουν σχετική επιστολή προς τον Χίτλερ προκειμένου να διασφαλίσει το καθεστώς αυτό.

Η επιστολή στον Χίτλερ

Πράγματι στις 26 Απριλίου 1941 η Ιερά Κοινότητα συνήλθε δύο φορές και συνέταξε επιστολή η οποία εστάλλει δια του Περιφερειακού Φρούραρχου Λαγκαδά και με την οποία , «Την διατήρησιν του καθεστώτος τούτου της αυτονόμου μοναχικής πολιτείας,ικανοποιούντος πλήρως άπαντας τους εν Αγίω Όρει ενασκουμένους, ανεξαρτήτως εθνικότητος μοναχούς […]παρακαλούμεν και ικετεύομεν θερμώς την Υμετέραν Εξεχότητα, όπως αναλάβη υπό την υψηλήν προστασίαν και κηδεμονίαν Αυτής. » [5] Οι Ρώσοι και οι Βούλγαροι αρνήθηκαν αρχικά να την υπογράψουν όταν όμως διαπίστωσαν που θα αποστελλόταν και χωρίς τη δική τους υπογραφή την συνυπέγραψαν. Οι Γερμανικές αρχές ανταποκρίθηκαν άμεσα και στις 3 και 4 Μαΐου δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες της Θεσσαλονίκης ανακοινωθέν της Γερμανικής Διοίκησης Θεσσαλονίκης Αιγαίου ό,τι ετίθετο υπό Γερμανική προστασία το Άγιον όρος.




Η στάση των Γερμανών

Πράγματι ούτε Γερμανικό φρουραρχείο λειτούργησε ούτε στάθμευε μόνιμα στρατιωτικό απόσπασμα στο άγιον Όρος. Υπαγόταν στο περιφερειακό φρουραρχείο Λαγκαδά. Λόγω καταγγελιών βουλγάρων μοναχών, ό,τι κρύβονταν πολεμικό υλικό ή αντάρτες ή άγγλοι ή πως τροφοδοτούνταν αγγλικά υποβρύχια από τις μονές, έφτασαν ορισμένες φορές για ανακρίσεις και έρευνες Γερμανοί στην περιοχή. Επίσης οι Γερμανοί απέτρεψαν απόπειρα των Βουλγάρων να φτάσουν τον Μάιο του 1941 στο Άθω, κατορθώνοντας να πάνε μέχρι την Ιερισσό από πού και διώχθηκαν από τους Γερμανούς. [6]

Η άφιξη Γερμανών επιστημόνων

Τον Ιούνιο του 1941 φθάνει στο Άθω μικτή αποστολή από γερμανούς αξιωματικούς και επιστήμονες επικεφαλής της οποίας ήταν ο Γερμανός βυζαντινολόγος Φράντς Ντέλγκερ-παλιός γνώριμος των μοναχών του Αγίου όρους από παλιότερες εκεί επισκέψεις - του πανεπιστημίου του Μονάχου, με σκοπό τη μελέτη και φωτογράφηση εγγράφων και χειρογράφων που βρίσκονταν στις βιβλιοθήκες του Αγίου όρους. Οι μοναχοί προετοιμάστηκαν με συστατικές επιστολές που τους απέστειλαν οι Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλος, Γεννάδειος Θεσσαλονίκης και άλλοι. Στην πραγματικότητα η αποστολή αυτή είχε οργανωθεί από την Einsatzstab Reichsleiter Rosenberg fur die besetzten Gebiete.
Η επιστημονική αυτή ομάδα έφτασε στις 15 Ιουνίου του 1941 και πραγματοποίησε στη διάρκεια της επίσκεψής της 1900 φωτογραφικές λήψεις χειρογράφων, μικρογραφιών, εικόνων και άλλων κειμηλίων. Η επίσκεψη αυτή δεν άφησε αδιάφορη την κυβέρνηση και ο Τσολάκογλου με απόρρητο έγγραφό του εφιστούσε την προσοχή στον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας για τη διαφύλαξη των αγιορείτικων θησαυρών. Το φθινόπωρο του 1943 η Einsatzstab Reichsleiter Rosenberg αποπειράθηκε να κλέψει τους θησαυρούς-πιθανώς ερήμην του Φράντς Ντέλγκερ- κάτι που στο τέλος αποτράπηκε, άγνωστο από ποιούς [7]

Η κατάσταση των μοναχών κατά τη Γερμανική κατοχή

Η μοναστική κοινότητα του Αγίου όρους αριθμούσε περί τους 3855 μοναχούς τον Σεπτέμβριο του 1942: 2812 Έλληνες και 1043 αλλοεθνείς, δηλαδή 712 Ρώσοι, 150 Ρουμάνοι, 108 Βούλγαροι και 73 Σέρβοι. Ιδιαίτερα προβλήματα επισιτισμού αντιμετώπιζε κάτι που εκμεταλλευόταν η Βουλγαρική προπαγάνδα που παρείχε τρόφιμα και επεδίωκε τον προσεταιρισμό τους. Με παρέμβαση του Υπουργείου των Εσωτερικών της Κατοχικής Κυβέρνησης προς το Υπουργείο Επισιτισμού εστάλησαν τρόφιμα (115 τόνοι σιτάρι σε δύο φάσεις) [8]

Η στάση των αλλοεθνών μοναχών
Οι Βούλγαροι μοναχοί ενισχύθηκαν οικονομικά από το Βουλγαρικό κράτος, ενώ η μονή τους , η Ζωγράφου, έσπευσε να υψώσει Βουλγαρική σημαία και προπαγάνδιζε υπέρ των Βουλγαρικών θέσεων προβαίνοντας στις πιο κάτω ενέργειες :διανομή βουλγαρικών αλφαβηταρίων στους Έλληνες εργάτες που δούλευαν στην μονή, απόμακρυνσή τους στη συνέχεια και πρόσκληση βουλγαρόφωνων από την Φλώρινα για να εργαστούν στην μονή, συνεργασία με Βουλγαρική Λέσχη Θεσσαλονίκης, διανομή τροφίμων σε άλλους μοναχούς με σκοπό τον προσεταιρισμό τους, επαφές με Βούλγαρους ανώτατους αξιωματικούς στη Θεσσαλονίκη.
Το ζήτημα της δράσης των Βουλγάρων πρακτόρων προκάλεσε περιπλοκές στις σχέσεις μεταξύ του πολιτικού διοικητή Κορφιατάκη και του Διοικητή της χωροφυλακής Πάλμο, καθώς ο πρώτος ζητούσε να μην ανανεώνονται οι άδειες εισόδου σε ύποπτα άτομα και να απομακρυνθούν άλλα και ο δεύτερος έκρινε πως αν εφαρμοζόταν ένα τέτοιο μέτρο θα έπληττε και άσχετα με τη βουλγαρική προπαγάνδα άτομα. Η Ιερά Σύναξη του αγίου όρους διαφώνησε κι αυτή διότι ήταν δική της αρμοδιότητα η απέλαση προσώπων ενώ αν απομακρυνόταν κάποιος Βούλγαρος θα θεωρείτο ως απόπειρα καταδίωξής τους. Τελικά ο Πάλμος καταγγέλθηκε για ολιγωρία και απομακρύνθηκε. Βούλγαροι και Ρώσοι μοναχοί ήθελαν τη διεθνοποίηση του Αγίου Όρους και την με κάθε τρόπο απαλλαγή από την Ελληνική διοίκηση. Την πρόταση αυτή συνυπέβαλαν Ρώσοι και Βούλγαροι στη Σόφια τον Μάιο του 1941 και το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς στην Ιερά Σύναξη του Αγίου όρους η οποία και απορρίφθηκε χωρίς να βρει σύμμαχους του Σέρβους μοναχούς [9].

Το 1963, όταν γιορτάστηκε η Χιλιετηρίδα από την εγκαθίδρυση της οργανωμένης μοναστικής ζωής από τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, η λειψανδρία ήταν τέτοια, που οι εορτασμοί έγιναν υπό διάχυτη απαισιοδοξία για το μέλλον. Το εορταστικό τυπικό χαρακτηρίστηκε από μερικούς ως κηδεία του Όρους.

Από τα μέσα της δεκαετίας του '70 μια νέα αναγέννηση του Άθωνα παρατηρήθηκε. Πολλοί νέοι, συχνά κάτοχοι ενός ή περισσότερων πανεπιστημιακών τίτλων, έρχονταν στο Αγιώνυμο Όρος του Άθωνα αποζητώντας την ασκητική ζωή.

Νομικό καθεστώς και διοικητική οργάνωση

Η μονή του Αγίου Παντελεήμονα
Το Άγιο Όρος διέπεται από ένα ιδιότυπο νομικό καθεστώς που έγκειται σε ένα πλέγμα διατάξεων του Συντάγματος, διεθνών συνθηκών, του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του υπόλοιπου εσωτερικού δικαίου, με βασικότερο κανονιστικό κείμενο τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους, ο οποίος οργανώνει διοικητικά την περιοχή.

Σύνταγμα

Σύμφωνα με το άρθρο 105 του Συντάγματος της Ελλάδας, το Άγιο Όρος αποτελεί αυτοδιοίκητο τμήμα του Ελληνικού Κράτους. Διοικητικά τελεί υπό την εποπτεία του Κράτους και πνευματικά υπό την ανώτατη εποπτεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, εξ ου και δεν επιτρέπεται η μνημόνευση άλλου Επισκόπου πλην του Οικουμενικού Πατριάρχη. Πάντως σύγχυση μπορεί να προκαλέσει ο τίτλος της Ιεράς Μητροπόλεως Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου της Εκκλησίας της Ελλάδος ως προς την πνευματική υπαγωγή της περιοχής, παρόλο που το Άγιο Όρος έχει αποσπαστεί από την εν λόγω Μητρόπολη και υπαχθεί στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ήδη από το 1313[10].



Ιδιοκτησιακό καθεστώς

Από ιδιοκτησιακής άποψης το έδαφος της χερσονήσου του Άθω είναι αναπαλλοτρίωτο και κατανεμημένο μεταξύ των είκοσι Ιερών Μονών του (άρθρο 105 παρ. 2 εδ. α΄ Συντ.). Σε καθεμιά από τις είκοσι αυτές εδαφικές περιοχές υπάρχουν και άλλα μοναστικά ιδρύματα (σκήτες, κελιά, καλύβες, καθίσματα και ησυχαστήρια), τα οποία αποτελούν εξαρτήματα των μονών. Επιπλέον, και η εκτός Αγίου Όρους ακίνητη περιουσία των μονών είναι "απολύτως αναπαλλοτρίωτος ως πράγμα θείω δικαίω" (άρθρο 181 Κ.Χ.Α.Ο.). Παρόλα αυτά με νόμο (Ν. 1198/1981), ο οποίος καθορίζει και τις λεπτομέρειες, έχει επιτραπεί η εκποίηση ή η ανταλλαγή ακινήτων των μονών που βρίσκονται εκτός Αγίου Όρους, μόνον όμως για λόγους προφανούς ωφέλειάς τους, όπως όταν πρόκειται για απρόσοδα ακίνητα ή όταν με το τίμημα αντιμετωπίζεται σοβαρή ανάγκη της μονής.

Ελληνική ιθαγένεια

Σύμφωνα με το άρθρο 105 παρ. 1 εδ γ΄ του Συντάγματος "όλοι όσοι μονάζουν [στο Άγιο Όρος] αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια μόλις προσληφθούν ως δόκιμοι ή μοναχοί, χωρίς άλλη διατύπωση". Σχετικά με την απώλεια της ελληνικής ιθαγένειας που αποκτήθηκε με αυτό τον τρόπο προβλέπει το άρθρο 17 παρ. 1 στ. γ΄ του Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας, όπως συμπληρώθηκε από το Ν. 3731/2008 (ΦΕΚ Α΄ 263/23.12.2008)[11]. Ειδικότερα προβλέπεται ότι με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ύστερα από αιτιολογημένη σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Ιθαγένειας, μπορεί να κηρυχθεί έκπτωτος της ελληνικής ιθαγένειας αλλοδαπός, ο οποίος απέκτησε αυτήν λόγω της ιδιότητάς του ως δοκίμου ή μοναχού στο Άγιο Όρος, εφόσον αποδεδειγμένα εγκατέλειψε τη μονή της εγκαταβίωσής του, καθώς και την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους.

Απαγόρευση εγκαταβίωσης ετεροδόξων και σχισματικών

Σύμφωνα με το άρθρο 105 παρ. 2 εδ. γ΄ "απαγορεύεται να εγκαταβιώνουν στο Άγιο Όρος ετερόδοξοι ή σχισματικοί". Ένα πρόβλημα το οποίο ακόμα δεν έχει επιλυθεί και σχετίζεται με την εν λόγω απαγόρευση είναι η παράνομη κατοχή των χώρων της Ιεράς Μονής Εσφιγμένου και των εξαρτημάτων της από τη σχισματική τέως μοναστική αδελφότητα ήδη από τη δεκαετία του 1970.[12]

Διεθνείς συνθήκες

Σε διεθνές επίπεδο το Ελληνικό Κράτος έχει αναλάβει δεσμεύσεις έναντι των μη ελληνικών μονών και εξαρτημάτων του Αγίου Όρους. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Συνθήκης περί προστασίας των εν Ελλάδι μειονοτήτων (Σέβρες, 10 Αυγούστου 1920), η οποία κυρώθηκε με το Νομοθετικό Διάταγμα της 29ης Σεπτεμβρίου 1923 "περί κυρώσεως της εν Σέβραις υπογραφείσης Συνθήκης περί προστασίας των εν Ελλάδι μειονοτήτων" (ΦΕΚ Α΄ 311/30.10.1923)[13], "η Ελλάς υποχρεούται να αναγνωρίση και διατηρήση τα εκ παραδόσεως δικαιώματα και τας ελευθερίας ων απολαύουσι αι μη ελληνικαί μοναστηριακαί κοινότητες του Αγίου Όρους κατά τας διατάξεις του άρθρου 62 της Βερολινείου Συνθήκης της 13 Ιουλίου 1878". Οι τελευταίες προέβλεπαν γενικότερα ότι η Υψηλή Πύλη αναλάμβανε να διατηρήσει την αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας μεταξύ των υπηκόων της και ειδικότερα —για πρώτη φορά διεθνώς— ότι οι μοναχοί του Αγίου Όρους, ανεξάρτητα από τη χώρα καταγωγής τους, διατηρούσαν τις πρότερες κτήσεις και πλεονεκτήματά τους και απολάμβαναν, χωρίς καμία εξαίρεση, πλήρη ισότητα δικαιωμάτων και προνομίων.

Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Το έδαφος το Αγίου Όρους —ως υπαγόμενο στην κυριαρχία του Ελληνικού κράτους— αποτελεί έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο οποίο ισχύει και εφαρμόζεται το δίκαιο της Ένωσης. Παρόλα αυτά έχουν προβλεφθεί αποκλίσεις σε σχέση με την εφαρμογή του στην περιοχή ήδη από την προσχώρηση της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες.
Κατά την υπογραφή της Τελικής Πράξης της Συνδιάσκεψης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της Ελλάδας εν όψει της υπογραφής της Συνθήκης προσχώρησης της τελευταίας στις πρώτες στις 28 Μαΐου 1979 στην Αθήνα, τα κράτη μέλη και το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων υιοθέτησαν κοινή δήλωση περί του Αγίου Όρους, η οποία προσαρτήθηκε στην εν λόγω Τελική Πράξη. Η κοινή δήλωση έχει ως εξής:

"Αναγνωρίζοντας ότι το ειδικό καθεστώς το οποίο έχει παραχωρηθεί στο Άγιο Όρος, όπως τούτο είναι εγγυημένο από το άρθρο 105 του Ελληνικού Συντάγματος, δικαιολογείται αποκλειστικά για λόγους πνευματικούς και θρησκευτικούς, η Κοινότης θα μεριμνήσει ώστε να ληφθούν υπ' όψη οι λόγοι αυτοί κατά την εφαρμογή και την περαιτέρω επεξεργασία των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου, ιδίως όσον αφορά τις τελωνειακές και φορολογικές απαλλαγές καθώς και το δικαίωμα εγκαταστάσεως."
Επιπλέον, κατά την υπογραφή της Τελικής Πράξης της Διακυβερνητικής Διάσκεψης που υιοθέτησε τη Συνθήκη του Άμστερνταμ στις 2 Οκτωβρίου 1997, υιοθετήθηκε δήλωση για το καθεστώς των εκκλησιών και των μη ομολογιακών ενώσεων, η οποία, μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι "η Ευρωπαϊκή Ένωση σέβεται και δεν προδικάζει το σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο καθεστώς των εκκλησιών και των θρησκευτικών ενώσεων ή κοινοτήτων στα κράτη μέλη". Η Ελλάδα με τη σειρά της διατύπωσε την εξής δήλωση, την οποία και έλαβε υπ' όψη της η Διάσκεψη:

"Σχετικά με τη δήλωση για το καθεστώς των εκκλησιών και των μη ομολογιακών ενώσεων, η Ελλάδα υπενθυμίζει την κοινή δήλωση για το Άγιο Όρος που έχει προσαρτηθεί στην τελική πράξη της συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες."
Τέλος, κατά την υπογραφή της Συμφωνίας προσχώρησης της Ελλάδας στη ζώνη της Συμφωνίας του Σένγκεν (Συμφωνία του 1985 και Σύμβαση του 1990) στις 6 Νοεμβρίου 1992 στη Μαδρίτη, υιοθετήθηκε κοινή δήλωση σχετική με το Άγιον Όρος, η οποία έχει ως εξής:

"Αναγνωρίζοντας ότι το ειδικό καθεστώς του Αγίου Όρους, όπως το εγγυάται το άρθρο 105 του Ελληνικού Συντάγματος και ο Χάρτης του Αγίου Όρους, δικαιολογείται αποκλειστικά για πνευματικούς και θρησκευτικούς λόγους, τα συμβαλλόμενα μέρη θα φροντίσουν να λάβουν τούτο υπόψη τους κατά την εφαρμογή και την περαιτέρω επεξεργασία των διατάξεων της Συμφωνίας του 1985 και της Συμβάσεως του 1990."

Μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης του Άμστερνταμ την 1 Μαΐου 1999 και την ενσωμάτωση του κεκτημένου του Σένγκεν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η εν λόγω δήλωση λειτουργεί πλέον σε επίπεδο δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων στο έδαφός της.


Παράλληλα το έδαφος του Αγίου Όρους αποτελεί τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, στο οποίο ισχύει και εφαρμόζεται ο Ενωσιακός (τέως Κοινοτικός) Τελωνειακός Κώδικας.[14] Παρόλα αυτά, σύμφωνα με το άρθρο 6 της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας[15], αυτή η Οδηγία δεν εφαρμόζεται στο Άγιον Όρος λόγω του ιδιαίτερου φορολογικού καθεστώτος που ισχύει για αυτό. Σήμερα σε λειτουργία βρίσκεται μόνο το Τελωνείο (Α΄ τάξης) Δάφνης, καθώς το Τελωνείο (Β΄ τάξης) Όρμου Μονής Βατοπεδίου και τα Τοπικά Τελωνειακά Γραφεία Όρμου Μονής Ιβήρων και Όρμου Μονής Ζωγράφου τελούν σε αναστολή λειτουργίας.



Καταστατικός Χάρτης του Αγίου Όρους

Παράλληλα προς το Σύνταγμα, ο Καταστατικός Χάρτης του Αγίου Όρους (Κ.Χ.Α.Ο.) της 10ης Μαΐου 1924 καθορίζει με λεπτομερή τρόπο τα αγιορειτικά καθεστώτα και τον τρόπο της λειτουργίας τους. Ο Χάρτης συντάχθηκε από πενταμελή επιτροπή της Διπλής Έκτακτης Σύναξης, εγκρίθηκε από την τελευταία (απόντων, μεταξύ άλλων, των αντιπροσώπων της ρωσικής Ιεράς Μονής Αγίου Παντελεήμονος) και επικυρώθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Νομοθετικό Διάταγμα (άρθρο 1) της 10ης Σεπτεμβρίου 1926 "περί κυρώσεως του Καταστατικού Χάρτου του Αγίου Όρους" (ΦΕΚ Α΄ 309/16.9.1926)[16]. Ο ίδιος ο Κ.Χ.Α.Ο. θέλοντας να αποδείξει την ιστορική συνέχεια του καθεστώτος της μοναστικής πολιτείας, στο ακροτελεύτιο άρθρο του 188, τονίζει ότι αυτός απορρέει "εκ των αυτοκρατορικών Χρυσοβούλων τε και Τυπικών, Πατριαρχικών Σιγγιλίων, Σουλτανικών Φιρμανίων, ισχυόντων Γενικών Κανονισμών και αρχαιοτάτων Μοναχικών Θεσμών και Καθεστώτων".

Τελωνειακά και φορολογικά πλεονεκτήματα

Κατ' επιταγήν του Συντάγματος, ο Κ.Χ.Α.Ο. (άρθρο 167), όπως συμπληρώθηκε από το κυρωτικό του Ν.Δ. (άρθρο 2), προβλέπει ορισμένες τελωνειακές και φορολογικές απαλλαγές για το Άγιο Όρος. Συγκεκριμένα:
Ως προς τα τελωνειακά, απαλλάσσονται από κάθε δασμό οποιαδήποτε ήδη εισάγονται στο Άγιο Όρος για τις μονές και τα υπόλοιπα ιδρύματά τους (σκήτες, κελιά κλπ) αξίας μέχρι χιλίων μεταλλικών δραχμών για κάθε μοναχό ετησίως. Από τις 17 Ιανουαρίου 2006 η αξία της μεταλλικής δραχμής για τον εν λόγω υπολογισμό έχει αναπροσαρμοστεί στα €2,50.[17]
Ως προς τα φορολογικά, τα προϊόντα που παράγονται στο Άγιο Όρος απαλλάσσονται από κάθε άμεσο φόρο εισοδήματος,
η μεταβίβαση και τα έσοδα κάθε περιουσίας που βρίσκεται στο Άγιο Όρος απαλλάσσονται από κάθε φόρο, εξαιρουμένων όσον ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα,
οι μοναχοί που εγκαταβιώνουν στο Άγιο Όρος απαλλάσσονται από τους φόρους κατανάλωσης για τα προϊόντα τους που παράγουν και καταναλώνουν στην περιοχή και
όλες οι συμβάσεις που αφορούν παραχώρηση δικαιωμάτων επί ακινήτων που βρίσκονται στο Άγιο Όρος, εφόσον συντάσσονται από τις αρμόδιες μοναστηριακές αρχές ή την Ιερά Κοινότητα, απαλλάσσονται από τα τέλη χαρτοσήμου.


Επιπλέον η αλιεία στο Άγιο Όρος για τη συντήρηση των μοναχών του είναι ελεύθερη και απαλλαγμένη κάθε φορολογίας (άρθρο 170 Κ.Χ.Α.Ο.).

Στράτευση

Σύμφωνα με το άρθρο 93 του Κ.Χ.Α.Ο. "δια να καρή τις μοναχός δέον να υποστή δοκιμασίαν ενός μέχρι τριών ετών και να έχη συμπεπληρωμένον το 18ον έτος της ηλικίας αυτού. Ο ούτω καρείς μοναχός εις ουδεμίαν στρατιωτικήν θητείαν υπόκειται". Το άρθρο 38 του κυρωτικού Ν.Δ. της 10ης Σεπτεμβρίου 1926 επαναλαμβάνει ότι "οι μοναχοί του Αγίου Όρους απαλλάσσονται της στρατιωτικής υπηρεσίας".

Σε συνέχεια των ανωτέρω προβλέψεων και ύστερα από Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους το 2008[18], που έγινε δεκτή από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, εκδόθηκε απόφαση[19] που δίνει τη δυνατότητα και στους δόκιμους μοναχούς του Αγίου Όρους να απαλλαγούν της στρατιωτικής τους υποχρέωσης, εφόσον το επιθυμούν. Σε κάθε περίπτωση η υποχρέωση στράτευσης αναβιώνει αν, πριν τη συμπλήρωση του 45ου έτους της ηλικίας του, ο μοναχός ή δόκιμος "αποχωρήσει της Ιεράς Μετανοίας", εγκαταλείψει δηλαδή οριστικά το Άγιο Όρος. Προς το σκοπό αυτό, οι Στρατολογικές Υπηρεσίες ανά διετία και κατά το δίμηνο Νοεμβρίου−Δεκεμβρίου οφείλουν να εξακριβώνουν μέσω των οικείων Μονών του Αγίου Όρους αν εξακολουθούν να μονάζουν όσοι έχουν τύχει απαλλαγής.

Τέλος, με το Ν. 3883/2010 (άρθρο 77 §2) τροποποιήθηκε και ρητά ο στρατολογικός νόμος 3421/2005, δίνοντας τη δυνατότητα αποκλειστικά σε μοναχούς και δόκιμους μοναχούς του Αγίου Όρους να απαλλάσσονται από την υποχρέωση στράτευσης.

Διαμονητήριο

Σύμφωνα με το άρθρο 176 του Κ.Χ.Α.Ο. "πας εισερχόμενος εν Αγίω Όρει, πλην των περιοίκων προσκυνητών, οφείλει να εμφανισθή τη Ιερά Επιστασία, όπως λάβη την άδειαν της επισκέψεως των μονών και εξαρτημάτων καθ' όλου". Πρόκειται για την υποχρέωση εφοδιασμού οποιουδήποτε επιθυμεί να επισκεφθεί το Άγιο Όρος με την ειδική άδεια εισόδου, διαμονής και επισκέψεως, γνωστή ως διαμονητήριο, από τα γραφεία προσκυνητών της Ιεράς Επιστασίας στη Θεσσαλονίκη και την Ουρανούπολη Χαλκιδικής. Η αξία του ειδικού ενσήμου, το οποίο οφείλει να είναι επικολλημένο επί του διαμονητηρίου, προκειμένου αυτό να έχει ισχύ, είναι σήμερα €25,00 για τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, €35,00 για τους ετερόδοξους Χριστιανούς και τους αλλόθρησκους και €10,00 για ειδικές κατηγορίες (όπως φοιτητές και οπλίτες).

Άβατο

Σύμφωνα με το άρθρο 186 του Κ.Χ.Α.Ο. "η εις την χερσόνησον του Αγίου Όρους είσοδος των θηλέων κατά τα ανέκαθεν κρατούντα απαγορεύεται". Η απαγόρευση αυτή κυρώνεται και ποινικά με τη διάταξη του άρθρου 43β του Ν.Δ. της 10ης Σεπτεμβρίου 1926 "περί κυρώσεως του Καταστατικού Χάρτου του Αγίου Όρους", το οποίο προστέθηκε με το Ν.Δ. 2623/1953 (ΦΕΚ Α΄ 268/28.9.1953)[20] και προβλέπει ότι "η παράβασις του άρθρου 186 του Καταστατικού Χάρτου επισύρει την ποινήν φυλακίσεως δύο μηνών μέχρις ενός έτους". Ο περιορισμός αυτός έχει την πνευματική του βάση στην παρθενία των μοναχών και την αφιέρωση του Όρους στη Θεοτόκο. Ονομάζεται άβατον και ισχύει από την αρχή της σύστασης της ιδιόρρυθμης πολιτείας, αν και κατά το παρελθόν σε στιγμές ανάγκης έχει καμφθεί.

Διοίκηση του Αγίου Όρους

Η πολιτική διοίκηση του Αγίου Όρους ανήκει στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Εξωτερικών, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. Α στ. 26 του Οργανισμού του (άρθρο πρώτο Ν. 3566/2007)[21], και ασκείται μέσω της Διοίκησης του Αγίου Όρους, η οποία αποτελεί αυτοτελή δημόσια αρχή και οργανώνεται με το Π.Δ. 227/1998 (ΦΕΚ Α΄ 176/28.7.1998)[22]. Στη Διοίκηση του Αγίου Όρους ανήκουν η από διοικητικής πλευράς εποπτεία ως προς την ακριβή τήρηση των αγιορειτικών καθεστώτων και η διαφύλαξη της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Σύμφωνα με το άρθρο 29 του Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών, η Διοίκηση του Αγίου Όρους απαρτίζεται από το Διοικητή του Αγίου Όρους (ο οποίος έχει βαθμό και αποδοχές Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης), τον Αναπληρωτή Διοικητή και το λοιπό προσωπικό της, μόνιμο ή με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, και εδρεύει στις Καρυές. Γραφεία της έχουν συσταθεί στη Θεσσαλονίκη και την Ουρανούπολη Χαλκιδικής. Από τις 26 Απριλίου 2010 Διοικητής του Αγίου Όρους είναι ο —μέχρι τότε Αναπληρωτής Διοικητής— Αρίστος Κασμίρογλου, ενώ η θέση του Αναπληρωτή Διοικητή παραμένει κενή.

Ιερά Κοινότητα

Το αυτοδιοίκητο του Αγίου Όρους έγκειται στο ότι η διοίκησή του ασκείται μέσω των αντιπροσώπων των είκοσι Ιερών Μονών του, οι οποίοι αποτελούν την Ιερά Κοινότητα. Οι αντιπρόσωποι εκλέγονται στην αρχή κάθε έτους από τις οικείες μονές σύμφωνα με τους εσωτερικούς κανονισμούς τους, "προτιμωμένων πάντοτε των κεκτημένων εκκλησιαστικήν μόρφωσιν και εγκύκλιον παιδείαν". Οι διοικητικές αρμοδιότητές της εκτείνονται σε οτιδήποτε δεν έχει απονεμηθεί στην εξουσία άλλου οργάνου του Αγίου Όρους, διαθέτει δηλαδή τεκμήριο αρμοδιότητας. Επίσης διαθέτει και δικαστικές εξουσίες (βλ. κατωτέρω περί Δικαιοσύνης).

Η Ιερά Κοινότητα εδρεύει στις Καρυές και οι είκοσι αντιπρόσωποι των μονών παραμένουν μονίμως εκεί καθόλη τη διάρκεια του έτους για το οποίο εξελέγησαν, υποχρεούμενοι να προσέρχονται τακτικώς και ανελλιπώς στις συνεδρίες της. Οι εργασίες της Ιεράς Κοινότητας λαμβάνουν χώρα πάντοτε ενώπιον του Πρωτεπιστάτη, ο οποίος διευθύνει τις συζητήσεις της.

Όσον αφορά την επίσημη γλώσσα επικοινωνίας μεταξύ των μοναστικών κοινοτήτων με την Ιερά Κοινότητα και παρά την εγκαταβίωση και Ρώσων, Σέρβων, Βουλγάρων και Ρουμάνων μοναχών στο Άγιο Όρος, όλα τα έγγραφα της Ιεράς Κοινότητας, των Ιερών Μονών και των εξαρτημάτων τους πρέπει να συντάσσονται στην ελληνική γλώσσα (άρθρο 26 Κ.Χ.Α.Ο.).

Ιερά Επιστασία

Οι είκοσι Ιερές Μονές διαιρούνται σε πέντε τετράδες, καθεμιά από τις οποίες ασκεί ανά πενταετία για ένα έτος (από 1 Ιουνίου έως 31 Μαΐου του επομένου) την Ιερά Επιστασία. Οι μονές κάθε τετράδας αποστέλλουν κατ' έτος από ένα πρόσωπο με τα προσόντα που καθορίζονται και για τους αντιπροσώπους των μονών στην Ιερά Κοινότητα. Οι τετράδες είναι οι εξής:

Α΄ Τετράδα

Β΄ Τετράδα

Γ΄ Τετράδα

Δ΄ Τετράδα

Ε΄ Τετράδα

Μεγίστης Λαύρας

Βατοπεδίου

Ιβήρων

Χιλιανδαρίου

Διονυσίου

Δοχειαρίου

Κουτλουμουσίου

Παντοκράτορος

Ξηροποτάμου

Ζωγράφου

Ξενοφώντος

Καρακάλλου

Φιλοθέου

Αγίου Παύλου

Ρωσικού (Αγίου Παντελεήμονος)

Εσφιγμένου

Σταυρονικήτα

Σίμωνος Πέτρας

Γρηγορίου

Κωνσταμονίτου

Ο πρώτος τη τάξει κάθε τετράδας ονομάζεται Πρωτεπιστάτης, είναι ο πρόεδρος της Ιεράς Επιστασίας —χωρίς η ψήφος του να κατισχύει σε περίπτωση ισοψηφίας, οπότε και αποφασίζει η Ιερά Κοινότητα— και κρατεί "την του Πρώτου ράβδον". Δεν αποκλείεται ο αντιπρόσωπος της μονής στην Ιερά Κοινότητα να εκτελεί ταυτόχρονα και τα καθήκοντα του Επιστάτη, με εξαίρεση αυτόν της μονής στην οποία ανήκει ο Πρωτεπιστάτης. Δηλαδή οι αντιπρόσωποι των μονών Μεγίστης Λαύρας, Βατοπεδίου, Ιβήρων, Χιλιανδαρίου και Διονυσίου δεν μπορούν να εκτελούν παράλληλα και τα καθήκοντα του Πρωτεπιστάτη.

Η Ιερά Επιστασία εδρεύει και αυτή στις Καρυές, όπου διαρκώς διαμένουν οι Eπιστάτες. Επιτρέπεται να απουσιάζουν, πλην του Πρωτεπιστάτη, εναλλάξ και κατά την ιεραρχική τάξη, μόνο όταν παρουσιάζεται επιστατικό καθήκον. Την Ιερά Κοινότητα και την Ιερά Επιστασία επικουρούν ο αρχιγραμματεύς και ο υπογραμματεύς.

Η σφραγίδα της Ιεράς Κοινότητας, αποτελούμενη από τέσσερα αποσπώμενα μέρη, καθένα από τα οποία φυλάσσεται από έναν Eπιστάτη, παραδίδεται κάθε έτος στη νέα Ιερά Eπιστασία.

Στις αρμοδιότητες της Ιεράς Επιστασίας ανήκει η διαχείριση του κοινού ταμείου, που ενεργείται με βάση προϋπολογισμό που έχει εγκριθεί από την Ιερά Κοινότητα. Επίσης οφείλει:
να διεκπεραιώνει και να σφραγίζει την αλληλογραφία της Ιεράς Κοινότητας,
να επιτηρεί την καθαριότητα στις Καρυές και την επισκευή των οδών,
να διατηρεί επαρκή φωτισμό,
να διενεργεί αστιατρικές επιθεωρήσεις,
να διατιμά τα τρόφιμα και
να επιβλέπει την ευπρεπή και κόσμια συμπεριφορά απαγορεύοντας τις αταξίες, τα τραγούδια, τα παιχνίδια, τα όργανα, γενικότερα τις ακοσμίες, το κάπνισμα, την ιππασία στις κεντρικές οδούς, το άνοιγμα των καταστημάτων κατά τους εσπερινούς και τις ημέρες των Κυριακών και των επίσημων εορτών, την πώληση κρέατος και παρασκευή φαγητού μη νηστίσιμου κάθε Τετάρτη και Παρασκευή και κατά τις υπόλοιπες νηστείες και
απελαύνοντας μέσω των οργάνων της (σεϊμένιδων και σερδαρών) κάθε μέθυσο, άεργο, άτακτο, ζητώντας, όταν παρίσταται ανάγκη, και τη συνδρομή της Ελληνικής Αστυνομίας που βρίσκεται στις Καρυές.


Γενικότερα η Ιερά Επιστασία εκπροσωπεί την εκτελεστική εξουσία της Ιεράς Κοινότητας και εκπληρώνει συγχρόνως καθήκοντα δημαρχιακά και Ειρηνοδικείου.

Έκτακτη Εικοσαμελής Ιερά Σύναξη

Η Έκτακτη Εικοσαμελής Ιερά Σύναξη (άρθρο 43 Κ.Χ.Α.Ο.) αποτελεί το ανώτατο νομοθετικό και δικαστικό σώμα του Αγίου Όρους. Συγκροτείται από τους Ηγουμένους των είκοσι Ιερών Μονών και —παρά τον προσδιορισμό έκτακτη— συνέρχεται αυτοδικαίως δύο φορές κατ' έτος, ύστερα από τυπική πρόσκληση της Ιεράς Κοινότητας, τη 15η ημέρα μετά το Πάσχα και την 20ή Αυγούστου.

Η νομοθετική της αρμοδιότητα έγκειται στην ψήφιση κανονιστικών διατάξεων σύμφωνων προς τον Κ.Χ.Α.Ο., οι οποίες, αφού κοινοποιηθούν στο Διοικητή του Αγίου Όρους, επικυρώνονται από τον Υπουργό Εξωτερικών, πλην αυτών που αφορούν ζητήματα καθαρώς πνευματικής φύσεως, οι οποίες ανακοινώνονται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο προς έγκριση. Επίσης καθορίζει την αναλογία κατά την οποία υποχρεωτικά συμμετέχουν οι Ιερές Μονές, οι Σκήτες και τα Κελιά στο κοινό ταμείο της Ιεράς Κοινότητας για τη συντήρηση του Σκευοφυλακείου, του Πρωτάτου, της Αθωνιαδας Σχολής, του κοινού επιτρόπου εκτός Αγίου Όρους, των φυλάκων (σεϊμένιδων και σερδαρών) και τις τακτικές και έκτακτες ανάγκες.

Έκτακτη Διπλή Ιερά Σύναξη

Η Έκτακτη Διπλή Ιερά Σύναξη είναι ένα εθιμικά καθιερωμένο όργανο και δεν ανευρίσκεται στα θεμέλια κείμενα του Αγίου Όρους. Το έθιμο αποτυπώθηκε σε εσωτερικό κανονισμό που συντάχθηκε και εγκρίθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1930 από την ίδια αυτή Σύναξη. Ονομάζεται "Διπλή" επειδή συγκροτείται από τα μέλη της Έκτακτη Εικοσαμελούς Ιεράς Σύναξης και τους είκοσι αντιπροσώπους των μονών στην Ιερά Κοινότητα. Συνήθως συγκαλείται ταυτόχρονα με τη Έκτακτη Εικοσαμελή Ιερά Σύναξη και ασχολείται με ζητήματα εξαιρετικής σημασίας, τα οποία δεν επιθυμεί να αναδεχθεί η Ιερά Κοινότητα. Γι’ αυτό ο παραπάνω κανονισμός ονομάζει τη Σύναξη αυτή "Εθνοσυνέλευση του Αγίου Όρους", αν και από την αρμοδιότητα της εξαιρεί τα νομοθετικά και δικαστικά θέματα, για τα οποία ισχύουν όσα προβλέπονται στον Κ.Χ.Α.Ο..

Δικαιοσύνη

Η απονομή της δικαιοσύνης στο Άγιο Όρος ρυθμίζεται τόσο από διατάξεις του Κ.Χ.Α.Ο. όσο και από αυτές του κυρωτικού του Ν.Δ., οι οποίες τον συμπληρώνουν με μεγαλύτερη ακρίβεια. Σύμφωνα με το άρθρο 44 του Κ.Χ.Α.Ο. "ο σκοπός των εν Αγίω Όρει δικαστηρίων είναι η εκδίκασις των εκάστοτε αναφυομένων εν Αγίω Όρει οριακών ζητημάτων, η φρούρησις της μοναχικής πειθαρχίας και η τιμωρία των υποπιπτόντων εις παράπτωμα μοναχών εν γένει του Αγίου Όρους". Από το ιδιότυπο αυτό καθεστώς εξαιρούνται, πλην των πταισμάτων, τα κοινά ποινικά αδικήματα, τα οποία εκδικάζονται από τα ποινικά δικαστήρια της Θεσσαλονίκης.

Δικαστήρια

Δικαστικά όργανα, με διακριτές αρμοδιότητες το καθένα, αποτελούν:
ο Ηγούμενος με τη Γεροντία κάθε Ιεράς Μονής,
η Ιερά Κοινότητα και
η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία μπορεί να αναθέτει τις δικαστικές της αρμοδιότητες σε δικαστήριο που απαρτίζεται από Εξαρχία τριών Μητροπολιτών του Οικουμενικού Πατριαρχικού Θρόνου και τα είκοσι μέλη της Έκτακτης Δισενιαύσιας Σύναξης.

Δικαστικές αρμοδιότητες
Ο Ηγούμενος με τη Γεροντία κάθε Ιεράς Μονής δικάζουν σε πρώτο βαθμό τα εκκλησιαστικά και πειθαρχικά παραπτώματα των μοναχών που ζουν τόσο στις οικείες μονές όσο και στα εξαρτήματά τους, εκτός από αυτά που επισύρουν την ποινή της καθαιρέσεως,
τις αστυνομικές και αγορανομικές παραβάσεις και τα πταίσματα που διαπράττονται στην περιφέρεια της οικείας μονής (τα πταίσματα που διαπράττονται στις Καρυές δικάζονται από την Ιερά Επιστασία) και
τις οριακές και άλλες διαφορές μεταξύ ορισμένης μονής και εξαρτήματός της ή μεταξύ δύο εξαρτημάτων της οικείας μονής.

Η Ιερά Κοινότητα δικάζει σε πρώτο βαθμό τις οριακές διαφορές μεταξύ των μονών ή μεταξύ εξαρτημάτων δύο ή περισσοτέρων μονών και
σε δεύτερο βαθμό τις εφέσεις κατά των αποφάσεων των Γεροντιών των Ιερών Μονών.

Η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία μπορεί να αναθέτει τις δικαστικές της αρμοδιότητες σε δικαστήριο που απαρτίζεται από Εξαρχία τριών Μητροπολιτών του Οικουμενικού Πατριαρχικού Θρόνου και τα είκοσι μέλη της Έκτακτης Δισενιαύσιας Σύναξης, δικάζει τα εκκλησιαστικά αδικήματα που συνεπάγονται την ποινή της καθαιρέσεως και
σε δεύτερο βαθμό τις εφέσεις κατά των αποφάσεων της Ιεράς Κοινότητας.


Μοναστικά ιδρύματα

Τα Μοναστικά ιδρύματα του Αγίου Όρους διακρίνονται σε έξι τάξεις: τις Ιερές Μονές, τις Σκήτες, τα Κελιά, τις Καλύβες, τα Καθίσματα και τα Ησυχαστήρια.

Ιερές Μονές

Το Άγιο Όρος συνίσταται από είκοσι Ιερές Μονές. Σύμφωνα με την ιεραρχική τάξη οι Ιερές Μονές του Αγίου Όρους, καλούμενες και Αθωνικές, οι οποίες είναι αυτοδιοίκητες και διοικούνται σύμφωνα με τον εσωτερικό τους κανονισμό, τον οποίο ψηφίζουν οι ίδιες και εγκρίνει η Ιερά Κοινότητα, είναι οι εξής:
1.Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας (963)
2.Ιερά Μονή Βατοπεδίου (972)
3.Ιερά Μονή Ιβήρων (976)
4.Ιερά Μονή Χιλιανδαρίου (1197, Σερβική)
5.Ιερά Μονή Διονυσίου (1375)
6.Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου (12ος αιώνας)
7.Ιερά Μονή Παντοκράτορος (1363)
8.Ιερά Μονή Ξηροποτάμου (11ος αιώνας)
9.Ιερά Μονή Ζωγράφου (1270, Βουλγαρική)
10.Ιερά Μονή Δοχειαρίου (11ος αιώνας)
11.Ιερά Μονή Καρακάλλου (1070)
12.Ιερά Μονή Φιλοθέου (992)
13.Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας (1363)
14.Ιερά Μονή Αγίου Παύλου (11ος αιώνας)
15.Ιερά Μονή Σταυρονικήτα (1542)
16.Ιερά Μονή Ξενοφώντος (1070)
17.Ιερά Μονή Γρηγορίου (14ος αιώνας)
18.Ιερά Μονή Εσφιγμένου (11ος αιώνας)
19.Ιερά Μονή Ρωσικού, γνωστότερη ως Αγίου Παντελεήμονος (από το 1169 παραχωρήθηκε στους Ρώσους)
20.Ιερά Μονή Κωνσταμονίτου (1086)

Όλες οι Ιερές Μονές του Αγίου Όρους αποτελούν θρησκευτικά πνευματικά ιδρύματα και όλες χαρακτηρίζονται ως "Κυρίαρχες", "Βασιλικές", "Πατριαρχικές" και "Σταυροπηγιακές".
Κυρίαρχες επειδή διατηρούν ιδιοκτησιακό και οργανωτικό αυτοδιοίκητο του χώρου τους, μη υποκείμενο σε κανένα περιορισμό ως προς τον αριθμό των μοναχών.
Βασιλικές επειδή η ίδρυσή τους οφείλεται σε εντολή ή συνδρομή των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων ή η ίδρυσή τους επικυρώθηκε με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο.
Πατριαρχικές ονομάστηκαν αργότερα με την έκδοση πατριαρχικών σχετικών σιγιλλίων, όταν συνδέθηκαν με το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, που ανέλαβε την πνευματική και μόνο εποπτεία τους.
Σταυροπηγιακές γιατί κατά την ίδρυσή τους τοποθετήθηκε σε αυτές σταυρός, ο οποίος απεστάλη από το Οικουµενικό Πατριαρχείο.

Η Μονή Σταυρονικήτα βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της χερσονήσου. Διακρίνονται το καθολικό της Μονής, η κορυφή του όρους Άθως και ο αρσανάς της Μονής Ιβήρων
Οι Αθωνικές Μονές σήμερα είναι όλες κοινόβιες. Παλιότερα ορισμένες ήταν ιδιόρρυθμες.
Στις κοινόβιες οι αδελφοί έχουν τα πάντα κοινά και τίποτε ιδιόκτητο. Της Μονής προΐσταται ισόβιος Ηγούμενος, ο Κοινοβιάρχης, έχοντας γύρω του τη Γεροντία και τους Επιτρόπους, εκλεγόμενος δε διά πλειοψηφίας από τη Γεροντία σε μυστική ψηφοφορία, από κατάλογο υποψηφίων, που και αυτός καταρτίζεται από πλειοψηφία από τους έχοντες δικαίωμα ψήφου (διανυόντων του 6ου από της κουράς των έτους) μοναχών. Για τον Ηγούμενο απαιτούνται ορισμένα πνευματικά και ηθικά προσόντα, δύναται όμως να παυθεί με απόφαση της Γεροντίας και κατόπιν πλειοψηφίας των εχόντων δικαίωμα ψήφου της Αδελφότητας. Αν ο εκλεγείς Ηγούμενος δε φέρει το βαθμό του Αρχιμανδρίτη, χειροτονείται αμέσως μετά την εκλογή.
Στις ιδιόρρυθμες Μονές οι μεν μοναχοί ενδιαιτώνται μεμονομένα ο καθένας, τα δε των Μονών αυτών διέπει Επιτροπή και η Σύναξη των Προϊσταμένων.

Κατά ταύτα, των μεν κοινοβίων η Διοίκηση είναι σχεδόν μοναρχική αλλά μετά κοινοκτημοσύνης, των δε ιδιορρύθμων ολιγαρχική αριστοκρατική. Ο αριθμός των είκοσι Μονών, ως ανεγνωρισμένων ανέκαθεν από την Εκκλησία και την Πολιτεία, δεν μπορούν ούτε να αυξηθεί αλλά ούτε και να ελαττωθεί. Από αυτές οι δεκαεπτά είναι ελληνικές, μία σερβική, μία ρωσική και μία βουλγαρική.

Ιερές Σκήτες

Οι δώδεκα Ιερές Σκήτες υπάγονται στη δικαιοδοσία ορισμένης Ιεράς Μονής και διακρίνονται σε κοινόβιες και ιδιόρρυθμες.

Σκήτη

Τύπος

Ιερά Μονή

Εθνικότητα

Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Βογορόδιτσα)

κοινόβια

Αγίου Παντελεήμονος (Ρωσικού)

βουλγαρική

Προφήτου Ηλιού

κοινόβια

Παντοκράτορος

ελληνική

Τιμίου Προδρόμου

κοινόβια

Μεγίστης Λαύρας

ρουμανική

Αγίου Ανδρέου

κοινόβια

Βατοπεδίου

ελληνική

Αγίας Άννης

ιδιόρρυθμη

Μεγίστης Λαύρας

ελληνική

Αγίας Τριάδος (Καυσοκαλυβίων)

ιδιόρρυθμη

Μεγίστης Λαύρας

ελληνική

Αγίου Δημητρίου

ιδιόρρυθμη

Βατοπεδίου

ελληνική

Τιμίου Προδρόμου

ιδιόρρυθμη

Ιβήρων

ελληνική

Αγίου Παντελεήμονος

ιδιόρρυθμη

Κουτλουμουσίου

ελληνική

Θεοτόκου (Νέα Σκήτη)

ιδιόρρυθμη

Αγίου Παύλου

ελληνική

Αγίου Δημητρίου (Λάκκου)

ιδιόρρυθμη

Αγίου Παύλου

ρουμανική

Ευαγγελισμού της Θεοτόκου

ιδιόρρυθμη

Ξενοφώντος

ελληνική

Πληθυσμιακά στοιχεία

Κατά την απογραφή του πληθυσμού της Ελλάδας το 2001, στο Άγιο Όρος απογράφηκαν 2.262 άτομα, ενώ μόνιμοι κάτοικοι δήλωσαν οι 1.961. Παρατίθενται σε παρένθεση ο μόνιμος[23] και ο πραγματικός[24] πληθυσμός, όπως καταγράφονται στα αρχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής:
Άγιον Όρος (1.961 - 2.262) αι Καρυαί (241 - 233)
η Βίγλα - ο Άγιος Νείλος (12 - 12)
τα Βουλευτήρια (11 - 11)
η Δάφνη (33 - 38)
τα Καρούλια (4 - 4)
τα Κατουνάκια (36 - 36)
η Καψάλα (19 - 19)
η Κερασιά - ο Άγιος Βασίλειος (27 - 27)
το Μετόχιον Χουρμίτσης (10 - 12)
η Μονή Αγίου Διονυσίου (48 - 71)
η Μονή Αγίου Παντελεήμονος (67 - 88)
η Μονή Αγίου Παύλου (75 - 112)
η Μονή Βατοπεδίου (151 - 163)
η Μονή Δοχειαρίου (1 - 3)
η Μονή Εσφιγμένου (90 - 121)
η Μονή Ζωγράφου (23 - 48)
η Μονή Ιβήρων (62 - 71)
η Μονή Καρακάλλου (46 - 60)
η Μονή Κουτλουμουσίου (70 - 86)
η Μονή Κωνσταμονίτου (38 - 44)
η Μονή Μεγίστης Λαύρας (61 - 64)
η Μονή Ξενοφώντος (102 - 123)
η Μονή Ξηροποτάμου (25 - 25)
η Μονή Οσίου Γρηγορίου (88 - 107)
η Μονή Παντοκράτορος (26 - 25)
η Μονή Σίμωνος Πέτρας (79 - 94)
η Μονή Σταυρονικήτα (42 - 42)
η Μονή Φιλοθέου (56 - 57)
η Μονή Χιλιανδαρίου (62 - 92)
η Νέα Σκήτη (44 - 48)
η Προβάτα-Μορφονού (29 - 29)
η Σκήτη Αγίας Άννης (87 - 94)
η Σκήτη Αγίας Τριάδος (40 - 40)
η Σκήτη Αγίου Ανδρέου Βατοπεδίου (87 - 89)
η Σκήτη Αγίου Δημητρίου Βατοπεδίου (16 - 16)
η Σκήτη Αγίου Δημητρίου (9 - 9)
η Σκήτη Αγίου Παντελεήμονος (12 - 16)
η Σκήτη Ευαγγελισμός της Θεοτόκου (9 - 10)
η Σκήτη Θεοτόκου (1 - 1)
η Σκήτη Προφήτου Ηλιού (0 - 0)
η Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Ιβήρων (7 - 7)
η Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας (15 - 15)

Παραπομπές

1.↑ Cyril Mango, Βυζάντιο: Η Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2007, σ.150
2.↑ Φραντζής Αμβρόσιος, Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, τομ. Γ', κεφ. 2.
3.↑ Κωνσταντίνος Παπουλίδης, «Άγιον Όρος: όταν έσπασε το άβατο», Το άγνωστο 21, Ε' Ιστορικά, τ/χ.23, (23 Μαρτίου 2000), σελ.26-29
4.↑ Χρήστος Καρδάρας, «Το Άγιον Όρος κατά τη γερμανική κατοχή (1941-1944) »,στο: Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, ΙΣΤ’ Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο (26-28 Μαΐου 1995), Θεσσαλονίκη, 1996, σελ.532
5.↑ Χρήστος Καρδάρας, «Το Άγιον Όρος κατά τη γερμανική κατοχή (1941-1944) »,στο: Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, ΙΣΤ’ Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο (26-28 Μαΐου 1995), Θεσσαλονίκη, 1996,σελ.544,όλη η επιστολή στις σελίδες 544-545
6.↑ Χρήστος Καρδάρας, «Το Άγιον Όρος κατά τη γερμανική κατοχή (1941-1944) »,στο: Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, ΙΣΤ’ Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο (26-28 Μαΐου 1995), Θεσσαλονίκη, 1996, σελ.535-536
7.↑ Δημήτριος Τσάμης, «Η απόπειρα απαγωγής των θησαυρών του Αγίου Όρους από τους Γερμανούς το 1943 », Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης-Διακονία-Αφιέρωμα στη μνήμη Βασίλειου Στογιάννου, Θεσσαλονίκη, 1988, σελ. 677-683
8.↑ Χρήστος Καρδάρας, «Το Άγιον Όρος κατά τη γερμανική κατοχή (1941-1944) »,στο: Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, ΙΣΤ’ Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο (26-28 Μαΐου 1995), Θεσσαλονίκη, 1996, σελ.537
9.↑ Χρήστος Καρδάρας, «Το Άγιον Όρος κατά τη γερμανική κατοχή (1941-1944) »,στο: Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, ΙΣΤ’ Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο (26-28 Μαΐου 1995), Θεσσαλονίκη, 1996, σελ.537-542
10.↑ Ιερά Μητρόπολις Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου
11.↑ Ν. 3731/2008
12.↑ Ιστοσελίδα Ιεράς Μονής Εσφιγμένου
13.↑ Νομοθετικό Διάταγμα της 29ης Σεπτεμβρίου 1923 "περί κυρώσεως της εν Σέβραις υπογραφείσης Συνθήκης περί προστασίας των εν Ελλάδι μειονοτήτων"
14.↑ Ενωσιακός Τελωνειακός Κώδικας
15.↑ Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας
16.↑ Νομοθετικό Διάταγμα "περί κυρώσεως του Καταστατικού Χάρτου του Αγίου Όρους"
17.↑ Απόφαση Δ. 2150/131/Α0018/23.12.2005
18.↑ Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. 245/2008
19.↑ Απόφαση Φ.429.1/62/156893/28.7.2008 "Απαλλαγή μοναχών και δόκιμων μοναχών που μονάζουν στο Άγιο Όρος"
20.↑ Ν.Δ. 2623/1953
21.↑ Ν. 3566/2007
22.↑ Π.Δ. 227/1998 (ΦΕΚ Α΄ 176/28.7.1998)
23.↑ Απογραφή μόνιμου πληθυσμού 2001, Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος[1]
24.↑ Απογραφή πραγματικού πληθυσμού 2001, Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος [2]

Πηγές
"Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου" τομ. 1ος, σελ.255-269.
Χρήστος Καρδάρας, «Το Άγιον Όρος κατά τη γερμανική κατοχή (1941-1944) »,στο: Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, ΙΣΤ’ Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο (26-28 Μαΐου 1995), Θεσσαλονίκη, 1996, σελ.529-545
Δημήτριος Τσάμης, «Η απόπειρα απαγωγής των θησαυρών του Αγίου Όρους από τους Γερμανούς το 1943 », Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης-Διακονία-Αφιέρωμα στη μνήμη Βασίλειου Στογιάννου, Θεσσίκη, 1988, σελ.677-683
Κωνσταντίνος Παπουλίδης, «Άγιον Όρος: όταν έσπασε το άβατο», Το άγνωστο 21, Ε' Ιστορικά, τ/χ.23, (23 Μαρτίου 2000), σελ.26-29
με πληροφορίες απο wikipedia.org

πηγή


Σχόλια