Η επιλογή τού Παπανδρέου είναι να πληρώσουν οι ελληνικές τράπεζες τή νύφη. Τό ρίσκο είναι υψηλό, αλλά έχει μιά λογική...

Σε "συμπληγάδες" οι τράπεζες

Σε συμπληγάδες κινδυνεύει να ρίξει το εγχώριο πιστωτικό σύστημα το μπαράζ των υποβαθμίσεων της ελληνικής οικονομίας από ξένους οίκους σε συνδυασμό με τα κυβερνητικά νομοσχέδια για τη ρύθμιση χρεών νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Μία ημέρα μετά την υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας σε "BBB+" με αρνητικό outlook, η S&P ανακοίνωσε χθες και την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΕFG Eurobank και Alpha Bank σε "BBB" από "ΒΒΒ+", ενώ έθεσε υπό παρακολούθηση για πιθανή υποβάθμιση τις αξιολογήσεις των Εθνικής Τράπεζας και Τράπεζας Πειραιώς.

Η υποβάθμιση των ελληνικών τραπεζών έρχεται ως απόρροια της έντονης και ταχύτερης επιδείνωσης των στοιχείων της ελληνικής οικονομίας καθώς η S&P διαπιστώνει ότι τα προβλήματα δημοσιονομικής αναπροσαρμογής και δομικής ανταγωνιστικότητας αυξάνουν την πιθανότητα παρατεταμένης ανώμαλης προσγείωσης της οικονομίας.

Οι ελληνικές τράπεζες πληρώνουν ήδη τον λογαριασμό της μη λήψης των αναγκαίων μέτρων από πλευράς κυβέρνησης καθώς το spread των ελληνικών ομολόγων εδώ και έναν περίπου μήνα κινείται σταθερά πάνω από τις 200 μονάδες βάσης φθάνοντας -χθες- και ως την περιοχή των 270 μονάδων βάσης.

Οι επιπτώσεις στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών από την εκτίναξη των spreads είναι άμεσες. Οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες (Εθνική Τράπεζα, Alpha Bank, EFG Eurobank και Τράπεζα Πειραιώς) σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της BofA (10 Δεκεμβρίου) κατέχουν ομόλογα συνολικής αξίας 38,5 δισ. ευρώ.

Η Εθνική Τράπεζα διατηρεί το μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο ομολόγων αξίας 18,7 δισ. ευρώ, ενώ ακολουθούν η EFG Eurobank με 10,4 δισ., η Τράπεζα Πειραιώς με 5,9 δισ. ευρώ και η Alpha Bank με 3,5 δισ. ευρώ.

Από τις παραπάνω θέσεις λόγω της ενεργητικής διαχείρισης που απέδωσε υψηλά έσοδα από trading στο διάστημα Μαρτίου - Οκτωβρίου 2009 οι τράπεζες εμφανίζουν πλέον ζημίες από διαφορά αποτίμησης οι οποίες άμεσα ή έμμεσα θα επηρεάσουν την καθαρή θέση της 31ης/12/09.

Οι επιπτώσεις για το 2009 θα μετριαστούν λόγω των υψηλών κερδών από trading ομολόγων που ενέγραψαν εντός της χρονιάς. Ο «εφιάλτης» αφορά στο 2010, καθώς η εμμονή της κυβέρνησης να μη λάβει επιπρόσθετα μέτρα παρά την εντεινόμενη πίεση των αγορών εκτιμάται ότι θα διατηρήσει υψηλά τα spreads των ομολόγων.

Η αύξηση του ρίσκου της χώρας οδηγεί και σε έμμεση αύξηση του κόστους τιτλοποιήσεων καθώς θα αναγκάσει τις ελληνικές τράπεζες να δώσουν περισσότερα ενέχυρα για να διατηρήσουν το rating των τιτλοποιήσεών τους.

Προς το παρόν, μικρή είναι η επίπτωση στο κόστος χρηματοδότησης. Οι ελληνικές τράπεζες άντλησαν στην πρόσφατη 12μηνη δημοπρασία της ΕΚΤ ρευστότητα 3,5 δισ. ευρώ, ενώ θα μπορούν να χρησιμοποιούν ελληνικά κρατικά ομόλογα ως ενέχυρο δανεισμού από την ΕΚΤ μέχρι το τέλος του 2010.

Ενδεχόμενη δήλωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ότι θα συνεχίσει να κάνει αποδεκτά ως ενέχυρο χρηματοδότησης τα ελληνικά κρατικά ομόλογα και μετά το τέλος του 2010, ανεξαρτήτως της διαβάθμισής τους, θα ενίσχυε τη δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να αντλούν ρευστότητα και μέσω της repo αγοράς.

Ο λογαριασμός για τις τράπεζες αυξάνεται από τα κυβερνητικά νομοσχέδια καθώς καλούνται να αναλάβουν το κύριο κόστος από τη ρύθμιση χρεών νοικοκυριών και επιχειρήσεων.


Ανοίγει το «μαύρο κουτί» των επισφαλειών

Στο νομοσχέδιο για τη ρύθμιση χρεών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς τα πιστωτικά ιδρύματα περιλαμβάνεται διάταξη που επιτρέπει σε όσες επιχειρήσεις έχουν ετήσιο τζίρο χαμηλότερο των 2,5 εκατ. ευρώ να ζητήσουν είτε περίοδο χάριτος 12 μηνών, είτε διετή αναστολή πληρωμής δόσεων, είτε τέλος παράταση της συμβατικής διάρκειας κατά 3 έτη.

Και στις τρεις περιπτώσεις η επιχείρηση πληρώνει τους συμβατικούς τόκους με το επιτόκιο της δανειακής σύμβασης η διάρκεια της οποίας παρατείνεται. Οι τράπεζες καλούνται δηλαδή να δανειοδοτούν «τζάμπα» κάποιες επιχειρήσεις.

Ως μοναδική προϋπόθεση για την επιχείρηση ορίζεται το να έχει εμφανίσει ζημίες στην απερχόμενη οικονομική χρήση (ισχύει για τις χρήσεις που έληξαν ως τις 30/6/09). Αν πληροί το παραπάνω κριτήριο, τότε η τράπεζα είναι υποχρεωμένη αυτόματα να προχωρήσει στη ρύθμιση του δανείου.

Οι επιχειρήσεις, αγροτικοί συνεταιρισμοί και ομάδες αγροτών θα μπορούν να ρυθμίζουν ενήμερα σήμερα δάνεια που το συνολικό τους ύψους δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1 εκατ. ευρώ και ανά τράπεζα τις 250.000 ευρώ. Για αγρότες, εμπόρους και πυρόπληκτες επιχειρήσεις τα αντίστοιχα ποσά είναι 300 χιλ. ευρώ και 100 χιλ. ευρώ.

Παρότι η κυβέρνηση εστίασε το μέτρο στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, τα δάνεια ως 1 εκατ. ευρώ που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες ανέρχονται στα 90 δισ. ευρώ επί συνόλου χορηγηθέντων επιχειρηματικών δανείων 164 δισ. ευρώ! Και τα περισσότερα από αυτά έχουν δοθεί σε μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που τζιράρουν, δηλαδή, κάτω των 2,5 εκατ. ευρώ ανά έτος.

Η απόφαση της κυβέρνησης θα φέρει στο φως ενδεχόμενες «κρυμμένες» επισφάλειες του χαρτοφυλακίου επιχειρηματικών δανείων στον βαθμό που οι τράπεζες απέφευγαν τον τελευταίο έναν χρόνο να σχηματίζουν ευλαβικά τις απαιτούμενες εποπτικές προβλέψεις.

Από πέρυσι τον Οκτώβριο οι τράπεζες προχώρησαν σε ευρεία αναχρηματοδότηση επιχειρηματικών δανείων. Και σε κάποιες περιπτώσεις ρυθμίσεις δανεισμού, λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης από πλευράς επιχειρήσεων, «βαφτίστηκαν» αναχρηματοδοτήσεις. Έτσι, τα μεν δάνεια παρέμειναν ενήμερα, οι δε τράπεζες δεν σχημάτισαν επιπλέον προβλέψεις.

Χαρακτηριστικό είναι ότι από τις σχηματισμένες προβλέψεις συνολικού ύψους 7,4 δισ. ευρώ που διέθεταν στις 30/6 οι τράπεζες μικρό μόνο μέρος αφορά σε επιχειρηματικά δάνεια, παρότι αποτελούν το 54% των εν Ελλάδι χορηγήσεων.


Πόσο εκτιμάται ότι θα αυξηθούν οι προβλέψεις

Αν η ελληνική οικονομία δεν αρχίσει σταδιακά να ανακάμπτει, από τα μέσα του επόμενου έτους, και οι τζίροι σε σειρά κλάδων συνεχίσουν να υποχωρούν, τότε ένα μέρος των επιχειρηματικών δανείων που αναχρηματοδοτήθηκαν ενδέχεται, παρότι ενήμερο, να κάνει χρήση της κυβερνητικής ρύθμισης.

Η εγκύκλιος 13 από τις 30/7/09 της Τραπέζης της Ελλάδος προβλέπει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να σχηματίζουν πρόβλεψη το 10% του δανείου για αναχρηματοδοτήσεις που ουσιαστικά αποτελούν ρύθμιση χρεών. Ο παραπάνω κανόνας θα πρέπει να εφαρμοστεί και για τη ρύθμιση ενήμερων οφειλών που προβλέπει το νομοσχέδιο.

Στην περίπτωση λοιπόν που οι τράπεζες ακολουθήσουν ευλαβικά την παραπάνω οδηγία θα πρέπει να σχηματίσουν επιπλέον προβλέψεις μέσα στο 2010 για ενήμερες οφειλές που κάνοντας χρήση της ρύθμισης θα λάβουν παράταση διάρκειας ή πάγωμα πληρωμής δόσεων για 1 ή 2 έτη.

Οι τράπεζες έχουν αντιδράσει έντονα στην παροχή δυνατότητας ρύθμισης ενήμερων οφειλών. Το εύρος χρήσης της διάταξης είναι, θεωρητικά, τεράστιο και περιορίζεται μόνο από το κριτήριο της ζημιογόνου απερχόμενης χρήσης, το οποίο στην Ελλάδα λόγω της τεράστιας έκτασης της φοροδιαφυγής καταστρατηγείται σε σημαντικό βαθμό, σύμφωνα με τραπεζίτες.

Γι' αυτό και παρά το γεγονός ότι βάσει καθαρών τραπεζικών κριτηρίων χιλιάδες μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν θα έπρεπε καν να δανειοδοτούνται, διαθέτουν μόνο κεφάλαιο κίνησης που φτάνει στο ύψος του ετήσιου τζίρου τους.


Έντονες αντιδράσεις από τραπεζίτες

Ο πρόεδρος της ΕΕΤ, κ. Βασίλης Ράπανος, μιλώντας στην επιτροπή της Βουλής χαρακτήρισε τις ρυθμίσεις για τους ενήμερους οφειλέτες ανεφάρμοστες στην πράξη, μη συμβατές με τις διεθνείς πρακτικές, γραφειοκρατικές και αναποτελεσματικές ως προς τον επιδιωκόμενο στόχο της αναθέρμανσης της αγοράς.

Ζήτησε δε να απαλειφθούν, προειδοποιώντας ότι μια τόσο μεγάλης κλίμακας ρύθμιση, που ενθαρρύνει και νοοτροπία «μπαταχτσήδων», θα δημιουργήσει πρόβλημα κόστους χρηματοδότησης και ρευστότητας στις τράπεζες το οποίο θα επηρεάσει και το Δημόσιο.

Ο πρόεδρος της ΕΕΤ υπογράμμισε ότι η ρύθμιση ενήμερων οφειλών θα οδηγήσει σε πρόσθετες προβλέψεις, προβλήματα σε τιτλοποιήσεις και αύξηση του κόστους χρηματοδότησης. Προειδοποίησε δε ότι θα ενταθεί το πρόβλημα ρευστότητας, σημειώνοντας ότι λόγω της πρόσφατης ανησυχίας για φορολόγηση των καταθέσεων υπήρξε σημαντική εκροή κεφαλαίων στο εξωτερικό.

Η κυβέρνηση εκτιμά ότι οι τράπεζες καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα υπαρκτό πρόβλημα που θα έπρεπε να έχει αντιμετωπιστεί και με καθαρά τραπεζικά κριτήρια, και όχι να περιμένουν την κυβερνητική ρύθμιση.

Η εστίαση του μέτρου στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, πέραν του ότι αντιμετωπίζει το πρόβλημα ρευστότητας της αγοράς, στηρίζει εκείνο το μέρος των επιχειρήσεων που έχουν μικρή διαπραγματευτική ισχύ απέναντι στις τράπεζες.

Κυβερνητικοί κύκλοι υπενθυμίζουν, τέλος, ότι μέσω της θέσπισης κανόνων ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών υποβοηθείται στην περίπτωση που είχαν σχηματίσει σωστές εποπτικές προβλέψεις τα προηγούμενα χρόνια. .http://www.euro2day.gr/news/market/123/articles/561780/Article.aspx

Σχόλια