Αν οι Ελληνες πολίτες γνώριζαν τα σφάλματα που οδήγησαν στις πρώτες έξι πτωχεύσεις, θα είχαμε αποφύγει την έβδομη. Αν οι Ελληνες πολιτικοί γνώριζαν τα σφάλματα που οδήγησαν στους εμφυλίους πολέμους της ιστορίας μας, θα είχαν αποκηρύξει τις εμφυλιοπολεμικές τους δημαγωγίες...». Ετσι ξεκινά η κραυγή αγωνίας του καθηγητή Ιστορίας Γιώργου Β. Δερτιλή, «Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις 1821-2016», που είναι μια σύνοψη των κακοδαιμονιών του έθνους και δη των βαθύτερων, «αυτών που ξεριζώνονται δυσκολότερα γιατί είναι γερά ριζωμένες στη νεοελληνική ιστορία».
Το μικρό βιβλίο είναι έργο ενός μεγάλου ιστορικού που έγραψε το μνημειώδες «Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2014) γραμμένο από τον πολίτη Γ. Β. Δερτιλή, που έχει το παράπονο ότι «το 2009, η κρίση μάς βρήκε με τον νου θολωμένο από την εμφυλιοπολεμική κουλτούρα».
Η ελληνική εξαίρεση
Ο συγγραφέας, αν και πιστεύει ότι «η Ιστορία σπανίως διδάσκει και ουδέποτε επαναλαμβάνεται» από την ιστορική του έρευνα ανακαλύπτει την ελληνική εξαίρεση.
Στη χώρα μας, η Ιστορία δεν διδάσκεται και συνεπώς ποτέ δεν διδάσκει, αλλά «σε όλους τους πολέμους και σε όλες τις πτωχεύσεις της νεοελληνικής ιστορίας επαναλαμβάνεται μια αλληλουχία αιτίων και αιτιατών: οι υπέρμετρες στρατιωτικές δαπάνες, η υπερχρέωση και τα ανεπαρκή φορολογικά έσοδα συνδέονταν σε φαύλο κύκλο ή, ορθότερα, σε “φαύλη σπείρα”. Αυτή η δίνη στροβιλίζεται κατά κάποιον τρόπο γύρω από τον άξονα πόλεμος-πτώχευση, οδηγώντας συνήθως σε αναδιάρθρωση του χρέους υπό διεθνή δημοσιονομικό έλεγχο.
Επειτα, μια δύσκολη οικονομική ανάκαμψη ενεργοποιεί αργά ή γρήγορα μια νέα αλληλουχία υπερχρέωσης και εξοπλισμών, που οδηγεί στην επόμενη πτώχευση, ή στον επόμενο πόλεμο, ή και στα δύο... Οι πρωταρχικές ωστικές δυνάμεις που έθεσαν σε κίνηση τη σπείρα ήταν αφενός ο εθνικισμός, που ξεσήκωσε την Επανάσταση του ’21 και αφετέρου το αδελφοκτόνο σύνδρομο του Κάιν, που έφερε τον πρώτο εμφύλιο πόλεμο.
Από εκεί και ύστερα, στη νεοελληνική ιστορία και σε κάθε επανάληψη της “σπείρας”... παρενέβαιναν κατά καιρούς και άλλες δυνάμεις που προέρχονται από παγιωμένες ή και αρχετυπικές αξίες, νοοτροπίες και πρακτικές της ελληνικής κοινωνίας. Η μία είναι η επίδραση της σχέσης που αναπτύσσουν οι επιμέρους κοινωνικές ομάδες με τις ηγεσίες τους και η ενέργεια που εκλύεται από αυτή τη σχέση, ιδίως υπό την επιρροή της δημαγωγίας. Η άλλη είναι η επίδραση των σχέσεων προστασίας και πατρωνίας που αναπτύσσουν οι ηγεσίες με τις ομάδες των οπαδών τους, με μέσο τις πελατειακές δικτυώσεις – και η αντίστοιχη ενέργεια. Αυτές οι δύο επιδράσεις οδηγούσαν, παραδείγματος χάριν, στην ανοχή της φοροδιαφυγής και σε υψηλές δημόσιες δαπάνες για προσλήψεις και μισθούς. Προσέθεταν έτσι ισχυρές ωθήσεις στην κίνηση της σπείρας, ενίσχυαν τις εγγενείς της τάσεις και επιτάχυναν την εξέλιξή της».
Το πυκνό σε ιστορικά στοιχεία βιβλίο του κ. Δερτιλή εξηγεί και γιατί «οι Ελληνες ουδέποτε αντέδρασαν σοβαρά στο κόστος των πολέμων και στους φόρους που κατέβαλαν, πέρα από τον βαρύ φόρο αίματος; (...) Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι Ελληνες, “αεί παίδες”, συμπεριφέρονταν ανέκαθεν με έναν άκρως συναισθηματικό πατριωτισμό, τον οποίο συνδαύλιζε αδιάκοπα η εκπαίδευσή τους και η προπαγάνδα του κράτους, των δημαγωγών και των σοβινιστών.
Οι στρατιωτικές δαπάνες έφθασαν έτσι να θεωρούνται απόδειξη πατριωτισμού μιας κυβέρνησης ή ενός κόμματος – πλην του κομμουνιστικού, το οποίο τις εψήφιζε κατά περίσταση. Οι πιο ένθερμοι πατριώτες, μάλιστα, υποστήριζαν ανέκαθεν ότι οι στρατιωτικές δαπάνες ήταν ανεπαρκείς... όσο για την αμάθεια, η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών δεν διέθετε στοιχειώδεις, έστω, οικονομικές γνώσεις, καμιά ενημέρωση για το βάρος των δαπανών και, κυρίως, ελάχιστη κριτική ικανότητα.
Οι πνευματικές και κυρίως οι πολιτικές αρχηγεσίες μας τηρούσαν άκρα σιωπή γύρω από αυτά τα θέματα. Οι εκάστοτε υπουργοί Παιδείας, και εμείς οι δάσκαλοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, σταθήκαμε ανίκανοι να θεραπεύσουμε κάπως την αμάθεια και την ακρισία των μαθητών και των φοιτητών...».
Αμάθεια και ακρισία
Το τελευταίο έχει κομβικό ρόλο στην ανάλυση του διαπρεπούς καθηγητή: «Στα δεκαπέντε τελευταία χρόνια η ανανέωση στελέχωσης όλων των ελληνικών κομμάτων ήταν συνεχής, ευρύτατη και ποιοτικώς θλιβερή.
Μισός αιώνας απαιδευσίας στα σχολεία και στα πανεπιστήμια είχε διαμορφώσει μια κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων χωρίς παιδεία και χωρίς κριτική σκέψη. Αυτοί κυρίως έστειλαν στη Βουλή τους ασήμαντους που επέλεγαν οι αρχηγοί των κομμάτων... Η ημιμάθεια και ακρισία των πολιτικών τάξεων, σε συνδυασμό με τη δημαγωγία όλων των κομμάτων, διαιώνιζαν τα σύνδρομα της γενικότερης κοινωνικής απαιδευσίας: την ξενοφοβία, την ευρωφοβία, την έλλειψη διαλόγου και την κλιμάκωση της βιαιότητας. Οι συνθήκες αυτές ενίσχυαν συνεχώς την ακροδεξιά· και αυτές κυρίως προεβίβασαν μια καρικατούρα του ναζισμού στη θέση του τρίτου κόμματος της χώρας, ευτελίζοντας τελείως ένα Κοινοβούλιο ήδη ευτελές και πριν από το 2009».
Ο Γ. Β. Δερτιλής το 1993 είχε προβλέψει όλα όσα ζούμε σήμερα. Εγραφε στην κατακλείδα του βιβλίου του «Ατελέσφοροι ή τελέσφοροι; Φόροι και εξουσία στη νεότερη Ελλάδα» (εκδ. Αλεξάνδρεια): «Το τίμημα που κατέβαλε η νεοελληνική δημοκρατία για τα 150 χρόνια της ζωής της ήταν βαρύ και πολυσύνθετο. Τίμημα πολιτικό: μια δημοκρατία που κατατρώγεται από τα καρκινώματα της δημαγωγίας και του λαϊκισμού. Τίμημα οικονομικό: φόροι ατελέσφοροι ένεκα ψηφοθηρίας, διοικητικές δαπάνες υπέρογκες λόγω πατρωνίας, στρατιωτικές δαπάνες αιματηρές χάριν σοβινιστικής πλειοδοσίας. Τίμημα πολιτισμικό: μια κοινωνία εκμαυλισμένη από τη δημαγωγική κολακεία και τη μυθοποίηση της υλικής αντιπαροχής, που βλέπει τις αξίες της να ανατρέπονται, την ιστορική της ταυτότητα να διαστρεβλώνεται και τον παραδοσιακό της πολιτισμό να χάνεται χωρίς στη θέση του να δημιουργείται νέος. Η αναστροφή της πορείας αυτής, είτε με αφύπνιση αρχίσει είτε με κοινωνική ρήξη ή με διεθνή επιπλοκή, θα είναι μακρά και επώδυνη...».
Σήμερα βρισκόμαστε σε αυτήν τη μακρά και επώδυνη φάση, που όμως δεν εγγυάται κατ’ ανάγκην αγαθή «αναστροφή» και αγαθή πορεία στη γνωστή από την Ιστορία σπείρα του ελληνικού έθνους.
«Η συνδυασμένη δυναμική οικονομικής κατάρρευσης, εμφύλιας διαμάχης, αντιπαλότητας με την Τουρκία και γεωπολιτικής αστάθειας στην περιοχή είναι θανάσιμη απειλή – για τη δημοκρατία στην Ελλάδα, για το μέλλον της Ευρώπης και για την ειρήνη. Αυτή όμως δεν είναι η μόνη δυνατή εξέλιξη της κρίσης που βιώνουμε...».
πηγή
Σχόλια