Oι διαγνωστικές εξετάσεις εξακολουθούν να είναι πολύ ακριβότερες απ’ ότι στην Σουηδία. Το πάρτυ συνεχίζεται, οι πολιτικά υπεύθυνοι ανταμείβονται απο την κυβέρνηση.

«Μαζί τα φάγαμε, εσείς θα την πληρώσετε»…

 

Πριν μερικές μέρες ένας Έλληνας γιατρός από τη Σουηδία κατήγγειλε (σύμφωνα με ρεπορτάζ της δημοσιογράφου κας Δ. Ευθυμιάδου), ότι σήμερα οι διαγνωστικές εξετάσεις εξακολουθούν να είναι πολύ ακριβότερες απ’ ότι στην (με τεράστια διαφορά μισθολογικά ακριβότερη) Σουηδία. Συγκρίνοντας με τη βοήθεια συνάδελφων του από τη χώρα αυτή (ημερομηνία σύγκρισης η 1/9/2014), τιμές απλών διαγνωστικών εξετάσεων βρήκε ότι η Γενική Αίματος (με αιμοπετάλια) είναι 1,5-2 φορές πιο ακριβή, η Ολική Χοληστερίνη 2-3 φορές πιο ακριβή, το PSA 5 φορές πιο ακριβό κ.λπ.
Τα στοιχεία αυτά παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον γιατί αφορούν προληπτικές και διαγνωστικές εξετάσεις, τις οποίες ο κ. Βορίδης (π.χ. το PSA), επέλεξε για να εφαρμόσει νέα ιατρικά πρωτόκολλα που περιορίζουν ηλικιακά και από πλευράς συχνότητας τη δυνατότητα ασφαλισμένων να αποζημιωθούν για τις εξετάσεις που αποφάσισε ο γιατρός τους για λόγους όντως προληπτικούς (ή για λόγους -με το αζημίωτο- αύξησης των εσόδων του).
Εξετάσεις όπως το ΠΑΠ τεστ, το PSA, η μαστογραφία κ.λπ. περιορίζονται σημαντικά, εν ονόματι του εξορθολογισμού και των διεθνών προτύπων.




Δεν είμαι επιστήμονας του τομέα της υγείας για να μπορώ να έχω άποψη για την κάθε εξέταση ξεχωριστά. Από την πενταετή όμως εμπειρία μου στην Επιτροπή Υγείας του Ευρωκοινοβουλίου μπορώ υπεύθυνα να σας πω ότι οι δαπάνες πραγματικής πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης διεθνώς (και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ), είναι δραματικά μικρότερες από τις ορθολογικά αναγκαίες προς όφελος των δαπανών νοσοκομειακής περίθαλψης και των φαρμακευτικών δαπανών. Παρ’ όλα αυτά η Πρόληψη ΔΕΝ προωθείται και ΔΕΝ οργανώνεται με συνέπεια σε Εθνικό επίπεδο, όπως θα όφειλε να κάνει κάθε Κυβέρνηση. Ο λόγος είναι προφανής και δεν έχει να κάνει μόνο με τις γνωστές τεράστιες οργανωτικές ανεπάρκειες της χώρας μας. Η ισχύς των λόμπυ των ισχυρών φαρμακευτικών και ιατρικών συμφερόντων, που προωθούν στο εσωτερικό των συστημάτων υγείας τις δικές τους δαπάνες, είναι παντού τεράστια, ενώ η πρόληψη (μέσω και της αλλαγής του τρόπου ζωής) και η έγκαιρη διάγνωση δεν διαθέτουν κανένα ανάλογης ισχύος λόμπυ. Αντίθετα, οι επιτυχημένες πολιτικές πρόληψης ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΥΝ ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ των δαπανών υγείας. Είναι ίσως κι’ αυτός ένας λόγος που δεν αναπτύσσονται όσο θα έπρεπε.
Ταυτόχρονα και τα ίδια τα σημερινά πρωτόκολλα δεν λαμβάνουν υπόψη τις δραματικές αλλαγές στις μεθόδους και δυνατότητες της διαγνωστικής τεχνολογίας. Τόσο τις γενετικές που πολύ σύντομα θα μας δώσει (μας δίνει ήδη σε μερικούς τομείς), τη δυνατότητα της εξατομικευμένης προληπτικής ιατρικής που θα υπολογίζει τις πιθανότητες εκδήλωσης κληρονομικών ασθενειών ανά ασθενή, αλλά και τις νέες τεχνολογικές δυνατότητες καθημερινής on line παρακολούθησης δεικτών της υγείας με μικροσυσκευές που θα φέρει ο ασφαλισμένος και έγκαιρης παρέμβασης πριν δημιουργηθεί η ανάγκη περίθαλψης.


Ένα σύστημα υγείας με όραμα για το μέλλον θα επένδυε στις νέες αυτές τεχνολογίες αναπτύσσοντας ένα ολοκληρωμένο εθνικό πρόγραμμα πρόληψης που θα αχρήστευε σε μεγάλο βαθμό τις καταχρηστικές εξετάσεις και στο πλαίσιο αυτό θα διαμόρφωνε ασφαλώς και πρωτόκολλα (αξιοποιώντας -με το βάρος όμως υπέρ της πρόληψης- και τα διεθνή πρότυπα) . Τι νόημα έχει στην Ελλάδα αυτή η συζήτηση όταν ο διοικητής του ΕΟΠΥΥ (μια από τις λαμπρές κυβερνητικές επιλογές για τον «εκσυγχρονισμό και τις μεταρρυθμίσεις»! δηλώνει ότι «προληπτικά δεν κάνουμε εξετάσεις μην τυχόν βρούμε κάτι…»), είναι άλλο θέμα!
Το κυριότερο όμως ερώτημα είναι γιατί η κυβέρνηση επιλέγει να μην κάνει κατά απόλυτη προτεραιότητα τις αναγκαίες παρεμβάσεις στο θέμα των τιμών των προσφερομένων υπηρεσιών που προφανώς προκύπτουν από τις παρατηρήσεις του εκ Σουηδίας Έλληνα γιατρού (και όχι μόνο); Η απάντηση είναι επίσης προφανής. Το 2011-12 είχα υποστηρίξει την πρόταση να δημιουργηθεί εξεταστική επιτροπή που να αναζητήσει ποιος είχε επωφεληθεί στο πολιτικό σύστημα και στο σύστημα υγείας, από το απίστευτο πάρτι το οποίο προηγήθηκε. Η πρόταση ήταν απλή και σαφής. Στις διαπιστωμένα πιο προκλητικές περιπτώσεις –όπου λόγω νεότερων τιμών που είναι 4-5-6-7-8 φορές μικρότερες από τις παλιές- το πάρτι είναι αυταπόδεικτο, να ελεγχθούν οι εμπλεκόμενες εταιρίες για να βρεθεί αν έχουν κάνει μη αιτιολογημένες πληρωμές. Τι λογικότερο. Κι όμως κανένα ΜΜΕ δεν ανέδειξε/υποστήριξε την σχετική πρόταση και βέβαια η τότε κυβέρνηση (δια του «μεταρρυθμιστή» κ. Λοβέρδου), αλλά και οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν την απέφυγαν όπως ο «διάβολος το λιβάνι».
Ο κ. Σαμαράς δήλωσε βέβαια στη ΔΕΘ ότι «δαπάνη της δημόσιας υγείας ήταν ανεξέλεγκτη! Και δεν πήγαινε σε "καλύτερη περίθαλψη". Πήγαινε σε περισσότερη σπατάλη από τα κυκλώματα των επιτήδειων. Που θησαύριζαν σε βάρος των φορολογουμένων και των ασφαλισμένων.»
Τι έκανε όμως στην πράξη; Αντί να αναζητήσει τα σχετικά κυκλώματα που χαίρουν άκρας υγείας, εις βάρος των καλών ανθρώπων του χώρου (υπάρχουν πάντα κι αυτοί και είναι πολλοί αλλά βρίσκονται στη σκοτεινή πλευρά του ελληνικού φεγγαριού), φρόντισε να ανταμείψει πολιτικά τον αντικειμενικά πολιτικά υπεύθυνο για όλα όσα υπεροψίμως ο ίδιος καταγγέλλει.
Η δημόσια δαπάνη για την υγεία στην Ελλάδα που το 2006 ήταν 10,7 δις ευρώ, το 2009 εκτοξεύτηκε στα 16,2 δις ευρώ. Στη διάρκεια της κορύφωσης του πάρτι υπουργός υγείας (εκ των μακροβιότερων, 2006-2009) ήταν ο κ. Δημήτρης Αβραμόπουλος. Ο οποίος ετοιμάζει ήδη τις αποσκευές του για να αναλάβει τη θέση του Επιτρόπου της χώρας στην ΕΕ.
Οι τιμές (αν και μειωμένες σε σχέση με το πάρτι) παραμένουν σε πολλές περιπτώσεις εξωφρενικές και οι απλοί ασφαλισμένοι με βάση το κυβερνητικό δόγμα «μαζί τα φάγαμε εσείς θα την πληρώσετε» βιώνουν τις περικοπές επί δικαίων και αδίκων…
πηγή(fb Σκυλακάκη)

Σχόλια