Για να προχωρήσει η χώρα θα πρέπει ή να χάσει γρήγορα τη δυναμική εξουσίας ο ΣΥΡΙΖΑ ή - επίσης γρήγορα - να γίνει κυβέρνηση...

Η τιμολόγηση του «πολιτικού κινδύνου»

Μήπως η σπηλιά που φοβόμαστε να μπούμε κρύβει τον θησαυρό που ψάχνουμε;

 


«Υπάρχουν πολύ λίγα τέρατα που δικαιολογούν τον φόβο που έχουμε γι' αυτά». Η συγκεκριμένη ρήση, που ανήκει στον γάλλο νομπελίστα συγγραφέα Αντρέ Ζιντ (1869-1951), αποτελεί μέτρο αναφοράς για πολλούς σύγχρονους επενδυτές. Ουσιαστικά δείχνει ότι πολλές φορές αξιολογούμε (τιμολογούμε) τον κίνδυνο πολύ πιο αυστηρά από ό,τι πρέπει...

Σήμερα που η Ελλάδα βλέπει πια την έξοδο από το Μνημόνιο, επιστρέφει με σίγουρα βήματα στις αγορές και επανέρχεται σταδιακά στην «κανονικότητα», οι στιγμές που έζησε η χώρα το 2012, οπότε βρέθηκε στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης, φαίνονται πολύ μακρινές. Το «τέρας» που όλοι φοβούνταν εκείνη την περίοδο ήταν το χρεοστάσιο από τη μη καταβολή των δόσεων των ΔΝΤ και ΕΕ, η κατάρρευση του πιστωτικού συστήματος της χώρας και η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ (Grexit). Το «τέρας» αυτό μπορεί να μη βρυχήθηκε ποτέ. Αλλά το άκουσμα και μόνο της άφιξής του λειτούργησε αφυπνιστικά για Ελληνες και Ευρωπαίους.

Η ελληνική οικονομία τους τελευταίους 24 μήνες έχει συντονιστεί απόλυτα με το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής της τρόικας. Ο,τι ζήτησαν ή υπέδειξαν ΔΝΤ, ΕΕ και ΕΚΤ στο μέτωπο των εργασιακών, των τραπεζών, των αποκρατικοποιήσεων, της απελευθέρωσης αγορών και υπηρεσιών, στη φορολογία, στα δημοσιονομικά, στο Ασφαλιστικό και στα ζητήματα κεφαλαιαγορών ακολουθήθηκε κατά γράμμα. Οι αλλαγές που επήλθαν οδήγησαν στη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος. Το κόστος δανεισμού του Δημοσίου μειώθηκε, το κόστος δανεισμού τραπεζών και επιχειρήσεων περιορίστηκε και οι πηγές άντλησης ρευστότητας για το ελληνικό οικονομικό σύστημα μερικώς αποκαταστάθηκαν.

Ολοι οι αναλυτές συμφωνούν σήμερα ότι η πλήρης επιστροφή της Ελλάδας στην «κανονικότητα» επιβάλλει να ρυθμιστούν τέσσερα ζητήματα. 1) Να «ελαφρυνθεί» το ελληνικό χρέος ώστε να δημιουργηθούν οι απαραίτητες συνθήκες ανάπτυξης και δημοσιονομικής επέκτασης. 2) Να αποτιμηθούν πλήρως οι κεφαλαιακές ανάγκες των ελληνικών τραπεζών και να διασφαλιστεί ότι είναι σε θέση να διαχειριστούν μελλοντικούς κινδύνους. 3) Να απεμπλακεί η Ελλάδα από τη φυσική εποπτεία των δανειστών. 4) Να αναβαθμιστεί το αξιόχρεο της χώρας στη βάση των δημοσιονομικών επιτευγμάτων της, ώστε να αυξηθούν περαιτέρω τα επίπεδα ρευστότητας.

Ωστόσο, κατά τους αναλυτές, μοναδική προϋπόθεση για όλα τα παραπάνω είναι να υπάρχει σταθερή πολιτική κατάσταση και διαρκής διακυβέρνηση της χώρας. Η αβεβαιότητα για την ύπαρξη αυτής της σταθερότητας χαρακτηρίζεται «πολιτικό ρίσκο» (political risk). Αυτές δε οι δύο λέξεις εμπεριέχονται σε κάθε ανάλυση οίκου αξιολόγησης, επενδυτικής τράπεζας και χρηματιστηριακής φίρμας για την ελληνική οικονομία τα τελευταία τρία και πλέον έτη.

Καθώς η αυξημένη μεταβλητότητα των χρηματοοικονομικών αγορών διεθνώς καθιστά επιτακτική την ανάλυση και αξιολόγηση των χρηματοοικονομικών κινδύνων στους οποίους εκτίθενται επιχειρήσεις, οργανισμοί και επενδυτές, η ελαχιστοποίηση όλων των αβεβαιοτήτων και ειδικά του πολιτικού κινδύνου αποτελεί για κάθε μεγάλο επενδυτή απαραίτητη συνθήκη. Κυρίως για τους σοβαρούς επενδυτές. Πιο απλά, κανείς δεν βάζει τα χρήματά του σε μια επένδυση όταν γνωρίζει ότι οι όροι και οι παραδοχές υπό τις οποίες επενδύει θα μεταβληθούν (αργά ή γρήγορα).

Θα μπορούσε κανείς να πει πως στην ελληνική περίπτωση το «πολιτικό ρίσκο» έχει ταυτιστεί με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Αλλά για να εξαλειφθεί η αβεβαιότητα γύρω από το ρίσκο αυτό υπάρχουν δύο επιλογές. Είτε να απολέσει τη δυναμική του το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να χάσει κάθε προοπτική άσκησης της εξουσίας είτε να αναλάβει την εξουσία το ταχύτερο δυνατόν. Στη δεύτερη περίπτωση, οι αγορές θα μπορέσουν να αποτιμήσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τον «πολιτικό κίνδυνο» ΣΥΡΙΖΑ, όπως αντίστοιχα έγινε και τον Ιούνιο του 2012, με την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Αντώνη Σαμαρά.

Ο Γουόρεν Μπάφετ υποστηρίζει ότι «το ρίσκο προέρχεται από το να μην ξέρεις τι κάνεις». Υπό την έννοια αυτή, μια μελλοντική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα καθιστούσε γνωστά όλα τα άγνωστα σήμερα δεδομένα για τους επενδυτές και θα μείωνε το ρίσκο. Ανεξάρτητα από το αν θα ασκούσε πολιτικές θελκτικές ή μη σε αυτούς, χρήσιμες ή καταστροφικές για τον τόπο, τουλάχιστον θα γνώριζαν επιτέλους ποια είναι τα χαρακτηριστικά και οι τελικές επιλογές μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
πηγή

Σχόλια