Το κυπριακό στο νέο γεωστρατηγικό χάρτη της περιοχής. Είναι πιθανό τα κυπριακά κοιτάσματα να είναι υπερπολλαπλάσια των γνωστοποιημένων;
ΑΝΑΛΥΣΗ: Το κυπριακό στο νέο γεωστρατηγικό χάρτη της περιοχής
Οι σημαντικές ανακατατάξεις που σημειώνονται τον τελευταίο χρόνο στις σχέσεις ΗΠΑ – Κύπρου, ενώ έχουν προωθήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα διμερή ζητήματα, ακόμη δεν έχουν επιφέρει απτά αποτελέσματα στο κυπριακό. Για παράδειγμα, από πέρυσι το Μάιο είχαμε πολλαπλές διμερούς χαρακτήρα επισκέψεις μελών της κυπριακής κυβέρνησης (Εξωτερικών, Ενέργειας, υφυπουργός παρά τω Προέδρω, Οικονομικών, συνάντηση Αναστασιάδη Μπάιντεν), με αποκορύφωμα την ιστορική επίσκεψη του αντιπροέδρου των ΗΠΑ στην Κύπρο και την αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως σημαντικού στρατηγικού εταίρου της Ουάσιγκτον. Ωστόσο, αν και οι αμερικανικές θέσεις στο κυπριακό βελτιωθεί σημαντικά και σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει συμφωνία με τη Λευκωσία – όπως για τα ΜΟΕ και το Βαρώσι – δεν είναι ακόμη ορατή ουδεμία ουσιαστική παρέμβαση της Ουάσιγκτον προς την Αγκυρα, με στόχο τη μετακίνηση της τουρκικής ηγεσίας και άσκηση πιέσεων προς τον Ερογλου. Κι όλα αυτά όταν το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου συνεδριάζει σχεδόν μία φορά την εβδομάδα για θέματα που σχετίζονται με την Τουρκία. Τις περισσότερες φορές μάλιστα άμεσα.
Αν κι έχει αρκετές φορές λεχθεί στο παρελθόν – τις περισσότερες φορές ακαδημαϊκά και μάλιστα μόνο από Ελλαδίτες και Κύπριους– ότι το κυπριακό πλέον αποτελεί ένα πολύ μικρό κεφάλαιο (ας πούμε το δένδρο) σ’ ένα δάσος πολυποίκιλων συμφερόντων, ανταγωνισμών και προβλημάτων που ξεκινά από το Ιράκ και την Αίγυπτο και καταλήγει στην Ουκρανία, αυτή τη φορά υπάρχουν ισχυρότατες ενδείξεις ότι τρεις από τις χώρες στην περιοχή, το Ισραήλ, η Κύπρος και η Τουρκία διαδραματίζουν κομβικό ρόλο για τα συμφέροντα της Δύσης. Ως αποτέλεσμα, καθώς η Τουρκία καλύπτει εδαφικά μεγάλο μέρους αυτού του «δάσους», για να προστατεύσει τα ίδια της τα συμφέροντα και να καταφέρει να παίξει το ρόλο που θέλει γι’ αυτή η Δύση, είναι αναγκασμένη να επαναπροσδιορίσει όλους της τους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς, ξεκινώντας με την καταστροφή στην πυρά του βιβλίου του Αχμέτ Νταβούτογλου «Στρατηγικό Βάθος», καθώς το δόγμα που πρόβαλε έχει ξεπεραστεί.
ΠΕΡΙΚΥΚΛΩΜΕΝΗ ΤΟΥΡΚΙΑ
Κατ’ ακρίβεια η Ουάσιγκτον είναι πλήρως πεπεισμένη ότι το δόγμα Νταβούτογλου («μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες» το αποκαλούσαν, αλλά στην πραγματικότητα ήταν η στρατηγική μιας περιφερειακής υπερδύναμης με βλέψεις προς Ανατολάς) έχει προ πολλού εγκαταλειφθεί, απλά αυτή τη στιγμή η Αγκυρα είναι σε αδυναμία να συμμαζέψει τα προβλήματα που η πολιτική της αυτή άνοιξε, στη Συρία, το Ιράκ, τον Αραβικό κόσμο/Ισραήλ). Ετσι, από το Σεπτέμβριο που εγκαταλείφθηκε η υποστηριζόμενη από την Τουρκία προσέγγιση στην αντιμετώπιση της Συρίας, η αμερικανική κυβέρνηση αναλώνει πολύ χρόνο σε μία προσπάθεια να πείσει την Τουρκία, σε ποιες περιοχές θα πρέπει να στρέψει την προσοχή της. Ενώ αντί να μειωθούν τα προβλήματα για την Αγκυρα πολλαπλασιάστηκαν, μετά το ξέσπασμα της κρίσης στην Ουκρανία.
Μία σύντομη καταγραφή της γεωπολιτικής κατάστασης, εξ Ανατολών προς δυσμάς δείχνει:
Πρώτον, η τουρκική πολιτική (δυτική κατ’ ακρίβεια) στη Συρία κατέρρευσε κι οι ελπίδες για οποιαδήποτε αλλαγή στη χώρα αυτή εκτός Ρωσικής επιρροής έχουν εξανεμιστεί. Παράλληλα ο τεράστιος αριθμός προσφύγων εντός τουρκικού εδάφους δημιουργεί θέμα ασφάλειας για την Τουρκία, η οποία πρέπει πλέον να διατηρεί εκεί αυξημένο αριθμό στρατευμάτων.
Δεύτερον, οι εξελίξεις στο Ιράκ οδηγούν ραγδαία σε τεράστια κρίση, με την Ουάσιγκτον να πίστευε μόλις πριν λίγες μέρες πως σε λιγότερα από τρία χρόνια η χώρα θα οδηγηθεί αναπόφευκτα σε διαμελισμό. Τώρα με την προέλαση του ISIL το ΝΑΤΟ έχει τεθεί σε συναγερμό. Αν και το κουρδικό κράτος που συνορεύει με την Τουρκία είναι η πλέον προβλεπτή κι ελεγχόμενη από τους αμερικανούς οντότητα, ουδείς γνωρίζει τι επίδραση θα έχει ως ανεξάρτητο στους κουρδικούς πληθυσμούς.
Αυτό επηρεάζει και τους σχεδιασμούς έναντι του Ιράν, καθώς είναι αβέβαιο πως θα δημιουργηθεί ένα αμιγώς σιϊτικό κράτος μέσα στο Ιράκ.
Τρίτον, η αποτυχία της Τουρκίας να επιλύσει τις διαφορές της με την Αρμενία, παρατείνει την παρουσία μεγάλου αριθμού Ρωσικών στρατευμάτων στη χώρα αυτή, κάτι που ενοχλεί τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ κι αυξάνει τις πιέσεις της συμμαχίας προς την Αγκυρα, ή να διευθετήσει το θέμα, ή να κάνει κινήσεις για να καλύψει τα νώτα της συμμαχίας.
Τέταρτον, η κακή σχέση με το Ισραήλ έχει επίσης ανατρέψει τους αμερικανικούς σχεδιασμούς στην περιοχή, αφού πλέον η στρατιωτική συνεργασία με την Τουρκία έχει κατά πολύ μειωθεί σε σύγκριση με το παρελθόν.
Πέμπτον, η κρίση στην Ουκρανία κι η κατάληψη της Κριμαίας, έχει ανατρέψει όλες τις ισορροπίες στη Μαύρη Θάλασσα, η οποία έχει σχεδόν μετατραπεί σε ρωσική λίμνη, προκαλώντας τεράστιες ανησυχίες στη συμμαχία.
Οι ΗΠΑ κι άλλες μεγάλες δυνάμεις της ατλαντικής συμμαχίας βλέπουν ότι είναι καιρός η Αγκυρα να επιστρέψει στην παλαιότερη ενταξιακή της πορεία προς την Ε.Ε. Κάποιοι φτάνουν στο σημείο να αναρωτούνται, ποιο το κέρδος για την Τουρκία να διατηρεί 40.000 στρατού στην Κύπρο, όταν κινδυνεύει να χάσει τη Μαύρη Θάλασσα από τη Ρωσία και να μην είναι σε θέση να ανταποκριθεί πλήρως στις υποχρεώσεις της προς το ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με ενδείξεις τα μηνύματα αυτά έχουν αρχίσει να στέλνονται στην Αγκυρα, είναι όμως δύσκολο να πει κανείς αν έχουν αφομοιωθεί πλήρως. Βέβαια στις Βρυξέλλες έχει γίνει αντιληπτή μία αναζωπύρωση του τουρκικού ενδιαφέροντος για την ενταξιακή διαδικασία. Το σίγουρο είναι πάντως ότι μέχρι να ολοκληρωθεί η εκλογική διαδικασία στην Τουρκία, είναι δύσκολο να υπάρξουν ξεκάθαρες κινήσεις.
Ένα έκτο χωριστό πρόβλημα για την Τουρκία είναι οι αυξημένες ενεργειακές της ανάγκες, που αυτή τη στιγμή καλύπτονται κατά το μεγαλύτερο μέρος από τη Ρωσία, ένα μέρος από το Αζερμπαϊτζάν κι άλλο ένα από Ιράκ και Ιράν. Το πέρασμα αγωγών μεταφοράς αερίου μέσω Τουρκίας θα αυξήσει τα έσοδα της χώρας, ωστόσο η εξασφάλιση φτηνής ενέργειας απασχολεί σοβαρά τα τελευταία χρόνια την τουρκική ηγεσία.
ΤΑ ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Οι μετά την επίσκεψη στην Κύπρο του αντιπροέδρου Μπάιντεν συζητήσεις για το ενεργειακό, συμπεριλαμβανομένης και της πιθανότητας σύμπραξης Κύπρου – Ισραήλ για προμήθεια της Αιγύπτου με φυσικό αέριο από τα κοιτάσματα των δύο χωρών, γεννά αμέσως ένα εύλογο ερώτημα: Αν τα κοιτάσματα είναι της τάξης των ανακοινωθέντων από Nobel/Delek προς τι η τεράστια κινητοποίηση;
Χωρίς να διαθέτουμε συγκεκριμένη απόδειξη περί τούτου, στη βάση και μόνο κάποιων συζητήσεων με αναλυτές, ακόμη και κυβερνητικούς αξιωματούχους, φαίνεται πως τα κοιτάσματα της κυπριακής ΑΟΖ είναι υπερπολλαπλάσια των γνωστοποιημένων αριθμών. Γι’ αυτό έρχονται στην Κύπρο παγκόσμιοι γίγαντες του χώρου των κατασκευών, με στόχο να τη χρησιμοποιήσουν ως βάση για την περιοχή. Ωστόσο έχει αρχίσει να ακούγεται έντονα πως αν αποδειχθεί ότι τα κοιτάσματα είναι πολύ μεγαλύτερα, για την εκμετάλλευσή τους θα απαιτηθεί μία επένδυση της τάξης των 10-20 δισεκατομμυρίων δολαρίων κι οι εταιρείες αυτές σπεύδουν από τώρα να δημιουργήσουν βάση στην Κύπρο, με στόχο να αποκτήσουν πλεονέκτημα.
Αν αποδειχθεί ότι υπάρχουν τόσο μεγάλα κοιτάσματα, δημιουργείται μία επιπρόσθετη ανάγκη, αυτή της ασφάλειας. Η οποία λόγω μεγέθους θα ξεπερνά και την ασφάλεια που προσφέρει μία συνεργασία Κύπρου – Ισραήλ. Θα απαιτηθεί η ένταξη της Κύπρου σε μία ευρύτερη αμυντική ομπρέλα προστασίας, την οποία αν δεν μπορούν να προσφέρουν οι ευρω-ατλαντικοί θεσμοί (χωρίς λύση η Τουρκία θα το μπλοκάρει), εξ ανάγκης θα είναι υποχρεωμένη να την παράσχει η Αμερική, για την προστασία «μεγάλων στρατηγικών της συμφερόντων». Ισως γι’ αυτό οι Αμερικανοί δηλώνουν ότι «με ή χωρίς λύση του κυπριακού» η Κύπρος είναι στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ. Γιατί η ενέργεια αποτελεί μείζον στρατηγικό συμφέρον των ΗΠΑ.
Η ύπαρξη επίσης μεγάλων κυπριακών ενεργειακών κοιτασμάτων ανοίγει ακόμη μία δυνατότητα που σίγουρα στην κατάλληλη στιγμή θα μπει στο τραπέζι. Την προμήθεια φτηνής ενέργειας στην Τουρκία, ως κόστος για μια δικαιότερη λύση.
ΣΤΑΣΗ ΑΝΑΜΟΝΗΣ
Αν αυτό το γεωστρατηγικό «δάσος» που καλύπτει τρεις ηπείρους, πολλές χώρες και πολλές θάλασσες αποδειχθεί ότι όντως είναι πραγματικό κι όχι «παραμυθένιο», οι εξελίξεις θα πρέπει να αρχίσουν να ξεδιπλώνοντας ραγδαία, από τα μέσα του 2015 και μετά. Μέχρι τότε, αν όντως η Τουρκία αποφασίσει να επιλέξει τη Δύση, θα χρειαστεί το ξεπάγωμα των ενταξιακών της κεφαλαίων, άρα θα συμφωνήσει και στο πακέτο των ΜΟΕ όπου προεξάρχει το Βαρώσι. Κι εδώ, πέραν ενός αναβαθμισμένου Ευρωπαϊκού ρόλου (ο οποίος θα συνεχιστεί και στη διαπραγματευτική διαδικασία του κυπριακού), θα χρειαστεί κι η ενισχυμένη εμπλοκή της Ουάσιγκτον, που για την ώρα κάνει ασκήσεις επί χάρτου και τοποθετεί τα πιόνια στη σκακιέρα σε θέση μάχης. Ισως για τους λόγους αυτούς λίγη σημασία δίδεται από τη διεθνή κοινότητα στις κορώνες του Ερογλου για χρονοδιαγράμματα. Τα μόνα χρονοδιαγράμματα που έχουν σημασία είναι αυτά των εταιρειών ενέργειας που δουλεύουν στην κυπριακή και ισραηλιτική ΑΟΖ.
πηγή
Οι σημαντικές ανακατατάξεις που σημειώνονται τον τελευταίο χρόνο στις σχέσεις ΗΠΑ – Κύπρου, ενώ έχουν προωθήσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα διμερή ζητήματα, ακόμη δεν έχουν επιφέρει απτά αποτελέσματα στο κυπριακό. Για παράδειγμα, από πέρυσι το Μάιο είχαμε πολλαπλές διμερούς χαρακτήρα επισκέψεις μελών της κυπριακής κυβέρνησης (Εξωτερικών, Ενέργειας, υφυπουργός παρά τω Προέδρω, Οικονομικών, συνάντηση Αναστασιάδη Μπάιντεν), με αποκορύφωμα την ιστορική επίσκεψη του αντιπροέδρου των ΗΠΑ στην Κύπρο και την αναβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως σημαντικού στρατηγικού εταίρου της Ουάσιγκτον. Ωστόσο, αν και οι αμερικανικές θέσεις στο κυπριακό βελτιωθεί σημαντικά και σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει συμφωνία με τη Λευκωσία – όπως για τα ΜΟΕ και το Βαρώσι – δεν είναι ακόμη ορατή ουδεμία ουσιαστική παρέμβαση της Ουάσιγκτον προς την Αγκυρα, με στόχο τη μετακίνηση της τουρκικής ηγεσίας και άσκηση πιέσεων προς τον Ερογλου. Κι όλα αυτά όταν το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου συνεδριάζει σχεδόν μία φορά την εβδομάδα για θέματα που σχετίζονται με την Τουρκία. Τις περισσότερες φορές μάλιστα άμεσα.
Αν κι έχει αρκετές φορές λεχθεί στο παρελθόν – τις περισσότερες φορές ακαδημαϊκά και μάλιστα μόνο από Ελλαδίτες και Κύπριους– ότι το κυπριακό πλέον αποτελεί ένα πολύ μικρό κεφάλαιο (ας πούμε το δένδρο) σ’ ένα δάσος πολυποίκιλων συμφερόντων, ανταγωνισμών και προβλημάτων που ξεκινά από το Ιράκ και την Αίγυπτο και καταλήγει στην Ουκρανία, αυτή τη φορά υπάρχουν ισχυρότατες ενδείξεις ότι τρεις από τις χώρες στην περιοχή, το Ισραήλ, η Κύπρος και η Τουρκία διαδραματίζουν κομβικό ρόλο για τα συμφέροντα της Δύσης. Ως αποτέλεσμα, καθώς η Τουρκία καλύπτει εδαφικά μεγάλο μέρους αυτού του «δάσους», για να προστατεύσει τα ίδια της τα συμφέροντα και να καταφέρει να παίξει το ρόλο που θέλει γι’ αυτή η Δύση, είναι αναγκασμένη να επαναπροσδιορίσει όλους της τους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς, ξεκινώντας με την καταστροφή στην πυρά του βιβλίου του Αχμέτ Νταβούτογλου «Στρατηγικό Βάθος», καθώς το δόγμα που πρόβαλε έχει ξεπεραστεί.
ΠΕΡΙΚΥΚΛΩΜΕΝΗ ΤΟΥΡΚΙΑ
Κατ’ ακρίβεια η Ουάσιγκτον είναι πλήρως πεπεισμένη ότι το δόγμα Νταβούτογλου («μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες» το αποκαλούσαν, αλλά στην πραγματικότητα ήταν η στρατηγική μιας περιφερειακής υπερδύναμης με βλέψεις προς Ανατολάς) έχει προ πολλού εγκαταλειφθεί, απλά αυτή τη στιγμή η Αγκυρα είναι σε αδυναμία να συμμαζέψει τα προβλήματα που η πολιτική της αυτή άνοιξε, στη Συρία, το Ιράκ, τον Αραβικό κόσμο/Ισραήλ). Ετσι, από το Σεπτέμβριο που εγκαταλείφθηκε η υποστηριζόμενη από την Τουρκία προσέγγιση στην αντιμετώπιση της Συρίας, η αμερικανική κυβέρνηση αναλώνει πολύ χρόνο σε μία προσπάθεια να πείσει την Τουρκία, σε ποιες περιοχές θα πρέπει να στρέψει την προσοχή της. Ενώ αντί να μειωθούν τα προβλήματα για την Αγκυρα πολλαπλασιάστηκαν, μετά το ξέσπασμα της κρίσης στην Ουκρανία.
Μία σύντομη καταγραφή της γεωπολιτικής κατάστασης, εξ Ανατολών προς δυσμάς δείχνει:
Πρώτον, η τουρκική πολιτική (δυτική κατ’ ακρίβεια) στη Συρία κατέρρευσε κι οι ελπίδες για οποιαδήποτε αλλαγή στη χώρα αυτή εκτός Ρωσικής επιρροής έχουν εξανεμιστεί. Παράλληλα ο τεράστιος αριθμός προσφύγων εντός τουρκικού εδάφους δημιουργεί θέμα ασφάλειας για την Τουρκία, η οποία πρέπει πλέον να διατηρεί εκεί αυξημένο αριθμό στρατευμάτων.
Δεύτερον, οι εξελίξεις στο Ιράκ οδηγούν ραγδαία σε τεράστια κρίση, με την Ουάσιγκτον να πίστευε μόλις πριν λίγες μέρες πως σε λιγότερα από τρία χρόνια η χώρα θα οδηγηθεί αναπόφευκτα σε διαμελισμό. Τώρα με την προέλαση του ISIL το ΝΑΤΟ έχει τεθεί σε συναγερμό. Αν και το κουρδικό κράτος που συνορεύει με την Τουρκία είναι η πλέον προβλεπτή κι ελεγχόμενη από τους αμερικανούς οντότητα, ουδείς γνωρίζει τι επίδραση θα έχει ως ανεξάρτητο στους κουρδικούς πληθυσμούς.
Αυτό επηρεάζει και τους σχεδιασμούς έναντι του Ιράν, καθώς είναι αβέβαιο πως θα δημιουργηθεί ένα αμιγώς σιϊτικό κράτος μέσα στο Ιράκ.
Τρίτον, η αποτυχία της Τουρκίας να επιλύσει τις διαφορές της με την Αρμενία, παρατείνει την παρουσία μεγάλου αριθμού Ρωσικών στρατευμάτων στη χώρα αυτή, κάτι που ενοχλεί τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ κι αυξάνει τις πιέσεις της συμμαχίας προς την Αγκυρα, ή να διευθετήσει το θέμα, ή να κάνει κινήσεις για να καλύψει τα νώτα της συμμαχίας.
Τέταρτον, η κακή σχέση με το Ισραήλ έχει επίσης ανατρέψει τους αμερικανικούς σχεδιασμούς στην περιοχή, αφού πλέον η στρατιωτική συνεργασία με την Τουρκία έχει κατά πολύ μειωθεί σε σύγκριση με το παρελθόν.
Πέμπτον, η κρίση στην Ουκρανία κι η κατάληψη της Κριμαίας, έχει ανατρέψει όλες τις ισορροπίες στη Μαύρη Θάλασσα, η οποία έχει σχεδόν μετατραπεί σε ρωσική λίμνη, προκαλώντας τεράστιες ανησυχίες στη συμμαχία.
Οι ΗΠΑ κι άλλες μεγάλες δυνάμεις της ατλαντικής συμμαχίας βλέπουν ότι είναι καιρός η Αγκυρα να επιστρέψει στην παλαιότερη ενταξιακή της πορεία προς την Ε.Ε. Κάποιοι φτάνουν στο σημείο να αναρωτούνται, ποιο το κέρδος για την Τουρκία να διατηρεί 40.000 στρατού στην Κύπρο, όταν κινδυνεύει να χάσει τη Μαύρη Θάλασσα από τη Ρωσία και να μην είναι σε θέση να ανταποκριθεί πλήρως στις υποχρεώσεις της προς το ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με ενδείξεις τα μηνύματα αυτά έχουν αρχίσει να στέλνονται στην Αγκυρα, είναι όμως δύσκολο να πει κανείς αν έχουν αφομοιωθεί πλήρως. Βέβαια στις Βρυξέλλες έχει γίνει αντιληπτή μία αναζωπύρωση του τουρκικού ενδιαφέροντος για την ενταξιακή διαδικασία. Το σίγουρο είναι πάντως ότι μέχρι να ολοκληρωθεί η εκλογική διαδικασία στην Τουρκία, είναι δύσκολο να υπάρξουν ξεκάθαρες κινήσεις.
Ένα έκτο χωριστό πρόβλημα για την Τουρκία είναι οι αυξημένες ενεργειακές της ανάγκες, που αυτή τη στιγμή καλύπτονται κατά το μεγαλύτερο μέρος από τη Ρωσία, ένα μέρος από το Αζερμπαϊτζάν κι άλλο ένα από Ιράκ και Ιράν. Το πέρασμα αγωγών μεταφοράς αερίου μέσω Τουρκίας θα αυξήσει τα έσοδα της χώρας, ωστόσο η εξασφάλιση φτηνής ενέργειας απασχολεί σοβαρά τα τελευταία χρόνια την τουρκική ηγεσία.
ΤΑ ΚΟΙΤΑΣΜΑΤΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Οι μετά την επίσκεψη στην Κύπρο του αντιπροέδρου Μπάιντεν συζητήσεις για το ενεργειακό, συμπεριλαμβανομένης και της πιθανότητας σύμπραξης Κύπρου – Ισραήλ για προμήθεια της Αιγύπτου με φυσικό αέριο από τα κοιτάσματα των δύο χωρών, γεννά αμέσως ένα εύλογο ερώτημα: Αν τα κοιτάσματα είναι της τάξης των ανακοινωθέντων από Nobel/Delek προς τι η τεράστια κινητοποίηση;
Χωρίς να διαθέτουμε συγκεκριμένη απόδειξη περί τούτου, στη βάση και μόνο κάποιων συζητήσεων με αναλυτές, ακόμη και κυβερνητικούς αξιωματούχους, φαίνεται πως τα κοιτάσματα της κυπριακής ΑΟΖ είναι υπερπολλαπλάσια των γνωστοποιημένων αριθμών. Γι’ αυτό έρχονται στην Κύπρο παγκόσμιοι γίγαντες του χώρου των κατασκευών, με στόχο να τη χρησιμοποιήσουν ως βάση για την περιοχή. Ωστόσο έχει αρχίσει να ακούγεται έντονα πως αν αποδειχθεί ότι τα κοιτάσματα είναι πολύ μεγαλύτερα, για την εκμετάλλευσή τους θα απαιτηθεί μία επένδυση της τάξης των 10-20 δισεκατομμυρίων δολαρίων κι οι εταιρείες αυτές σπεύδουν από τώρα να δημιουργήσουν βάση στην Κύπρο, με στόχο να αποκτήσουν πλεονέκτημα.
Αν αποδειχθεί ότι υπάρχουν τόσο μεγάλα κοιτάσματα, δημιουργείται μία επιπρόσθετη ανάγκη, αυτή της ασφάλειας. Η οποία λόγω μεγέθους θα ξεπερνά και την ασφάλεια που προσφέρει μία συνεργασία Κύπρου – Ισραήλ. Θα απαιτηθεί η ένταξη της Κύπρου σε μία ευρύτερη αμυντική ομπρέλα προστασίας, την οποία αν δεν μπορούν να προσφέρουν οι ευρω-ατλαντικοί θεσμοί (χωρίς λύση η Τουρκία θα το μπλοκάρει), εξ ανάγκης θα είναι υποχρεωμένη να την παράσχει η Αμερική, για την προστασία «μεγάλων στρατηγικών της συμφερόντων». Ισως γι’ αυτό οι Αμερικανοί δηλώνουν ότι «με ή χωρίς λύση του κυπριακού» η Κύπρος είναι στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ. Γιατί η ενέργεια αποτελεί μείζον στρατηγικό συμφέρον των ΗΠΑ.
Η ύπαρξη επίσης μεγάλων κυπριακών ενεργειακών κοιτασμάτων ανοίγει ακόμη μία δυνατότητα που σίγουρα στην κατάλληλη στιγμή θα μπει στο τραπέζι. Την προμήθεια φτηνής ενέργειας στην Τουρκία, ως κόστος για μια δικαιότερη λύση.
ΣΤΑΣΗ ΑΝΑΜΟΝΗΣ
Αν αυτό το γεωστρατηγικό «δάσος» που καλύπτει τρεις ηπείρους, πολλές χώρες και πολλές θάλασσες αποδειχθεί ότι όντως είναι πραγματικό κι όχι «παραμυθένιο», οι εξελίξεις θα πρέπει να αρχίσουν να ξεδιπλώνοντας ραγδαία, από τα μέσα του 2015 και μετά. Μέχρι τότε, αν όντως η Τουρκία αποφασίσει να επιλέξει τη Δύση, θα χρειαστεί το ξεπάγωμα των ενταξιακών της κεφαλαίων, άρα θα συμφωνήσει και στο πακέτο των ΜΟΕ όπου προεξάρχει το Βαρώσι. Κι εδώ, πέραν ενός αναβαθμισμένου Ευρωπαϊκού ρόλου (ο οποίος θα συνεχιστεί και στη διαπραγματευτική διαδικασία του κυπριακού), θα χρειαστεί κι η ενισχυμένη εμπλοκή της Ουάσιγκτον, που για την ώρα κάνει ασκήσεις επί χάρτου και τοποθετεί τα πιόνια στη σκακιέρα σε θέση μάχης. Ισως για τους λόγους αυτούς λίγη σημασία δίδεται από τη διεθνή κοινότητα στις κορώνες του Ερογλου για χρονοδιαγράμματα. Τα μόνα χρονοδιαγράμματα που έχουν σημασία είναι αυτά των εταιρειών ενέργειας που δουλεύουν στην κυπριακή και ισραηλιτική ΑΟΖ.
πηγή
Σχόλια