WSJ: Τελευταία ευκαιρία για Ελλάδα και οι δανειστές είναι δύσπιστοι. Είναι δύσκολο να ξεχαστεί η διετής «λαϊκίστικη» εκστρατεία του Σαμαρά κατά των όρων της διάσωσης.
WSJ: Η τελευταία ευκαιρία της Ελλάδας
Μπορεί η Ελλάδα να έχει επιχειρήματα ώστε να πείσει την τρόικα να χαλαρώσει τη στάση της, ωστόσο οι δανειστές παραμένουν δύσπιστοι. Οι πολιτικές πιέσεις, οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και η τελευταία ευκαιρία για την Ελλάδα.
Σε όλη την Ευρώπη επικρατεί πλέον η άποψη ότι η απόφαση να επιτραπεί στην Ελλάδα να ενταχθεί στο ευρώ ήταν λάθος, γράφει η Wall Street Journal. Η ειρωνεία είναι πως στην Ελλάδα δεν συμφωνούν. Ακόμα και μετά από έξι χρόνια ύφεσης, μετά από μείωση 26% του ΑΕΠ και αύξησης της ανεργίας στο 27%, η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί την συμμετοχή στην ευρωζώνη εκ των ων ουκ άνευ, ενώ το 69% των Ελλήνων στηρίζει το ευρώ, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του Pew Research Center.
Σύμφωνα με το άρθρο της εφημερίδας, αυτό ίσως να μην αποτελεί έκπληξη. Η κρίση δεν ήρθε από το πουθενά. Η Ελλάδα έχασε πολλές ευκαιρίες κατά την πάροδο πολλών δεκαετιών να διορθώσει το «χαλασμένο» πολιτικό και οικονομικό μοντέλο της, που στηρίζονταν στην ρουσφετολογία, την διαφθορά, την γραφειοκρατία και τον υπερβολικό δανεισμό: μετά την ανατροπή της χούντας την δεκαετία του 1970, όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση την δεκαετία του 1980, αλλά και όταν προετοιμάζονταν για να ενταχθεί στην ευρωζώνη στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Η τρέχουσα κρίση μπορεί να είναι η τελευταία ευκαιρία για την Ελλάδα να γίνει ένα αποτελεσματικό, σύγχρονο κράτος, σημειώνει η εφημερίδα.
Η ικανότητα και η θέληση της Ελλάδας να κάνει αυτή την μετάβαση θα τεθεί και πάλι σε δοκιμασία από σήμερα, με την έλευση της τρόικας για την πολυαναμενόμενη επιθεώρηση της προόδου που έχει κάνει η χώρα στο πλαίσιο του προγράμματος διάσωσής της. Ο χρόνος που έχει η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να συμφωνήσει με την τρόικα για την κάλυψη της προβλεπόμενης αστοχίας των €500 εκατ.-€2 δισ. στον προϋπολογισμό του 2014, εξαντλείται. Την ίδια ώρα, πρέπει επίσης να συμφωνήσει σε περαιτέρω περικοπές για τα επόμενα δυο χρόνια, που θα παίξουν ρόλο στον καθορισμό του πως η ευρωζώνη σχεδιάζει να καλύψει το δημοσιονομικό κενό της Ελλάδας το 2015-2016, που εκτιμάται στα 10 δισ. ευρώ.
Η Αθήνα, επισημαίνει η WSJ, πιστεύει πως έχει ισχυρά επιχειρήματα ώστε να υπάρχει κάποια χαλάρωση από την πλευρά της τρόικας. Για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης, οι οικονομικές προβλέψεις για την Ελλάδα αναθεωρούνται προς το καλύτερο: η οικονομία της χώρας αναμένεται να συρρικνωθεί κατά λιγότερο από 4% φέτος (έναντι του 4,2% που προέβλεπε τον Ιούνιο το ΔΝΤ), ενώ ορισμένοι προβλέπουν επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη το 2014.
Επίσης, η κυβέρνηση είναι αισιόδοξη ότι θα εμφανίσει μικρό πρωτογενές πλεόνασμα φέτος, έναντι του ελλείμματος 15% που είχε εμφανίσει το 2008. Παράλληλα, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών έχει πλέον εξαλειφθεί, ενώ η ανεργία φαίνεται να σταθεροποιείται και το κόστος εργασίας ανά ώρα διαμορφώνεται πλέον 30% χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2008, κάτι που σημαίνει ότι έχει αποκατασταθεί μεγάλο μέρος της χαμένης ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, σύμφωνα με την Alpha Bank.
Βελτιωμένο είναι και το κλίμα στην αγορά, με τις αποδόσεις των 10ετών ελληνικών ομολόγων να υποχωρούν κάτω του 8% για πρώτη φορά από το 2009.
Σύμφωνα με την Αθήνα, δεν είναι ώρα η τρόικα να θέσει σε κίνδυνο αυτή την εύθραυστη σταθεροποίηση με νέες δημοσιονομικές απαιτήσεις. Ομοίως, ανώτατοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η τρόικα πρέπει να αναγνωρίσει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Αθήνα στην προσπάθειά της να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, διατηρώντας παράλληλα την εμπιστοσύνη στις ελεύθερες αγορές και στην δημοκρατία.
Ο κ. Σαμαράς, λέει η WSJ, ευελπιστεί πως ο συνδυασμός της ανάκαμψης της οικονομίας και της επιτυχίας στις δημοτικές εκλογές και τις ευρωεκλογές που θα διεξαχθούν του χρόνου, θα ενισχύσουν τη θέση του, δημιουργώντας πολιτικό περιθώριο για ευρύτερες μεταρρυθμίσεις, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι που γνωρίζουν τον τρόπο σκέψεις του. Για να συμβεί όμως αυτό, ο κ. Σαμαράς χρειάζεται η τρόικα να του δώσει το περιθώριο.
Η τρόικα, όμως, έχει λόγους να είναι επιφυλακτική. Είναι δύσκολο να ξεχαστεί η διετής «λαϊκίστικη» εκστρατεία του Σαμαρά κατά των όρων της διάσωσης, ενώ μεγάλο μέρος της πρόσφατης βελτίωσης των οικονομικών δεδομένων αντανακλά την εξαιρετικά καλή τουριστική περίοδο.
Ακόμα, όμως, και αυτό δεν μπορεί να «καλύψει» την έλλειψη προόδου σε ότι αφορά την εφαρμογή πολλών από τις δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση –όπως για παράδειγμα η πάταξη της φοροδιαφυγής, οι αποκρατικοποιήσεις, οι μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα και στο σύστημα της δικαιοσύνης.
Στο μεταξύ, οι ενέργειες της κυβέρνησης μπορεί στην πραγματικότητα να εμποδίζουν τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας. Ο φόρος ακίνητης περιουσίας μπορεί να βοήθησε στον περιορισμό της δημοσιονομικής «τρύπας», όμως «πετσόκοψε» την καταναλωτική δύναμη των νοικοκυριών και «σκότωσε» την αγορά κατοικιών. Παράλληλα, η απαγόρευση πλειστηριασμών ενδέχεται να επιδείνωσε το πρόβλημα επισφαλών δανείων των τραπεζών, κάνοντάς τες ακόμα πιο απρόθυμες να χορηγήσουν νέα δάνεια.
Η κυβέρνηση επιμένει πως το τραπεζικό σύστημα είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένο. Όμως, μέχρις ότου υπάρξει διάφανη τιμή εκκαθάρισης για τα ακίνητα, οι τράπεζες είναι απίθανο να προσελκύσουν νέα χρηματοδότηση προκειμένου να μειώσουν την εξάρτησή τους από την ΕΚΤ και έτσι να παραμείνουν υπό πίεση για «απομόχλευση» -κάτι που υποδηλώνει πως ο φαύλος κύκλος της πιστωτικής κρίσης θα συνεχιστεί, εμποδίζοντας την ανάκαμψη.
Αναμφίβολα η τρόικα πρέπει να λάβει δύσκολες αποφάσεις, «ζυγίζοντας» τις πολιτικές πιέσεις από όλες τις πλευρές να κηρυχθεί «επιτυχημένο» το ελληνικό πρόγραμμα, και την ανάγκη για ανάκτηση των υφιστάμενων δανείων. Όποια, όμως, συμφωνία και αν εξασφαλίσει η Αθήνα αναφορικά με την μελλοντική χρηματοδότηση και τα δημοσιονομικά μέτρα, φαίνεται απίθανο η τρόικα να χαλαρώσει τις πιέσεις της για ευρείες μεταρρυθμίσεις, καταλήγει η WSJ.
Μπορεί η Ελλάδα να έχει επιχειρήματα ώστε να πείσει την τρόικα να χαλαρώσει τη στάση της, ωστόσο οι δανειστές παραμένουν δύσπιστοι. Οι πολιτικές πιέσεις, οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και η τελευταία ευκαιρία για την Ελλάδα.
Σε όλη την Ευρώπη επικρατεί πλέον η άποψη ότι η απόφαση να επιτραπεί στην Ελλάδα να ενταχθεί στο ευρώ ήταν λάθος, γράφει η Wall Street Journal. Η ειρωνεία είναι πως στην Ελλάδα δεν συμφωνούν. Ακόμα και μετά από έξι χρόνια ύφεσης, μετά από μείωση 26% του ΑΕΠ και αύξησης της ανεργίας στο 27%, η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί την συμμετοχή στην ευρωζώνη εκ των ων ουκ άνευ, ενώ το 69% των Ελλήνων στηρίζει το ευρώ, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του Pew Research Center.
Σύμφωνα με το άρθρο της εφημερίδας, αυτό ίσως να μην αποτελεί έκπληξη. Η κρίση δεν ήρθε από το πουθενά. Η Ελλάδα έχασε πολλές ευκαιρίες κατά την πάροδο πολλών δεκαετιών να διορθώσει το «χαλασμένο» πολιτικό και οικονομικό μοντέλο της, που στηρίζονταν στην ρουσφετολογία, την διαφθορά, την γραφειοκρατία και τον υπερβολικό δανεισμό: μετά την ανατροπή της χούντας την δεκαετία του 1970, όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση την δεκαετία του 1980, αλλά και όταν προετοιμάζονταν για να ενταχθεί στην ευρωζώνη στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Η τρέχουσα κρίση μπορεί να είναι η τελευταία ευκαιρία για την Ελλάδα να γίνει ένα αποτελεσματικό, σύγχρονο κράτος, σημειώνει η εφημερίδα.
Η ικανότητα και η θέληση της Ελλάδας να κάνει αυτή την μετάβαση θα τεθεί και πάλι σε δοκιμασία από σήμερα, με την έλευση της τρόικας για την πολυαναμενόμενη επιθεώρηση της προόδου που έχει κάνει η χώρα στο πλαίσιο του προγράμματος διάσωσής της. Ο χρόνος που έχει η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να συμφωνήσει με την τρόικα για την κάλυψη της προβλεπόμενης αστοχίας των €500 εκατ.-€2 δισ. στον προϋπολογισμό του 2014, εξαντλείται. Την ίδια ώρα, πρέπει επίσης να συμφωνήσει σε περαιτέρω περικοπές για τα επόμενα δυο χρόνια, που θα παίξουν ρόλο στον καθορισμό του πως η ευρωζώνη σχεδιάζει να καλύψει το δημοσιονομικό κενό της Ελλάδας το 2015-2016, που εκτιμάται στα 10 δισ. ευρώ.
Η Αθήνα, επισημαίνει η WSJ, πιστεύει πως έχει ισχυρά επιχειρήματα ώστε να υπάρχει κάποια χαλάρωση από την πλευρά της τρόικας. Για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης, οι οικονομικές προβλέψεις για την Ελλάδα αναθεωρούνται προς το καλύτερο: η οικονομία της χώρας αναμένεται να συρρικνωθεί κατά λιγότερο από 4% φέτος (έναντι του 4,2% που προέβλεπε τον Ιούνιο το ΔΝΤ), ενώ ορισμένοι προβλέπουν επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη το 2014.
Επίσης, η κυβέρνηση είναι αισιόδοξη ότι θα εμφανίσει μικρό πρωτογενές πλεόνασμα φέτος, έναντι του ελλείμματος 15% που είχε εμφανίσει το 2008. Παράλληλα, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών έχει πλέον εξαλειφθεί, ενώ η ανεργία φαίνεται να σταθεροποιείται και το κόστος εργασίας ανά ώρα διαμορφώνεται πλέον 30% χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2008, κάτι που σημαίνει ότι έχει αποκατασταθεί μεγάλο μέρος της χαμένης ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, σύμφωνα με την Alpha Bank.
Βελτιωμένο είναι και το κλίμα στην αγορά, με τις αποδόσεις των 10ετών ελληνικών ομολόγων να υποχωρούν κάτω του 8% για πρώτη φορά από το 2009.
Σύμφωνα με την Αθήνα, δεν είναι ώρα η τρόικα να θέσει σε κίνδυνο αυτή την εύθραυστη σταθεροποίηση με νέες δημοσιονομικές απαιτήσεις. Ομοίως, ανώτατοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η τρόικα πρέπει να αναγνωρίσει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Αθήνα στην προσπάθειά της να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, διατηρώντας παράλληλα την εμπιστοσύνη στις ελεύθερες αγορές και στην δημοκρατία.
Ο κ. Σαμαράς, λέει η WSJ, ευελπιστεί πως ο συνδυασμός της ανάκαμψης της οικονομίας και της επιτυχίας στις δημοτικές εκλογές και τις ευρωεκλογές που θα διεξαχθούν του χρόνου, θα ενισχύσουν τη θέση του, δημιουργώντας πολιτικό περιθώριο για ευρύτερες μεταρρυθμίσεις, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι που γνωρίζουν τον τρόπο σκέψεις του. Για να συμβεί όμως αυτό, ο κ. Σαμαράς χρειάζεται η τρόικα να του δώσει το περιθώριο.
Η τρόικα, όμως, έχει λόγους να είναι επιφυλακτική. Είναι δύσκολο να ξεχαστεί η διετής «λαϊκίστικη» εκστρατεία του Σαμαρά κατά των όρων της διάσωσης, ενώ μεγάλο μέρος της πρόσφατης βελτίωσης των οικονομικών δεδομένων αντανακλά την εξαιρετικά καλή τουριστική περίοδο.
Ακόμα, όμως, και αυτό δεν μπορεί να «καλύψει» την έλλειψη προόδου σε ότι αφορά την εφαρμογή πολλών από τις δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση –όπως για παράδειγμα η πάταξη της φοροδιαφυγής, οι αποκρατικοποιήσεις, οι μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα και στο σύστημα της δικαιοσύνης.
Στο μεταξύ, οι ενέργειες της κυβέρνησης μπορεί στην πραγματικότητα να εμποδίζουν τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας. Ο φόρος ακίνητης περιουσίας μπορεί να βοήθησε στον περιορισμό της δημοσιονομικής «τρύπας», όμως «πετσόκοψε» την καταναλωτική δύναμη των νοικοκυριών και «σκότωσε» την αγορά κατοικιών. Παράλληλα, η απαγόρευση πλειστηριασμών ενδέχεται να επιδείνωσε το πρόβλημα επισφαλών δανείων των τραπεζών, κάνοντάς τες ακόμα πιο απρόθυμες να χορηγήσουν νέα δάνεια.
Η κυβέρνηση επιμένει πως το τραπεζικό σύστημα είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένο. Όμως, μέχρις ότου υπάρξει διάφανη τιμή εκκαθάρισης για τα ακίνητα, οι τράπεζες είναι απίθανο να προσελκύσουν νέα χρηματοδότηση προκειμένου να μειώσουν την εξάρτησή τους από την ΕΚΤ και έτσι να παραμείνουν υπό πίεση για «απομόχλευση» -κάτι που υποδηλώνει πως ο φαύλος κύκλος της πιστωτικής κρίσης θα συνεχιστεί, εμποδίζοντας την ανάκαμψη.
Αναμφίβολα η τρόικα πρέπει να λάβει δύσκολες αποφάσεις, «ζυγίζοντας» τις πολιτικές πιέσεις από όλες τις πλευρές να κηρυχθεί «επιτυχημένο» το ελληνικό πρόγραμμα, και την ανάγκη για ανάκτηση των υφιστάμενων δανείων. Όποια, όμως, συμφωνία και αν εξασφαλίσει η Αθήνα αναφορικά με την μελλοντική χρηματοδότηση και τα δημοσιονομικά μέτρα, φαίνεται απίθανο η τρόικα να χαλαρώσει τις πιέσεις της για ευρείες μεταρρυθμίσεις, καταλήγει η WSJ.
Σχόλια