Τι κρύβεται κάτω από τους διογκωμένους μυς των «στρατιωτών» του εγχώριου νεοναζισμού - και όχι μόνο.
Του Αλέξη Γαγλία
Η λέξη «φουσκωτός» συνοδεύει κάθε αναφορά στη δράση της Χρυσής Αυγής. «Μόνο οι “φουσκωτοί” έμπαιναν στον κλειστό πυρήνα της Νίκαιας, αυτοί που παίρνουν χάπια», σύμφωνα με την αποκαλυπτική συνέντευξη πρώην μέλους της στο «Εθνος». «Φουσκωτοί» παρατάσσονται στην πρώτη γραμμή των συγκεντρώσεων, «φουσκωτοί» πρωτοστατούν στους τσαμπουκάδες και στις βίαιες «εξορμήσεις» κατά λαθρομεταναστών. Αυτοί είναι η βιτρίνα, το σήμα κατατεθέν, οι εκφραστές του δόγματος «σοκ και δέος». Δεν δύνασαι να φέρεις πυρσό (ή μαχαίρι) της οργάνωσης και να είσαι «στέκα». Η σωματική «ατέλεια» δεν συνάδει με τον εθνικοσοσιαλισμό, όπου η ρώμη αποτελεί όχι απλώς επιθυμητό, αλλά απαραίτητο προσόν.
«Ράμπο» και «Εξολοθρευτές» της γειτονιάς, σαν να λέμε. Αντίστοιχους έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε και αλλού - στις εισόδους των κέντρων διασκέδασης, στη συνοδεία «υψηλών προσώπων», στις εικόνες - κλισέ από συμμορίες του εξωτερικού, αλλά και στις ειδικές δυνάμεις, στην αστυνομία, στους απανταχού στρατούς. Με εφαρμοστά μπλουζάκια ή κοστούμια και ακουστικό στο αυτί ή με στρατιωτική ή αστυνομική στολή. Περπατούν κορδωμένοι και σφιχτοί, σαν διαρκώς σε εγρήγορση. Γραφικό θέαμα για κάποιους, αλλά σίγουρα δεν είναι οι τύποι που θέλεις να λογοφέρεις μαζί τους στο φανάρι. Στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης και της συναισθηματικής-πολιτικής αμετροέπειας, το στερεότυπο της δύναμης που εκπέμπουν τείνει να εξελιχθεί σε απειλή άσκησης βίας και η όποια γραφικότητα ρέπει αντανακλαστικά σε εκφοβισμό.
Γι’ αυτό λοιπόν τους βάζει στην πρώτη γραμμή η Χρυσή Αυγή; Ο Γιώργος Αλεξιάς είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγγραφέας του βιβλίου «Κοινωνιολογία του σώματoς: Από τον άνθρωπο Νεάντερταλ στον άνθρωπο εξολοθρευτή» (εκδ. Πεδίο, 2011). Τον ρωτάω αν η ιδεολογία της ωμής δύναμης και της βίας σχετίζεται με την κουλτούρα της ακραίας εκγύμνασης, αν μπορεί να συνδέεται και με την πολιτική τοποθέτηση. «Σε περιπτώσεις όπως η Χρυσή Αυγή, φυσικά», απαντάει. «Η εκγύμναση του σώματος αποτελεί ένα μέσο, όπως οι φωνές, το ξυρισμένο κεφάλι, τα ασπρόμαυρα στρατιωτικά ρούχα, συμβολίζοντας την αποθέωση της βίας και της επιβολής πάνω στον άλλο, έναν φυσικό νόμο δηλαδή ο οποίος ισχύει στο ζωικό βασίλειο απόλυτα, αλλά τον οποίο ευτυχώς έχουν ξεπεράσει οι ανθρώπινες κοινωνίες με τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου».
Για τον κ. Νίκο Σιδέρη, ψυχίατροψυχαναλυτή και συγγραφέα, ίδιον του (κακέκτυπου) «φουσκωτού» δεν είναι η μυϊκή του μάζα, αλλά η απειλή που ηθελημένα εκπέμπει. Η επιλογή ενός τρόπου ζωής που προϋποθέτει ατελείωτες ώρες κοπανήματος στα γυμναστήρια και, είναι κοινό μυστικό, «φούσκωμα» με ουσίες νόμιμες και παράνομες συνδέεται συχνά με ένα αίσθημα μειονεξίας, σωματικής και πνευματικής. «Φοβάμαι ότι για κάποιο λόγο ένας τέτοιος άνθρωπος δεν είχε ποτέ εμπιστοσύνη στο μυαλό του, στις πνευματικές του ικανότητες. Φυσικά, όποιος είναι μυώδης δεν είναι και κουτός. Οι περισσότεροι όμως υπήρξαν παιδιά που ένιωσαν ότι δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με το μυαλό τους, το πρώτο πεδίο ανταγωνισμού σε αυτή την κοινωνία, αλλά ούτε και με τη φυσική τους εμφάνιση, που είναι το δεύτερο πεδίο ανταγωνισμού. Ανάμεσα στα κίνητρα μπορεί και να εμπλέκονται, έστω δευτερευόντως, κοινωνικοπολιτικοί μηχανισμοί,όπως η επαγγελματική αποκατάσταση σε μια “πόρτα” τη νύχτα ή πολιτικές ιδεολογίες στις οποίες η σωματική ρώμη αποτελεί “πυρηνικό” στοιχείο, την πιο σαφή ένδειξη ανωτερότητας και φυλετικής καθαρότητας».
«Εχουν την τάση να οργανώνονται σε κλειστές ομάδες και να γίνονται επιθετικοί;» τον ρωτάω. «Οσο και κάθε μειονότητα», απαντά, εξηγώντας πως, όταν ένας άνθρωπος νιώθει ότι ξεχωρίζει, ότι δεν είναι «ανύπαρκτος», ίσως ταυτόχρονα αισθάνεται μοναχικός, ακόμη και αστείος. Και αυτό μπορεί να τον καθιστά επιδεικτικά επιθετικό, προσδίδοντάς του την ψυχολογία του «διωκόμενου διώκτη» που προληπτικά επιτίθεται. «Σε κάθε αγέλη η επιθετικότητα πολλαπλασιάζεται, κάθε ομάδα προκαλεί στα μέλη της αυτό που στην ψυχιατρική ονομάζεται “μετατόπιση ανάληψης ρίσκου”. Ομως, στο οριακό σημείο της σύγκρουσης, η μάζα συχνά κάνει πίσω και βγάζει έναν -κατάλληλο αλλά αναλώσιμο- μπροστά για να χτυπηθεί».
Υπάρχει ευθεία σύνδεση του μπόντι μπίλντινγκ με ακραίες συμπεριφορές και ιδεολογίες; Η απάντηση του ψυχολόγου Θύμη Μαλαμόπουλου είναι ένα κοφτό «όχι». «Αιτία αυτής της εντύπωσης, που μπορεί να έχει μια αληθοφάνεια, είναι ότι αυτήν ακριβώς την υπεράνθρωπη εικόνα επιχειρεί να προβάλει και να χρησιμοποιήσει η ακροδεξιά.
Αρτιμελείς και σωματώδεις άντρες, επίλεκτα τμήματα τα οποία παραπέμπουν σε φυλετικά ινδάλματα έχουν διαχρονικά και συστηματικά προβληθεί από απολυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα ως πρότυπα». Και είναι πολύ λογικό, σε τελική ανάλυση, η Χρυσή Αυγή να χρησιμοποιεί τους «φουσκωτούς» της, όργανα απόλυτα πειθήνια στη θέληση του αρχηγού. «Είναι ένας συμβολισμός αντίθετος στη δημοκρατία: δεν συναποφασίζουμε, ο αρχηγός μιλάει ή ουρλιάζει και μόνο αυτός αποφασίζει», εξηγεί ο κ. Αλεξιάς. «Με τα φουσκωμένα τους σώματα το ίδιο θα πράξουν σαν ομάδα έναντι των
υπολοίπων, όσων είναι εκτός ή εναντίον. Δεν θα συζητήσουν μαζί, δεν θα προσπαθήσουν να συναποφασίσουν, όπως συμβαίνει σε μια δημοκρατία, αλλά να επιβληθούν. Αναπαράγοντας μια στρατιωτική λογική και μιλιταριστικά/φυλετικά πρότυπα, υποβαθμίζουν το λόγο στο επίπεδο της άγριας φωνής, του “σωπάστε και μη μιλάει κανείς”. Είναι ο ίδιος αυταρχικός τρόπος λειτουργίας και μιας εγκληματικής ομάδας».
Γιατί επιλέγει φουσκωτούς η Χ.Α.;
«Ο φασισμός ήταν ανέκαθεν αντιορθολογικός, δεν διαθέτει τη συγκρότηση άλλων ιδεολογιών ούτε ισχυρά επιχειρήματα», θα πει ο Ν. Σιδέρης. «Προσπαθεί να σαγηνεύσει τους ανθρώπους προβάλλοντας την απόλαυση της βίας και γι’ αυτό τέτοιοι σωματότυποι καθίστανται εμβληματικοί για την οργάνωση. Τα τελευταία χρόνια, που στην Ελλάδα η ορθολογική σκέψη βρίσκεται υπό διωγμόν εξαιτίας και της οικονομικής κρίσης, ο “φουσκωτός” της Χ.Α. αποτελεί ένα πολύ χαρακτηριστικό δείγμα κατάργησης της σκέψης». «Είναι σαν να μας λένε “εμείς είμαστε καλοί, είμαστε καθαροί, είμαστε δυνατοί” - ορίστε, τα καλύτερα δείγματα. Μοιάζει με τις στρατιωτικές παρελάσεις - βλέπουμε τα “καλύτερα” παιδιά μας, τα καμαρώνουμε και ταυτιζόμαστε», προσθέτει ο Θ. Μαλαμόπουλος.
Γιατί τους φοβόμαστε;
Κατά τον κοινωνιολόγο κ. Αλεξιά, «γονιδιακά ο άνθρωπος φοβάται ό,τι τον υπερβαίνει: τους υπερβολικούς μυς, το αγριεμένο ύφος, τον όχλο. Αντανακλαστικά ανακαλούμε τότε όλοι μας ένστικτα αυτοπροστασίας. Η Χ.Α. έντεχνα διαχειρίζεται την ψυχολογία του όχλου και, επιδεικνύοντας τη δύναμη και την πειθαρχία, θέλει να αφήσει το μήνυμα ότι συντρίβει ό,τι της αντιστέκεται». «Ο φόβος αυτός είναι έλλογος, υπάρχει διότι αναγνωρίζουμε την απειλή της βίας και δεν έχουμε άγνοια του κινδύνου», επισημαίνει ο Ν. Σιδέρης. «Καλλιεργείται όμως έντεχνα από την οργάνωση και ένας άλογος φόβος, που ποντάρει στην αίσθηση της ανθρώπινης ανημποριάς, ειδικά καταμεσής της ελληνικής κρίσης, ότι, αν δεν σε σώσει ο “προστάτης”, πας χαμένος…»
«Φουσκωτοί» του νόμου και του δρόμου
Υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσα σε έναν μυώδη γίγαντα που εργάζεται για τη διαφύλαξη της έννομης τάξης και σε έναν που υπηρετεί το χάος; Για τον ψυχολόγο Θ. Μαλαμόπουλο, «έχουν κοινά και συγκεκριμένα ιδανικά - της δύναμης, των καθαρών λύσεων, της δράσης. Είναι άνθρωποι που έχουν εξιδανικεύσει τη δύναμη και δεν φοβούνται τη βία. Η δομή χαρακτήρα μπορεί λοιπόν να μοιάζει, αλλά οι ηθικές αρχές και τα κίνητρα τους διαχωρίζουν αντιδιαμετρικά. Ωστε μπορεί να αποδέχονται την άσκηση βίας ως μέσο, αλλά θα τη χρησιμοποιήσουν κάτω από διαφορετικές περιστάσεις και με διαφορετικό σκοπό».
Απο το περιοδικό Κ (τεύχος 539).
πηγή
Του Αλέξη Γαγλία
Η λέξη «φουσκωτός» συνοδεύει κάθε αναφορά στη δράση της Χρυσής Αυγής. «Μόνο οι “φουσκωτοί” έμπαιναν στον κλειστό πυρήνα της Νίκαιας, αυτοί που παίρνουν χάπια», σύμφωνα με την αποκαλυπτική συνέντευξη πρώην μέλους της στο «Εθνος». «Φουσκωτοί» παρατάσσονται στην πρώτη γραμμή των συγκεντρώσεων, «φουσκωτοί» πρωτοστατούν στους τσαμπουκάδες και στις βίαιες «εξορμήσεις» κατά λαθρομεταναστών. Αυτοί είναι η βιτρίνα, το σήμα κατατεθέν, οι εκφραστές του δόγματος «σοκ και δέος». Δεν δύνασαι να φέρεις πυρσό (ή μαχαίρι) της οργάνωσης και να είσαι «στέκα». Η σωματική «ατέλεια» δεν συνάδει με τον εθνικοσοσιαλισμό, όπου η ρώμη αποτελεί όχι απλώς επιθυμητό, αλλά απαραίτητο προσόν.
«Ράμπο» και «Εξολοθρευτές» της γειτονιάς, σαν να λέμε. Αντίστοιχους έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε και αλλού - στις εισόδους των κέντρων διασκέδασης, στη συνοδεία «υψηλών προσώπων», στις εικόνες - κλισέ από συμμορίες του εξωτερικού, αλλά και στις ειδικές δυνάμεις, στην αστυνομία, στους απανταχού στρατούς. Με εφαρμοστά μπλουζάκια ή κοστούμια και ακουστικό στο αυτί ή με στρατιωτική ή αστυνομική στολή. Περπατούν κορδωμένοι και σφιχτοί, σαν διαρκώς σε εγρήγορση. Γραφικό θέαμα για κάποιους, αλλά σίγουρα δεν είναι οι τύποι που θέλεις να λογοφέρεις μαζί τους στο φανάρι. Στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης και της συναισθηματικής-πολιτικής αμετροέπειας, το στερεότυπο της δύναμης που εκπέμπουν τείνει να εξελιχθεί σε απειλή άσκησης βίας και η όποια γραφικότητα ρέπει αντανακλαστικά σε εκφοβισμό.
Γι’ αυτό λοιπόν τους βάζει στην πρώτη γραμμή η Χρυσή Αυγή; Ο Γιώργος Αλεξιάς είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγγραφέας του βιβλίου «Κοινωνιολογία του σώματoς: Από τον άνθρωπο Νεάντερταλ στον άνθρωπο εξολοθρευτή» (εκδ. Πεδίο, 2011). Τον ρωτάω αν η ιδεολογία της ωμής δύναμης και της βίας σχετίζεται με την κουλτούρα της ακραίας εκγύμνασης, αν μπορεί να συνδέεται και με την πολιτική τοποθέτηση. «Σε περιπτώσεις όπως η Χρυσή Αυγή, φυσικά», απαντάει. «Η εκγύμναση του σώματος αποτελεί ένα μέσο, όπως οι φωνές, το ξυρισμένο κεφάλι, τα ασπρόμαυρα στρατιωτικά ρούχα, συμβολίζοντας την αποθέωση της βίας και της επιβολής πάνω στον άλλο, έναν φυσικό νόμο δηλαδή ο οποίος ισχύει στο ζωικό βασίλειο απόλυτα, αλλά τον οποίο ευτυχώς έχουν ξεπεράσει οι ανθρώπινες κοινωνίες με τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου».
Για τον κ. Νίκο Σιδέρη, ψυχίατροψυχαναλυτή και συγγραφέα, ίδιον του (κακέκτυπου) «φουσκωτού» δεν είναι η μυϊκή του μάζα, αλλά η απειλή που ηθελημένα εκπέμπει. Η επιλογή ενός τρόπου ζωής που προϋποθέτει ατελείωτες ώρες κοπανήματος στα γυμναστήρια και, είναι κοινό μυστικό, «φούσκωμα» με ουσίες νόμιμες και παράνομες συνδέεται συχνά με ένα αίσθημα μειονεξίας, σωματικής και πνευματικής. «Φοβάμαι ότι για κάποιο λόγο ένας τέτοιος άνθρωπος δεν είχε ποτέ εμπιστοσύνη στο μυαλό του, στις πνευματικές του ικανότητες. Φυσικά, όποιος είναι μυώδης δεν είναι και κουτός. Οι περισσότεροι όμως υπήρξαν παιδιά που ένιωσαν ότι δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με το μυαλό τους, το πρώτο πεδίο ανταγωνισμού σε αυτή την κοινωνία, αλλά ούτε και με τη φυσική τους εμφάνιση, που είναι το δεύτερο πεδίο ανταγωνισμού. Ανάμεσα στα κίνητρα μπορεί και να εμπλέκονται, έστω δευτερευόντως, κοινωνικοπολιτικοί μηχανισμοί,όπως η επαγγελματική αποκατάσταση σε μια “πόρτα” τη νύχτα ή πολιτικές ιδεολογίες στις οποίες η σωματική ρώμη αποτελεί “πυρηνικό” στοιχείο, την πιο σαφή ένδειξη ανωτερότητας και φυλετικής καθαρότητας».
«Εχουν την τάση να οργανώνονται σε κλειστές ομάδες και να γίνονται επιθετικοί;» τον ρωτάω. «Οσο και κάθε μειονότητα», απαντά, εξηγώντας πως, όταν ένας άνθρωπος νιώθει ότι ξεχωρίζει, ότι δεν είναι «ανύπαρκτος», ίσως ταυτόχρονα αισθάνεται μοναχικός, ακόμη και αστείος. Και αυτό μπορεί να τον καθιστά επιδεικτικά επιθετικό, προσδίδοντάς του την ψυχολογία του «διωκόμενου διώκτη» που προληπτικά επιτίθεται. «Σε κάθε αγέλη η επιθετικότητα πολλαπλασιάζεται, κάθε ομάδα προκαλεί στα μέλη της αυτό που στην ψυχιατρική ονομάζεται “μετατόπιση ανάληψης ρίσκου”. Ομως, στο οριακό σημείο της σύγκρουσης, η μάζα συχνά κάνει πίσω και βγάζει έναν -κατάλληλο αλλά αναλώσιμο- μπροστά για να χτυπηθεί».
Υπάρχει ευθεία σύνδεση του μπόντι μπίλντινγκ με ακραίες συμπεριφορές και ιδεολογίες; Η απάντηση του ψυχολόγου Θύμη Μαλαμόπουλου είναι ένα κοφτό «όχι». «Αιτία αυτής της εντύπωσης, που μπορεί να έχει μια αληθοφάνεια, είναι ότι αυτήν ακριβώς την υπεράνθρωπη εικόνα επιχειρεί να προβάλει και να χρησιμοποιήσει η ακροδεξιά.
Αρτιμελείς και σωματώδεις άντρες, επίλεκτα τμήματα τα οποία παραπέμπουν σε φυλετικά ινδάλματα έχουν διαχρονικά και συστηματικά προβληθεί από απολυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα ως πρότυπα». Και είναι πολύ λογικό, σε τελική ανάλυση, η Χρυσή Αυγή να χρησιμοποιεί τους «φουσκωτούς» της, όργανα απόλυτα πειθήνια στη θέληση του αρχηγού. «Είναι ένας συμβολισμός αντίθετος στη δημοκρατία: δεν συναποφασίζουμε, ο αρχηγός μιλάει ή ουρλιάζει και μόνο αυτός αποφασίζει», εξηγεί ο κ. Αλεξιάς. «Με τα φουσκωμένα τους σώματα το ίδιο θα πράξουν σαν ομάδα έναντι των
υπολοίπων, όσων είναι εκτός ή εναντίον. Δεν θα συζητήσουν μαζί, δεν θα προσπαθήσουν να συναποφασίσουν, όπως συμβαίνει σε μια δημοκρατία, αλλά να επιβληθούν. Αναπαράγοντας μια στρατιωτική λογική και μιλιταριστικά/φυλετικά πρότυπα, υποβαθμίζουν το λόγο στο επίπεδο της άγριας φωνής, του “σωπάστε και μη μιλάει κανείς”. Είναι ο ίδιος αυταρχικός τρόπος λειτουργίας και μιας εγκληματικής ομάδας».
Γιατί επιλέγει φουσκωτούς η Χ.Α.;
«Ο φασισμός ήταν ανέκαθεν αντιορθολογικός, δεν διαθέτει τη συγκρότηση άλλων ιδεολογιών ούτε ισχυρά επιχειρήματα», θα πει ο Ν. Σιδέρης. «Προσπαθεί να σαγηνεύσει τους ανθρώπους προβάλλοντας την απόλαυση της βίας και γι’ αυτό τέτοιοι σωματότυποι καθίστανται εμβληματικοί για την οργάνωση. Τα τελευταία χρόνια, που στην Ελλάδα η ορθολογική σκέψη βρίσκεται υπό διωγμόν εξαιτίας και της οικονομικής κρίσης, ο “φουσκωτός” της Χ.Α. αποτελεί ένα πολύ χαρακτηριστικό δείγμα κατάργησης της σκέψης». «Είναι σαν να μας λένε “εμείς είμαστε καλοί, είμαστε καθαροί, είμαστε δυνατοί” - ορίστε, τα καλύτερα δείγματα. Μοιάζει με τις στρατιωτικές παρελάσεις - βλέπουμε τα “καλύτερα” παιδιά μας, τα καμαρώνουμε και ταυτιζόμαστε», προσθέτει ο Θ. Μαλαμόπουλος.
Γιατί τους φοβόμαστε;
Κατά τον κοινωνιολόγο κ. Αλεξιά, «γονιδιακά ο άνθρωπος φοβάται ό,τι τον υπερβαίνει: τους υπερβολικούς μυς, το αγριεμένο ύφος, τον όχλο. Αντανακλαστικά ανακαλούμε τότε όλοι μας ένστικτα αυτοπροστασίας. Η Χ.Α. έντεχνα διαχειρίζεται την ψυχολογία του όχλου και, επιδεικνύοντας τη δύναμη και την πειθαρχία, θέλει να αφήσει το μήνυμα ότι συντρίβει ό,τι της αντιστέκεται». «Ο φόβος αυτός είναι έλλογος, υπάρχει διότι αναγνωρίζουμε την απειλή της βίας και δεν έχουμε άγνοια του κινδύνου», επισημαίνει ο Ν. Σιδέρης. «Καλλιεργείται όμως έντεχνα από την οργάνωση και ένας άλογος φόβος, που ποντάρει στην αίσθηση της ανθρώπινης ανημποριάς, ειδικά καταμεσής της ελληνικής κρίσης, ότι, αν δεν σε σώσει ο “προστάτης”, πας χαμένος…»
«Φουσκωτοί» του νόμου και του δρόμου
Υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσα σε έναν μυώδη γίγαντα που εργάζεται για τη διαφύλαξη της έννομης τάξης και σε έναν που υπηρετεί το χάος; Για τον ψυχολόγο Θ. Μαλαμόπουλο, «έχουν κοινά και συγκεκριμένα ιδανικά - της δύναμης, των καθαρών λύσεων, της δράσης. Είναι άνθρωποι που έχουν εξιδανικεύσει τη δύναμη και δεν φοβούνται τη βία. Η δομή χαρακτήρα μπορεί λοιπόν να μοιάζει, αλλά οι ηθικές αρχές και τα κίνητρα τους διαχωρίζουν αντιδιαμετρικά. Ωστε μπορεί να αποδέχονται την άσκηση βίας ως μέσο, αλλά θα τη χρησιμοποιήσουν κάτω από διαφορετικές περιστάσεις και με διαφορετικό σκοπό».
Απο το περιοδικό Κ (τεύχος 539).
πηγή
Σχόλια