Το νέο βιβλίο του πρώην πρωθυπουργού
Kώστας Σηµίτης: Ο Γιώργος ήταν άσχετος από Οικονοµία
Ο πρώην πρωθυπουργός, αν και επανειληµµένως στο βιβλίο του επισηµαίνει ότι βασικός υπαίτιος -εκτός από τη στενόµυαλη οικονοµική πολιτική των εταίρων- είναι η κυβέρνηση Κώστα Καραµανλή που, ενώ τα ελλείµµατα είχαν εκτροχιαστεί, συνέχιζε την παροχολογία, ωστόσο κύριο υπεύθυνο για τον εκτροχιασµό θεωρεί τον κ. Γιώργο Παπανδρέου.
«Πέρα από τη σωρεία λαθών εκ µέρους της κυβέρνησής του -λάθος εκτιµήσεις, παλινωδίες και κυρίως άγνοια των δεδοµένων- το βασικό πρόβληµα ήταν, για τον συγγραφέα, η έλλειψη πολιτικής. […]
Το σύνθηµα "Λεφτά υπάρχουν" είναι ενδεικτικό για το πώς λειτουργούσαν οι ιθύνοντες. Το µόνο που έδειχνε να ενδιαφέρει την κυβέρνηση δεν ήταν η χάραξη πολιτικής και η έξοδος από την κρίση, αλλά τα επικοινωνιακά παιχνίδια: Επικράτησε η νοοτροπία ότι η προσοχή της κυβέρνησης θα πρέπει να εστιάζεται στην επικοινωνιακή επιτυχία, στον προσεταιρισµό ψηφοφόρων µε αρεστά συνθήµατα. [...] Η κυβέρνηση διαβεβαίωνε ότι πραγµατοποιούσε αλλαγές που δεν είχαν γίνει επί τριάντα χρόνια.
Ο Γ. Παπανδρέου ισχυριζόταν ότι η κυβέρνηση, µε το έργο της, άλλαξε τη νοοτροπία του Ελληνα. […] Η ακραία υπερβολή την έβλαψε. Ο εµίρης του Κατάρ αναδείχτηκε σε σωτήρα, λόγω των δισεκατοµµυρίων που επρόκειτο να επενδύσει, αλλά εξαφανίστηκε. [...] Οι θριαµβολογίες προκάλεσαν κορεσµό, δυσπιστία και αντιπάθεια. Η κυβέρνηση δεν είχε οργανώσει ένα σύστηµα διαπραγµάτευσης µε την Ε.Ε. Πρόσωπα που εργάζονταν τόσο στην Ε.Ε. όσο και στο ΔΝΤ και προσπαθούσαν να βοηθήσουν την Ελλάδα, µετέφεραν µια αρνητική εικόνα για τον τρόπο εργασίας των αρµοδίων και των διαπραγµατευτών της ελληνικής πλευράς.
Ευθύνες Παπακωνσταντίνου
Η βασική, ωστόσο, υπαιτιότητα των λάθος χειρισµών βαραίνει, κατά κύριο λόγο, το επιτελείο του τότε υπουργού Οικονοµικών, ο οποίος, κατά τον κ. Σηµίτη, δεν διέθετε ούτε τον απαραίτητο σχεδιασµό ούτε την απαραίτητη τεχνογνωσία. «Κύριοι διαπραγµατευτές εκ µέρους της Ελλάδας ήταν ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Οικονοµικών. Δεν υπήρχε ένα επιτελείο πρώτης γραµµής στελεχών για να προετοιµάζει το έδαφος, µαζί µε τα επιτελεία του Νικολά Σαρκοζί ή της Ανγκελα Μέρκελ, µε συζητήσεις, σχέδια, προτάσεις, έρευνα των στοιχείων.
Τα προβλήµατα όµως παρουσίαζαν τόσες διαφορετικές πτυχές ώστε να µην είναι δυνατή µια ουσιαστική συζήτηση χωρίς εκτενή προετοιµασία σε διµερείς ή πολυµερείς συναντήσεις. Επικράτησε έτσι ένα πνεύµα ασυνήθιστων συχνά συνοµιλιών σε ανώτατο επίπεδο, αλλά γρήγορης διεκπεραίωσης, “γιατί δεν µπορούµε να κάνουµε αλλιώς”. Σε σηµαντικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η παρουσία της Ελλάδας ήταν υποτονική.
Οι εκπρόσωποί της είχαν “πολιτικές οδηγίες”. Δεν µπορούσαν να αντιµετωπίσουν τους Ευρωπαίους συνάδελφους τους που επί χρόνια συµµετείχαν σε διαπραγµατεύσεις. Οι “τεχνοκράτες” των άλλων κρατών καθόριζαν τις αποφάσεις».
Μπορεί εποµένως οι τεχνοκράτες να έπαιζαν κυρίαρχο ρόλο στις διαπραγµατεύσεις, αλλά το βασικότερο πρόβληµα ήταν ότι απευθύνονταν σε ανθρώπους «κατώτερους των περιστάσεων», όπως αποδείχτηκαν τελικά ο πρώην υπουργός Οικονοµικών κ. Παπακωνσταντίνου και ο πρώην πρωθυπουργός. «Οι Ελληνες αρµόδιοι, ως νεοφώτιστοι, δεν είχαν ούτε το πνευµατικό εύρος ούτε το κύρος που προσδίδει η πείρα για να χειρισθούν πειστικά τα θέµατα. Η Μόνιµη Ελληνική Αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες, ο ρόλος της οποίας είναι συµβουλευτικός, δεν κατόρθωσε παρά τις προσπάθειές της να αλλάξει την κατάσταση.
Στο Υπουργείο Οικονοµικών θεωρούσαν, κατά κανόνα, τη γνώµη της περιττή». Μεταξύ των τραγικών λαθών που αποδίδει στην κυβέρνηση Παπανδρέου ο πρώην πρωθυπουργός είναι η υπερβολική αισιοδοξία: «Ο κύριος Παπακωνσταντίνου δήλωνε ότι όλα πάνε καλά, ακόµη και όταν βρισκόµασταν στα πρόθυρα χρεοκοπίας». Επισηµαίνει ότι η Ελλάδα φρόντισε να µην τηρήσει εγκαίρως τους όρους του µνηµονίου και κατέφυγε σε τακτικισµούς και αναποτελεσµατικές ευκαιριακές προσαρµογές.
Δεν είναι τυχαίο ότι, όπως υπογραµµίζει ο συγγραφέας, οι πραγµατικοί σύµβουλοι του κ. Παπανδρέου προέρχονταν από την Αµερική και είχαν απόλυτη άγνοια των ευρωπαϊκών δεδοµένων. Τονίζει πως τόσο ο κ. Παπανδρέου όσο και ο κ. Παπακωνσταντίνου αδιαφόρησαν για το ΕΣΠΑ και την απορροφητικότητα των κονδυλίων, δεν έκαναν σοβαρές προσπάθειες για την καταπολέµηση της φοροδιαφυγής, δεν προώθησαν το πρόγραµµα των ιδιωτικοποιήσεων και δεν προχώρησαν σε καµία σηµαντική αλλαγή στη δηµόσια διοίκηση.
Φυσικά ο πρώην πρωθυπουργός δεν ξεχνάει να καταγράψει µια σειρά από τραγικά πολιτικά ατοπήµατα, µε κορυφαίο αυτό της πρότασης για δηµοψήφισµα που αποτέλεσε «ανεπίτρεπτη επιπολαιότητα». Και καταλήγει: «Θα µπορούσε να οδηγήσει τη χώρα στην πτώχευση και στην έξοδο από την ΟΝΕ και την Ευρωπαϊκή Ενωση, εξαιτίας της γενικής απόρριψης του µνηµονίου».
Στουρνάρας, ο µόνος γνώστης: ο µοναδικός υπουργός Οικονοµικών που, κατά τον κ. Σηµίτη, διέθετε πραγµατικά την ικανότητα και τη γνώση ήταν ο κ. Γιάννης Στουρνάρας. «Ο κ. Γ. Στουρνάρας ήταν ο πρώτος Υπουργός Οικονοµικών, από την έναρξη της κρίσης το 2007, ο οποίος είχε συµµετάσχει ενεργά και επί χρόνια σε κοινοτικές διαπραγµατεύσεις, και διέθετε τις ικανότητες να εκπροσωπήσει αποτελεσµατικά τη χώρα», επισηµαίνει ο πρώην πρωθυπουργός, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους δύο άλλους υπουργούς, τους κυρίους Παπακωνσταντίνου - Βενιζέλο.
Λ. Παπαδήµος - Ε. Βενιζέλος: ο συγγραφέας δεν παραλείπει να εκφράσει τη βαθιά του εκτίµηση για το πρόσωπο του κ. Λουκά Παπαδήµου, αν και πρεσβεύει ότι όταν ανέλαβε τα λάθη ήταν ήδη τόσο τραγικά που δεν υπήρχαν περιθώρια µεγάλης βελτίωσης - ούτε είχε στη διάθεσή του τον απαραίτητο χρόνο. Τα βέλη, για µια ακόµη φορά, στρέφονται κατά των φορέων του «παλαιοκοµµατικού ΠΑΣΟΚ» και προφανώς κατά του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, ο οποίος µπορεί να µην κατονοµάζεται από τον κ. Σηµίτη, αλλά σχεδόν «φωτογραφίζεται» ως φορέας αυτής της νοοτροπίας.
«Η ηγετική οµάδα την οποία έχρισε ο κ. Παπανδρέου ανήκε στην παλιά φρουρά του κόµµατος, που είχε αντιταχθεί σθεναρά στο εκσυγχρονιστικό επιχείρηµα. Αδιαφόρησε, αποστασιοποιήθηκε και ανέστειλε τις δραστηριότητες του κόµµατος. Προσέφερε στον πρόεδρο του κόµµατος τη στήριξη που ζητούσε, ως αντάλλαγµα για την εξουσία που τους παραχώρησε. Δεν ήταν όµως σε θέση, ούτε ήθελε, να συµβάλει στη διαµόρφωση και εφαρµογή της κυβερνητικής πολιτικής.
Η κατάπτωση του κόµµατος είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια και την αποχώρηση του κ. Παπανδρέου από την προεδρία του, όταν παραιτήθηκε από Πρωθυπουργός. Η πτώση της κυβέρνησης και η κατάρρευση του κόµµατος ήταν πλευρές του ίδιου φαινοµένου: της αποτυχίας της ηγεσίας».
πηγή
=====================
Δείτε και το επόμενο....
======================
Κώστας Σημίτης: Ο Γιώργος Παπανδρέου απέτυχε
Ο πρώην πρωθυπουργός ασκεί στο νέο βιβλίο του «Ο εκτροχιασμός» έντονη κριτική στους ευρωπαίους και στους έλληνες ηγέτες για τη διαχείριση της κρίσης χρέους
Eντονη κριτική στις ηγεσίες της Ευρωπαϊκής Eνωσης και της ευρωζώνης για τη διαχείριση της κρίσης χρέους τόσο στο ευρωπαϊκό όσο και στο ελληνικό επίπεδο περιέχει το νέο βιβλίο του κ. Κ. Σημίτη με τίτλο «Ο εκτροχιασμός» (εκδόσεις Πόλις) που κυκλοφορεί αύριο. Ο πρώην πρωθυπουργός όμως συνδυάζει την κριτική αυτή με μια σφοδρή επίθεση στις ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών και ιδιαίτερα στην κυβέρνηση του κ. Γ. Παπανδρέου και στον ίδιο προσωπικά για τους πολιτικούς χειρισμούς και τις αποφάσεις που έλαβε κατά τη διάρκεια των 25 μηνών που κυβέρνησε τη χώρα.
«Η κυβέρνηση του ΠαΣοΚ, υπό τον Γ. Παπανδρέου, απέτυχε στην προσπάθειά της να ελέγξει την οικονομική κρίση στη χώρα και να δρομολογήσει την πορεία προς την ανάπτυξη» αναφέρει ο κ. Κ. Σημίτης στη σελίδα 283 του νέου βιβλίου του με τον λιτό μα εύγλωττο τίτλο «Ο εκτροχιασμός». «Η στάση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και το μνημόνιο συνετέλεσαν σημαντικά σ' αυτή την εξέλιξη με την αναποφασιστικότητά τους και τον εσφαλμένο σχεδιασμό που επέβαλαν. Αλλά η κυβέρνηση φέρει μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης. Αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων».
«Ο εκτροχιασμός» είναι ένα βιβλίο 600 σελίδων που εντυπωσιάζει για την έκταση της έρευνας, την έμφαση στη λεπτομέρεια και το βάθος της ανάλυσης των γεγονότων και των πρωτοβουλιών στην Ελλάδα και στην Ευρώπη των τελευταίων τριών ετών. Παραλλήλως είναι σαφές ότι θα προκαλέσει σχόλια και αντιδράσεις εξαιτίας της σκληρής κριτικής που ασκείται τόσο στον κ. Γ. Παπανδρέου όσο και στον κ. Κ. Καραμανλή, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο της διαλυτικής πορείας της χώρας μετά το 2004 που κατέληξε στο αδιέξοδο του 2009.
Με δυσκολία καλύπτεται η αποδοκιμασία του κ. Σημίτη στις λογής «πρωτοβουλίες» της κυβέρνησης Παπανδρέου, στις οποίες εντοπίζει παντελή έλλειψη σοβαρότητας. «Δεν πείθει» τονίζει μια χώρα που αίφνης αποφασίζει πώς να δράσει «υπό την πίεση μιας συνάντησης όπως το Νταβός, η οποία αποβλέπει κυρίως στην καλλιέργεια δημοσίων σχέσεων». Αναφέρεται στη συνάντηση του Νταβός του Ιανουαρίου 2010, η οποία θεωρείται σημείο καμπής για την αλλαγή στάσης του κ. Παπανδρέου.
Γράφει δηκτικά για τους «αμερικανούς συμβούλους» του κ. Παπανδρέου που «δεν γνωρίζουν τον τρόπο λειτουργίας της Ενωσης» και στους οποίους συμπεριλαμβάνει και τον νομπελίστα κ. Τζόζεφ Στίγκλιτζ, ο οποίος, όπως αναφέρει ο κ. Σημίτης, «υποστήριζε στις ιδιωτικές συζητήσεις του την άποψη ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αποχωρήσει από τη ζώνη του ευρώ». Υπενθυμίζει ότι ο κ. Παπανδρέου αναρωτιόταν στις αρχές του 2010: «Γιατί δεν προσφεύγουμε στο ΔΝΤ; Λαμβάνουμε ήδη τα μέτρα του ΔΝΤ χωρίς τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από αυτό». Εκφράζει έντονη καχυποψία για τις σχέσεις της τότε κυβέρνησης με τις ΗΠΑ και την πληροφορία ότι πριν από την προσφυγή στον Μηχανισμό, στις 22 Απριλίου 2010, υπήρξε τηλεφώνημα του κ. Γ. Παπακωνσταντίνου με τον αμερικανό υπουργό Οικονομικών κ. Τ. Γκάιτνερ. «Ποιος ο λόγος να ρωτά η Ελλάδα τις ΗΠΑ αν θα ενεργοποιήσει τις ρυθμίσεις που συμφώνησε με τους Ευρωπαίους;» θέτει το ερώτημα ο κ. Σημίτης. «Το τηλεφώνημα αφήνει να εννοηθεί προηγούμενες συνεννοήσεις με τις ΗΠΑ και αναζήτηση "συμμάχων" εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης χωρίς αποτέλεσμα». Αντικρούει τη φράση που είπε ο κ. Παπανδρέου στο Καστελόριζο στις 23.4.2010: «Τελικός προορισμός μας είναι να απελευθερώσουμε την Ελλάδα από επιτηρήσεις και κηδεμονίες». «Τα μεγαλόπνοα αυτά λόγια» λέει ο κ. Σημίτης «ήθελαν να συγκαλύψουν το γεγονός ότι η Ελλάδα, παρά τα όσα ισχυριζόταν ο Πρωθυπουργός, δεν είχε ανακτήσει την αξιοπιστία της και αποδεχόταν γι' αυτόν τον λόγο μια επιτήρηση πολύ σκληρότερη από όσες είχε γνωρίσει από το 1974 και μετά».
Ο πρώην πρωθυπουργός θεωρεί τις προβλέψεις του πρώτου μνημονίου για τη μείωση του ελλείμματος και την επιστροφή στις αγορές το 2012 «εξωπραγματικές», αποτέλεσμα απειρίας, ανικανότητας, προχειρότητας και κάκιστης διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης με την τρόικα. Επιπλέον κατηγορεί ευθέως την τότε κυβέρνηση ότι καθυστέρησε την προετοιμασία για την αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους αφήνοντας αιχμές ότι αυτό ίσως οφειλόταν στο γεγονός ότι «οι επιχειρηματίες που έλεγχαν τις τράπεζες φοβούνταν μήπως χάσουν τον έλεγχο των τραπεζών τους». Τέλος, ο κ. Σημίτης κατακρίνει τον κ. Παπανδρέου για την περυσινή πρόταση δημοψηφίσματος, την οποία χαρακτηρίζει «ανεπίτρεπτη επιπολαιότητα». «Ο Πρωθυπουργός ήθελε να ταυτίσει το θέμα της δικής του αμφισβητούμενης εξουσίας με ένα γενικά αποδεκτό ζήτημα, κατά προτίμηση τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας» αναφέρει στη σελίδα 276. «Επιδίωκε, μέσω της επιδοκιμασίας της συμμετοχής της Ελλάδας στην ΟΝΕ, να επιδοκιμασθεί και η δική του πολιτική».
Ο πρώην πρωθυπουργός, το νέο βιβλίο του οποίου ξεπερνά κατά πολύ σε σχολαστικότητα, έμφαση στη λεπτομέρεια και παράθεση οικονομικών και ιστορικών στοιχείων ακόμη και τα προηγούμενα βιβλία του, κρίνει ευμενώς την κυβέρνηση του κ. Λ. Παπαδήμου, τηρεί στάση αναμονής για τις επιδόσεις της σημερινής κυβέρνησης, αλλά δεν αφήνει παραπονούμενο τον ΣΥΡΙΖΑ αφού εκτιμά ευθέως ότι η μη εφαρμογή του μνημονίου την οποία υποστήριξε προεκλογικά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνεπάγεται την αναστολή της δανειακής σύμβασης και τη μη καταβολή των χρηματοδοτήσεων. Ο κ. Σημίτης αποκλείει ότι η ευρωζώνη μπορεί να εκβιαστεί: «Η ευρωζώνη δεν δρα ευκαιριακά, παρά τις εντυπώσεις» αναφέρει. «Η μονόπλευρη καταγγελία του μνημονίου θα σήμαινε ότι παύει να υφίσταται ο κοινός δεσμός της ηθικής δέσμευσης που διασφαλίζει την κοινή προσπάθεια. Είναι κάτι που θα έθετε σε κίνδυνο το όλο σύστημα και γι' αυτό δεν πρόκειται να γίνει δεκτό».
Εν κατακλείδι, οι «σημιτικοί» όλων των κομμάτων είναι βέβαιον ότι θα εκπλαγούν ευχάριστα από το γεγονός ότι ο κ. Σημίτης αυτολογοκρίνεται λιγότερο από κάθε άλλη φορά. Παραλλήλως, διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές διακρίνει κανείς τη... «συγκρατημένη απαισιοδοξία» του πρώην πρωθυπουργού. Ο κ. Σημίτης προτείνει πλήθος ρεαλιστικών λύσεων, ζητεί την επαναφορά του δικού του μοντέλου διαπραγματεύσεων (το οποίο στηριζόταν στις διαρκείς άτυπες επαφές έμπειρων στελεχών της ελληνικής κυβέρνησης με ομολόγους τους στις ξένες κυβερνήσεις πριν από τις συνόδους κορυφής και τις συνεδριάσεις των Eurogroup) και βεβαίως τονίζει ότι μια νέα νοοτροπία συνεργασίας είναι αναγκαία για την Ευρώπη του μέλλοντος. Ωστόσο, ως ηγέτης που ποτέ δεν λειτούργησε με ψευδαισθήσεις, κλείνει το βιβλίο του με τη σιβυλλική φράση: «Ο δρόμος για τη λύση των ευρωπαϊκών προβλημάτων θα είναι πάντα μακρύς»...
Απόσπασμα
«Δεν είχε τις οικονομικές γνώσεις που απαιτούσαν οι συνθήκες»
«Η κυβέρνηση διαβεβαίωνε ότι πραγματοποιούνταν αλλαγές που δεν είχαν γίνει επί τριάντα χρόνια. Προέβαλλε το έργο της ως το σημαντικότερο των τελευταίων δεκαετιών. Ο Πρωθυπουργός [ο κ. Γ. Παπανδρέου] ισχυριζόταν ότι η κυβέρνηση με το έργο της "άλλαξε τη νοοτροπία του Ελληνα". Η ακραία υπερβολή την έβλαψε. Ο εμίρης του Κατάρ αναδείχθηκε σε σωτήρα λόγω των δισεκατομμυρίων που επρόκειτο να επενδύσει αλλά εξαφανίστηκε... Στις συσκέψεις με την τρόικα αρχή του υπουργείου Οικονομικών ήταν να εκφράζει την ελληνική άποψη "διαμορφώνοντάς την επί τόπου". Η έννοια της ομαδικής δουλειάς και του υπουργικού συντονισμού ήταν άγνωστη στους υπευθύνους. Η αδυναμία της ελληνικής πλευράς οφειλόταν στο γεγονός ότι τα αρμόδια στελέχη, παρά τις καλές προθέσεις και τις ικανοποιητικές δυνατότητές τους, δεν διέθεταν την απαραίτητη γνώση, πείρα και ικανότητα για να αντιμετωπίσουν ένα τόσο πολύπλοκο πρόβλημα όπως η κρίση χρέους... Οι έλληνες αρμόδιοι, ως νεοφώτιστοι, δεν είχαν ούτε το πνευματικό εύρος ούτε το κύρος που προσδίδει η πείρα για να χειριστούν πειστικά τα θέματα... Ο Πρωθυπουργός λειτούργησε συγκεντρωτικά σε πρωτόγνωρο βαθμό. Ο ίδιος δεν είχε τις οικονομικές γνώσεις που απαιτούσαν οι συνθήκες. Παρ' όλα αυτά, δεν συγκρότησε ένα σταθερό οικονομικό επιτελείο από πρόσωπα με ιδιαίτερες ικανότητες. Δεν ενστερνιζόταν αρχικά την άποψη μιας στενής συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Πίστευε στη δυνατότητα αυτόνομης αντιμετώπισης της κρίσης χάρη στη στήριξη των ΗΠΑ».
πηγή
Σχόλια