Πώς μπορεί κάποιος, ο οποίος δηλώνει ετήσιο εισόδημα 25.000 ευρώ, να εμβάζει στο εξωτερικό 52 εκατ. ευρώ; Τι επιπλέον εισοδήματα πρέπει να έχει ένας άνθρωπος, ο οποίος σύμφωνα με τη φορολογική του δήλωση ολόκληρο το 2010 κέρδισε 5.588 ευρώ, αλλά παρ' όλα αυτά έστειλε 19,8 εκατ. ευρώ στο εξωτερικό; Και πώς γίνεται ένας πολίτης να ασφαλίζει στο εξωτερικό 9,7 εκατ. ευρώ, παρόλο που δεν κερδίζει δήθεν ούτε ένα ευρώ;
Αυτά είναι τα ερωτήματα, τα οποία θα έπρεπε να θέτουν οι φορολογικοί ελεγκτές σε εκείνους, για τους οποίους μέχρι τώρα έχουν δοθεί στη δημοσιότητα μόνο τα αρχικά τους: Ένα «Γ. Δ.», για παράδειγμα, βρίσκεται πολύ ψηλά στη λίστα με τα 54.000 ονόματα ελλήνων πολιτών, οι οποίοι από το 2009 μέχρι το 2011 έβγαλαν μεγάλες περιουσίες στο εξωτερικό. Η λίστα προέρχεται από την Τράπεζα της Ελλάδος και τώρα βρίσκεται στο υπουργείο οικονομικών.
Πρόκειται για τη μακροσκελέστερη από τις τέσσερις λίστες, οι οποίες αυτή τη στιγμή κυκλοφορούν στην Αθήνα και περιλαμβάνουν τα ονόματα ανθρώπων, των οποίων τα περιουσιακά στοιχεία - καταθέσεις στην τράπεζα και ιδιόκτητα ακίνητα - δεν συμφωνούν καθόλου με εκείνα που δήλωσαν. Αλλά εναντίον τους δεν επιχειρείται σχεδόν τίποτα, η ελληνική πραγματικότητα είναι ορισμένες φορές παράδοξη: Οι κυβερνώντες στην Αθήνα ερίζουν με τους διεθνείς πιστωτές για το κατά πόσες εκατοντάδες ευρώ θα πρέπει να περικοπεί το εισόδημα των δασκάλων ή των νοσοκόμων. Και ενώ εξακολουθούν να μειώνουν σταθερά τις συντάξεις, οι πλούσιοι της Ελλάδας βγάζουν ανεμπόδιστα δισεκατομμύρια στο εξωτερικό.
Χαρακτηριστική της χαλαρότητας στην αντιμετώπιση των φοροφυγάδων είναι η επονομαζόμενη λίστα Λαγκάρντ. Για μήνες λογιζόταν εξαφανισμένη, ενώ στις αρχές Οκτωβρίου επανεμφανίστηκε. Στο μεταξύ βρίσκεται στον οικονομικό εισαγγελέα. Η λίστα περιλαμβάνει 1991 έλληνες ιδιοκτήτες ελβετικών τραπεζικών λογαριασμών. Πολλά γνωστά ονόματα της πολιτικής, της οικονομίας και του πολιτισμού λέγεται ότι είναι ανάμεσά τους.
Η ιστορία αυτής της λίστας δείχνει κυρίως την έλλειψη βούλησης των πολιτικών να αλλάξουν κάτι. Το φθινόπωρο του 2010 η Κριστίν Λαγκάρντ, τότε ακόμη υπουργός οικονομικών της Γαλλίας, έδωσε στον έλληνα ομόλογό της Γιώργο Παπακωνσταντίνου μία ψηφιοποιημένη λίστα τραπεζικών λογαριασμών με στοιχεία ελλήνων πελατών της τράπεζας HSBC στην Ελβετία, όπου είχε κατατεθεί συνολικά 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Ενώ το γαλλικό κράτος με τη βοήθεια της λίστας εισέπραξε από τους φοροφυγάδες του μισό δισ. ευρώ και πλέον, το ενδιαφέρον των Ελλήνων να επιχειρήσουν το ίδιο παρέμεινε περιορισμένο.
Μόνο πολλούς μήνες αργότερα, τον Ιούνιο του 2011, ο Παπακωνσταντίνου έδωσε τελικά -μόνο- δέκα ονόματα από τη λίστα στον επικεφαλής του ΣΔΟΕ. Τότε δεν διαβίβασε όλα τα στοιχεία, επειδή δεν «εμπιστευόταν την Αρχή», δήλωσε ο πρώην υπουργός πριν από λίγες μέρες.
Ο διάδοχός του ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο σημερινός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και εκτός αυτού μέλος του κυβερνητικού συνασπισμού. Επί εννέα μήνες ο Βενιζέλος ήταν υπουργός οικονομικών, διαπραγματεύτηκε την απομείωση του χρέους και το δεύτερο πακέτο διάσωσης -και επανειλημμένα διαμαρτυρόταν για το μεγάλο πρόβλημα της φοροδιαφυγής.
Στο συρτάρι της γραμματέως του υπήρχε όλο αυτό τον καιρό ένα στικ USB με τα ήδη συγκεντρωθέντα στοιχεία ελλήνων φοροφυγάδων: η λίστα Λαγκάρντ. Απλώς έπρεπε να ξεκινήσει κάποιος τις έρευνες. Αλλά ο Βενιζέλος δεν ανέθεσε στο ΣΔΟΕ έρευνες -ούτε ενημέρωσε κανέναν για τα διαθέσιμα στοιχεία. Η κυβέρνηση νόμιζε ότι η λίστα είχε χαθεί. Μόλις ο νυν υπουργός οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας έμαθε για τα χαμένα στοιχεία και θέλησε να ζητήσει ένα αντίγραφο από το Παρίσι, ο Βενιζέλος θυμήθηκε το στικ στο συρτάρι και το έστειλε στον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά με ταχυμεταφορά. Όπως είπε, δεν γνώριζε «ότι κανείς εκτός από μένα δεν έχει αντίγραφο».
Εν τω μεταξύ, τόσο ο Βενιζέλος όσο και ο Παπακωνσταντίνου αναγκάστηκαν να δικαιολογηθούν ενώπιον Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής. Και οι δύο προσπάθησαν να μεταθέσουν την ευθύνη ο ένας στον άλλο.
Μια άλλη λίστα είναι μικρότερη, αλλά για τους πολιτικούς ακόμα πιο «καυτή»: Αυτή τη στιγμή οι οικονομικές υπηρεσίες ερευνούν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα περιουσιακά στοιχεία περίπου 60 πολιτικών, όχι όμως μόνο για φοροδιαφυγή. Ο πρόεδρος της Βουλής, μέλος του κυβερνώντος κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, απείχε πριν από λίγο καιρό προσωρινά από τα καθήκοντά του λόγω κατηγοριών για διαφθορά. Αρκετοί υψηλόβαθμοι πρώην υπουργοί είναι ύποπτοι για συμμετοχή σε εικονικές συναλλαγές και ξέπλυμα χρήματος.
Το ότι η κατηγορία για δωροδοκία όμως συνεχίζει να μην εμποδίζει την πολιτική καριέρα στην Ελλάδα το αποδεικνύει η περίπτωση του πρώην νομάρχη Θεσσαλονίκης, ο οποίος φέρεται να έχει πάρει ο ίδιος ένα εκατομμύριο ευρώ για δημόσια οικοδομικά μέτρα, τα οποία δεν εκτελέστηκαν ποτέ. Συνδέεται επίσης με ένα μαφιόζικο κύκλωμα τοκογλύφων. Όλα αυτά δεν τον έβλαψαν: Το Μάιο ο πρωθυπουργός Σαμαράς τον τοποθέτησε επικεφαλής της προεκλογικής του εκστρατείας στη βόρειο Ελλάδα.
«Η κοινωνία μας, όπως είναι τώρα, είναι απόλυτα διεφθαρμένη. Έχουμε γίνει άπληστοι και αντικοινωνικοί», λέει ο 75χρονος Κώστας Μπακούρης, που είναι πρόεδρος της Transparency International για την Ελλάδα. Αυτό που λέει, ηχεί εντελώς διαφορετικά από τις δηλώσεις πολλών ευρωπαίων πολιτικών, οι οποίοι ξαφνικά θεωρούν ότι στην Ελλάδα ήδη πολλά αλλάζουν προς το καλύτερο. Τώρα που φαίνεται ξεκάθαρα ότι οι πιστωτές θα εξακολουθήσουν να πληρώνουν, προτιμά κανείς να ωραιοποιεί το αναπόφευκτο.
Στην πραγματικότητα κυβερνά μια ανίκανη πολιτική τάξη, η ίδια όπως συνέβαινε ανέκαθεν, παραπονείται ο Μπακούρης. Για πολλές δεκαετίες, η τάξη αυτή δημιούργησε ένα άρρωστο σύστημα, το οποίο διαπερνά όλα τα κοινωνικά στρώματα.
Γι' αυτό δεν υπάρχουν εκατομμύρια ευρώ αμφίβολης προέλευσης μόνο στους τραπεζικούς λογαριασμούς και βουλευτών. Ακόμα και στον αντιδήμαρχο μιας πρώην υπουργών κωμόπολης 14.000 κατοίκων στη Θεσσαλία το ΣΔΟΕ ανακάλυψε 2,8 εκατ. Ευρώ -αδήλωτα. Ο άνθρωπος αυτός έχει κατά τα άλλα μηνιαίο μισθό περίπου 1500 ευρώ.
Το ΙΚΑ, ο μεγαλύτερος ασφαλιστικός φορέας της Ελλάδας, μετετράπη για πολλούς σε φορέα εξυπηρέτησης ιδιοτελών συμφερόντων. Το γεγονός ότι τα ταμεία του ΙΚΑ είναι στην πραγματικότητα άδεια δεν εμπόδισε ούτε διευθυντές, ούτε απλούς υπαλλήλους να συνεχίσουν να εμβάζουν χρήματα σε φίλους ή γνωστούς, οι οποίοι δεν τα δικαιούνταν. Αλλά ακόμα και απλοί πολίτες ζημίωσαν τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης: Από δήθεν 700 τυφλούς στην Ζάκυνθο, για παράδειγμα, μόνο 60 στην πραγματικότητα δεν βλέπουν. Με τέτοια καθημερινά κόλπα χάνεται κάθε χρόνο το 40% του ΑΕΠ από τα δημόσια ταμεία, όπως εκτιμά ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρος Ρακιντζής.
Όπως λέει ο Μπακούρης, στην Ελλάδα υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για διαφθορά: πολλή γραφειοκρατία, καμία λειτουργική δικαιοσύνη, νόμοι με πολλά παραθυράκια -και οικονομική πίεση. Ο ίδιος ο Μπακούρης ήταν επιχειρηματίας, που επί 20 χρόνια εργάστηκε στην Ελβετία. Υπάρχουν Έλληνες σαν κι αυτόν, οι οποίοι έζησαν πολλά χρόνια στο εξωτερικό και για τον λόγο αυτό βλέπουν πιο καθαρά την κακοδιαχείριση στην πατρίδα τους. Ο Μπακούρης εργάστηκε για λίγο και για το κράτος. Ως διευθύνων σύμβουλος είχε αναλάβει να προετοιμάσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Μετά από δύο χρόνια «οιονεί αυτοαπολύθηκε»: Δεν εννοούσε να αποδεχτεί το ότι όλες οι προσφορές -είτε αφορούσαν μεγάλα έργα υποδομής είτε τη μοκέτα στο Ολυμπιακό Χωριό- στην Ελλάδα κόστιζαν περίπου τρεις φορές περισσότερο απ' ο,τι στο Σύδνεϋ, το οποίο διοργάνωσε τους αγώνες το 2000.
Ο Μπακούρης δεν πιστεύει ότι όλες οι πληροφορίες που περιέχουν οι λίστες θα εξεταστούν πράγματι τώρα. Ένας και μοναδικός είναι ο κορυφαίος πολιτικός, που βρίσκεται εδώ και έξι μήνες στη φυλακή, ο πρώην Υπουργός Άμυνας Άκης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος φέρεται να έχει πάρει πολλά εκατομμύρια από δωροδοκίες για εξοπλιστικά προγράμματα. Ο Τσοχατζόπουλος, ο οποίος αρνείται όλες τις κατηγορίες, ήταν πολιτικός απόγονος του σοσιαλιστή Ανδρέα Παπανδρέου, του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ και πατέρα του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν έγινε γνωστό στον πατέρα Παπανδρέου ότι ο επικεφαλής της ΔΕΗ είχε «τσεπώσει» ενάμισι εκατομμύρια δραχμές, ο πρωθυπουργός αντέδρασε λέγοντας: «Μα όλοι έχουμε συμφωνήσει ότι από καιρού εις καιρόν θα μπορούμε να κάνουμε στους εαυτούς μας μικρά δωράκια. Αλλά, παρακαλώ, ποτέ υπερβολικά μεγάλα».
πηγή
Σχόλια