«Ο μεγαλύτερος καταδότης στην ιστορία των τραπεζών»... αποκαλύπτεται
Ο 45χρονος Χάινριχ Κίμπερ έχει «καρφώσει»- με το αζημίωτο- εκατοντάδες μεγαλοφοροφυγάδες
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 07/08/2010
Εχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. « Είμαι ασυνήθιστος άνθρωπος » καμαρώνει ο 45χρονος Χάινριχ Κίμπερ . Και μάλλον όχι άδικα. Ο πρώην υπάλληλος της τράπεζας επενδύσεων LGΤ του Λιχτενστάιν έχει «καρφώσει» χιλιάδες μεγαλοφοροφυγάδες συνολικά σε 13 χώρες. Το CD με τα στοιχεία τους, τα οποία υπεξαίρεσε το 2002 από την εταιρεία του για να το πουλήσει κατόπιν αντί πολλών εκατομμυρίων ευρώ στις διωκτικές αρχές, έγινε η αφετηρία για ένα πρωτοφανές «σαφάρι» εναντίον τους. Το κακό για αυτόν ήταν ότι έτσι προκάλεσε την μήνιν των θυμάτων του και έγινε στόχος «κεφαλοκυνηγών».
Μέχρι πρότινος μιλούσαν μόνο τα μέσα ενημέρωσης για τον « μεγαλύτερο καταδότη στην ιστορία των τραπεζών ». Τώρα αποφάσισε να μιλήσει και ο ίδιος. Σε συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό «Stern» αναλύει για πρώτη φορά τα μοτίβα του.
Ιστορίες για αγρίους: Το 1997, όπως λέει ο ίδιος, ο κ. Κίμπερ έπεσε θύμα απαγωγής ενός Γερμανού και ενός Ισπανού στην Αργεντινή, όπου κρατήθηκε και βασανίστηκε για 12 ημέρες σε ένα εγκαταλειμμένο υδραγωγείο. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι οι απαγωγείς ήθελαν να τον βάλουν να υπογράψει τσεκ για εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.
Οι τελευταίοι αντιθέτως αντιστρέφουν τη διήγηση, λέγοντας, πρώτον, ότι δεν υπήρξε ποτέ απαγωγή και, δεύτερον, ότι του ζητούσαν απλώς να εξοφλήσει ένα παλιότερο δάνειο.
Σύμφωνα με τον κ. Κίμπερ, ο Χανς-Ανταμ τον είχε διαβεβαιώσει ότι είναι πεπεισμένος για το δίκιο του και ότι θα φρόντιζε ο ίδιος να το βρει, καθοδηγώντας σχετικά το δικαστήριο. « Το ακριβώς αντίθετο έκανε » λέει ο κ. Κίμπερ. « Το δικαστήριο με καταδίκασε και ο πρίγκιπας με πούλησε. Ούτε που ήθελε πια να ακούσει για μένα ».
Από τότε, λέει, το μόνο που είχε στο μυαλό του ήταν η « εκδίκηση ». Και η χρυσή ευκαιρία για αυτό του δόθηκε, όταν περί το 2000 προσελήφθη από την LGΤ με την εντολή να προβεί στην ψηφιοποίηση των στοιχείων των πελατών της. « Βρέθηκα μεμιάς στην πηγή » λέει. « Είχα τα πάντα στη διάθεσή μου ».
Το «πάντα» μεταφράζεται σε μια μαγνητική ταινία την οποία πήρε στη συνέχεια μαζί του και όπου αποτυπώνονται στοιχεία από 3.929 εταιρείες- 1.400 από τη Γερμανία, 700 από την Ελβετία, 600 από τις ΗΠΑ και πάει λέγοντας. Η Ελλάδα, κατ΄ εξαίρεση, δεν αναφέρεται στις 13 ενεχόμενες χώρες.
Ο αριθμός των αναφερόμενων φυσικών προσώπων ήταν 5.828,
μεταξύ των οποίων ο σπουδαιότερος τότε μάνατζερ της Γερμανίας- ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Ρost και πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της Τelekome, καθώς και πολλών άλλων γερμανικών οικονομικών κολοσσών, Κλάους Τσουμβίνκελ. « Υπήρχαν τουλάχιστον 46 γνωστοί πολιτικοί, τα ονόματα των οποίων όμως, προς μεγάλη μου έκπληξη, δεν κοινολογήθηκαν » λέει ο ίδιος.
Ακολούθησε η προσφορά του υλικού στις μυστικές υπηρεσίες της Γερμανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι τελευταίες πείστηκαν σχεδόν αμέσως ότι πρόκειται για μοναδικό «λαβράκι». Οι Γερμανοί τού έδωσαν, ως «αναγνώριση», 5 εκατ. ευρώ, οι Αμερικανοί, ως εικάζεται, ένα πολλαπλάσιο του ίδιου ποσού.
Ταυτόχρονα του έδωσαν νέο όνομα, καθώς και τη δυνατότητα να κυκλοφορεί σώος και ασφαλής εκτός Λιχτενστάιν. Οι μεγάλοι κερδισμένοι είναι βέβαια οι «αγοραστές»: Υπολογίζεται ότι οι Γερμανοί θα εισπράξουν από τα πρόστιμα στους φοροφυγάδες τουλάχιστον 500 εκατ. ευρώ.
« Εχω επενδύσει ασφαλώς την αμοιβή μου σε ομόλογα ευρωπαϊκών χωρών » λέει ο ίδιος. Η μόνη ανασφάλεια, προσθέτει, είναι εκείνη για τη ζωή του.
Και αυτή, τονίζει, απειλείται σε πρώτη γραμμή από τον πρίγκιπα Χανς-Ανταμ. « Κατακλύζεται με προσφορές από κεφαλοκυνηγούς, επαγγελματίες και μη, που του υπόσχονται να με παραδώσουν ζωντανόή νεκρό » λέει. Ονειρα θερινής νυκτός; Μάλλον εφιάλτες. Οι οποίοι θα τον συνοδεύουν, προφανώς, και στην υπόλοιπη ζωή του.
πηγή
Σχόλια