Οι άνθρωποι που διαβάζουν εφημερίδες οδεύουν προς το νεκροταφείο, ενώ οι άνθρωποι που δεν διαβάζουν εφημερίδες βγαίνουν από τα πανεπιστήμια....
Αποχαιρετισμός στα Media (...όπως τα ξέραμε)
Του Μάνου Σιφονιού
Ο Τύπος και τα ΜΜΕ, όπως τα γνωρίζουμε τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν μπει πλέον στο δρόμο χωρίς επιστροφή. Με μια έξυπνη διατύπωση με θετικό πνεύμα έγινε πρόσφατα το μνημόσυνο για το ιστορικό καθημερινό ΒΗΜΑ. Εν ολίγοις μας είπαν ότι, «αφού από τους 90.000 που μας διαβάσανε, μόνο 8.000 είδαν την έντυπη και 82.000 την ηλεκτρονική έκδοση, διακόπτουμε την έντυπη και πάμε σε μια νέα ηλεκτρονική απαντώντας στα αιτήματα των καιρών (εδώ ακούγεται το ταρατατζούμ), αφού πλέον σε όλο τον κόσμο εκατομμύρια πολίτες εγκαταλείπουν τις καθημερινές εφημερίδες και επιλέγουν να ενημερώνονται από τα ηλεκτρονικά μέσα, μέσω του Internet». Εδώ μάλλον γίνεται κάποιο λάθος, που αν δεν κατανοηθεί γρήγορα, μπορεί να οδηγήσει σε αδιέξοδα. Οι αναγνώστες εφημερίδων δεν εγκαταλείπουν ακριβώς τις εφημερίδες, αλλά μάλλον... τα εγκόσμια!
«Οι άνθρωποι που διαβάζουν εφημερίδες οδεύουν προς το νεκροταφείο, ενώ οι άνθρωποι που δεν διαβάζουν εφημερίδες βγαίνουν από τα πανεπιστήμια», είχε δηλώσει ο πολύς Warren Buffett, απηχώντας την πραγματικότητα και δίνοντας και το στίγμα της ταχύτητας με την οποία γίνεται η αλλαγή σκυτάλης. Σε μια γενιά δηλαδή... δεν θα έχουμε τι να βάζουμε στα κλουβιά των καναρινιών, για να θυμηθούμε ένα παλιότερο απαξιωτικό απόφθεγμα για τη χρησιμότητα των εφημερίδων, από το Σπίρο Άγκνιου.
Πέρα από το αστείο, κάποιοι πρέπει να αναρωτηθούν αν αυτό οδηγεί σε έλλειμμα δημοκρατίας αφού η μείωση των τίτλων συνολικά (βλ. πτωχεύσεις και συγχωνεύσεις) θα οδηγήσει σε λίγα και μεγάλα «μαγαζιά» με ό,τι αυτό σημαίνει. Πάντως, όταν στις ΗΠΑ υπολογίζουν ότι από τις 1.500 περίπου εφημερίδες, σε 10 χρόνια, δεν θα υπάρχουν ούτε οι μισές (ούτε σε ηλεκτρονική έκδοση!), το σίγουρο είναι ότι το μέλλον των εφημερίδων είναι το... μουσείο, ακόμη κι αν για πολλά χρόνια, προσωπικά θεωρώ και ελπίζω, ότι θα επιβιώσουν οι εφημερίδες γνώμης, όπως είναι του σαββατοκύριακου, οπότε και ο κόσμος έχει περισσότερο χρόνο να διαβάσει και να σκεφτεί.
Η κρίση φυσικά δεν αφορά μόνο τις εφημερίδες και τα περιοδικά, αλλά και το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Όταν ο Μέρντοχ ετοιμάζει ηλεκτρονική εφημερίδα αποκλειστικά για τα μοδάτα tablets, (με περιεχόμενο που δεν θα είναι καν διαθέσιμο στο ίντερνετ) αυτό για κάποιους δεν είναι καλό νέο! Η τάση υποκατάστασης των παραδοσιακών Μέσων ενημέρωσης, από τα διαδικτυακά, εκφράζει μεν τα σημεία των καιρών, δεν αποτελεί όμως απλώς μια αυτόνομη κρίση για τα ΜΜΕ, αλλά τροφοδοτείται και από συνισταμένες κρίσεις, που λίγο πολύ ισχύουν διεθνώς. Η αδιαφορία των νέων αναγνωστών που την υπαινίσσεται και ο Buffet, η αύξηση της τιμής του χαρτιού, η αλματώδης αύξηση της κυκλοφορίας των εφημερίδων που διανέμονται δωρεάν, η αυτή καθεαυτή κρίση της δημοσιογραφίας που είναι ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο, η υπερπληθώρα των ΜΜΕ τα τελευταία 30 χρόνια και φυσικά η κατάρρευση (ένεκα της οικονομικής κρίσης) και ο κατακερματισμός του διαφημιστικού τζίρου. Υπάρχουν δηλαδή πια περισσότερα απλωμένα χέρια για πολύ λιγότερα χρήματα.
Στο παράδειγμα της Ελλάδας δεν χρειαζόμασταν το ίντερνετ για να συναντήσουμε τον τοίχο! Πόσο θα αντέχανε 11 τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας, 52 σταθμοί τοπικής και 75 περιφερειακής, 40 ραδιοφωνικοί σταθμοί στο Νομό Αττικής και καμιά χιλιάδα στην υπόλοιποι χώρα, 33 καθημερινές εφημερίδες, 15 οικονομικές, πάνω από 40 εβδομαδιαίες και κυριακάτικες, 18 αθλητικές, πάνω από 500 τοπικές και εκατοντάδες περιοδικά; Ειδικά για την τηλεόραση σημειώνω ότι στις αρχές τις δεκαετίας του ΄90 οι εκτιμήσεις λέγανε ότι η αγορά άντεχε 2 με 2,5! τηλεοπτικούς σταθμούς.
Που βρισκόμαστε σήμερα; Ας μη κρυβόμαστε. Πέρα από το ότι εξανεμίζονται τα διαφημιστικά κονδύλια, δεν υπάρχουν πια μεγάλα έργα που προσέφεραν –για ευνόητους λόγους – τη δυνατότητα συντήρησης ακόμη και ζημιογόνων Μέσων (συνήθως εφημερίδας). Δεν υπάρχουν πλέον και τα αντίστοιχα μεγάλα κονδύλια κρατικής διαφήμισης που σε κάποιες περιπτώσεις συντηρούσαν αποκλειστικά και σκανδαλωδώς κάποια έντυπα. Και τα πράγματα θα γίνουν μάλλον χειρότερα. Τα έσοδα θα μειωθούν (για κάποιες οικονομικές εφημερίδες δραματικά) εάν προκύψει κατάργηση της υποχρέωσης δημοσίευσης των ισολογισμών που επιβαρύνει τις εταιρίες. Στην εποχή του διαδικτύου και της κρίσης της επιχειρηματικότητας, δεν υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα για τη διατήρηση αυτής της υποχρέωσης, ή μη μόνον της προοπτικής του να βρεθούν ακόμη περισσότεροι δημοσιογράφοι στο δρόμο. Και αυτό κανέναν δεν πρέπει να ευχαριστεί. Το ανταποδοτικό τέλος υπέρ της ΕΡΤ, μάλλον το βλέπω να παραμένει και ας φωνάζει ο ΣΕΒ, καθόσον δεν είναι μακριά από τα ευρωπαϊκά δεδομένα και τυχόν κατάργησή του θα σήμαινε και κατάρρευση της ΕΡΤ. Όσον αφορά το περίφημο αγγελιόσημο και τις «προαιώνιες» στρεβλώσεις που κομίζει, δύσκολα θα θιγεί, όπως μου εξηγούσε φίλος δημοσιογράφος, γιατί υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό –για λόγους που δεν είναι του παρόντος– τις εργοδοτικές εισφορές. Σε κάθε περίπτωση, η συνεχιζόμενη μείωση της διαφημιστικής δαπάνης, θα σημαίνει και αντίστοιχη μείωση των εσόδων για το ταμείο των δημοσιογράφων με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Επί «ξυρού ακμής» και ο κομματικός τύπος που πούλαγε πριν 20 και πάνω χρόνια κάμποσες χιλιάδες φύλλα και πλέον φυλλορροεί, αντανακλώντας και την κατάρρευση των ιδεολογιών, αλλά και την αδυναμία κυρίως της αριστεράς (και των παραταξιακών της εντύπων) να ξεφύγουν από τον παραδοσιακά καταγγελτικό λόγο, που μειώνει το κοινό τους. Η εποχή που οι αναγνώστες πίστευαν την εφημερίδα τους επειδή απλώς συμμερίζονταν τις ιδέες της, έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Και αυτό δεν αφορά μόνο τον κομματικό τύπο. Η κρίση εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ μαζί με την απαξίωση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, αφορά τους πάντες και έχουν σχέση, τόσο με την τριπλέτα της περιβόητης διαπλοκής (ΜΜΕ - Πολιτικοί - Επιχειρήσεις), όσο και με το περιεχόμενο και το είδος της «είδησης», καθώς και τον τρόπο ερμηνείας και σχολιασμού της, που γίνονται σε βάρος της ουσίας της.
Επιστρέφοντας στη διαφήμιση, εκείνο που δεν έχει γίνει σαφώς κατανοητό είναι ότι τα παραδοσιακά ΜΜΕ δεν ανταγωνίζονται απλώς τα νέα ηλεκτρονικά ΜΜΕ –που ήδη κάποια στο εξωτερικό είναι κερδοφόρα– γιατί τότε θα μιλάγαμε για μια απλή τεχνική αλλαγή. Στην πραγματικότητα διαγκωνίζονται πλέον για μια μικρότερη διαφημιστική πίτα με νέα μέσα υποδοχής της διαφήμισης, που ΔΕΝ είναι μέσα ενημέρωσης. Μπορεί να είναι από ψυχαγωγικά και πληροφοριακά (παιχνιδότοποι, ταξίδια κλπ), μέχρι τις ίδιες τις μηχανές αναζήτησης, αλλά και τα γνωστά κοινωνικά δίκτυα. Οι marketers έχουν να λύσουν ένα πολύ δυσκολότερο γρίφο κατανομής του διαφημιστικού τους budget και η τάση είναι εις βάρος των παραδοσιακών μέσων.
Τα παραδοσιακά Μέσα και οι διοικήσεις τους, που θέλουν (και πρέπει) να παραμείνουν στην αγορά είναι πλέον υποχρεωμένα να αναζητήσουν ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο. Η ανανέωση, ή η αναδιάρθρωση (που είναι και της μόδας) της λειτουργίας τους αποτελεί μονόδρομο που θα πρέπει να οδηγήσει σε φρέσκο και ελκυστικό προϊόν ενημέρωσης, μειώνοντας ταυτόχρονα το κόστος παραγωγής του (βλ. μειώσεις μισθών, συγχωνεύσεις, κλπ). Αλλά πώς να το κάνουν όταν βρίσκονται σε ένα πολύ δύσκολο περιβάλλον και ο χρόνος τρέχει σε βάρος τους; Είναι σα να είσαι υποχρεωμένος να τρέχεις με το αυτοκίνητο και την ίδια στιγμή να πρέπει να αλλάξεις λάστιχα! Δύσκολη άσκηση χωρίς να έχεις θύματα! Και δυστυχώς αυτά θα είναι η ίδια η δημοσιογραφία και οι θέσεις εργασίας δημοσιογράφων.
*Ο κ. Μάνος Σιφονιός είναι Συγγραφεάς - Επικοινωνιολόγος
Πηγή:www.capital.gr http://www.capital.gr/Articles.asp?id=1116289
Σχόλια