Η Μπακογιάννη γιά τούς Ευρωπαικούς θεσμούς και την οικονομία.

......Τα αίτια της διόγκωσης του χρέους όμως είναι πολιτικά και κοινωνικά. Όσο λιγότερο αναπτυγμένη είναι μία κοινωνία τόσο περισσότερο πιέζει το κράτος για πελατειακή προστασία. Και όσο πιο υποανάπτυκτο και διεφθαρμένο είναι το πολιτικό σύστημα, τόσο περισσότερο τείνει να χρησιμοποιεί το κράτος για πελατειακούς σκοπούς.........
Στήν πραγματικότητα - πολιτικά μιλώντας - η Μπακογιάννη παραμένει μιά άγνωστη...
Ακόμα και στίς πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές δέν μάθαμε τί ακριβώς πρεσβεύει πολιτικά...
Οπως και να έχει έχουμε εδώ μιά ομιλία η οποία δείχνει να είναι αμιγώς πολιτική...
Απο αυτήν την άποψη έχει ενδιαφέρον....

Η βουλευτής της ΝΔ Ντόρα Μπακογιάννη, μίλησε σήμερα στην Κύπρο, σε εκδήλωση με θέμα: «Ευρωπαϊκοί θεσμοί και οικονομία: Τι μας αποκάλυψε η οικονομική κρίση». Ακολουθεί η ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη.



«Ευχαριστώ θερμά την Οργάνωση Νέων Επιστημόνων του Δημοκρατικού Συναγερμού, του αδελφού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας , για την τόσο ευγενική τους πρόσκληση να έρθω και πάλι να μιλήσω στην Κύπρο. Ευχαριστώ και όλους εσάς για την παρουσία σας.

Απόψε θα σας πω πρώτα λίγα λόγια για τη θεσμική εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιθυμώ να στρέψω κατόπιν την προσοχή σας στη μεγάλη οικονομική κρίση που, με αφορμή το έλλειμμα και το χρέος της Ελλάδας, θεωρείται πλέον ως κρίση δομική, όχι μόνον των Μεσογειακών χωρών, αλλά και της ζώνης του ευρώ γενικότερα.

Επιτρέψτε μου να αφιερώσω την αποψινή μου ομιλία στις γυναίκες, καθώς σύντομα θα γιορτάσουμε την ημέρα της γυναίκας. Στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, αλλά και στην ανασυγκρότηση που ελπίζω ότι θα προκαλέσει η παρούσα κρίση, ο ρόλος της γυναίκας θα είναι, πιστεύω, κομβικός, καίριος: Η γυναίκα καλείται, ιδίως στην Ελλάδα, να σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος των νέων μέτρων: Στην αύξηση των ορίων ηλικίας, στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Η γυναίκα, επομένως, οφείλει αλλά –πρωτίστως δικαιούται- έναν νέο, έναν ενισχυμένο ρόλο στην κοινωνία, στην ανάπτυξη, στην πολιτική. Αυτόν τον νέο ρόλο θα ενισχύσει η νέα θεσμική αρχιτεκτονική της Ευρώπης, αλλά και το άνοιγμα της οικονομίας μετά το ξεπέρασμα της κρίσης.

Η Ευρώπη θα ολοκληρώσει κατά τη διάρκεια του 2010 τη θεσμική της ανασυγκρότηση με βάση τη Συνθήκη της Λισσαβόνας, που όλοι ελπίσαμε ότι θα βοηθήσει την εσωτερική συνοχή και την εξωτερική εκπροσώπηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης χάρη στην ύπαρξη μιας σταθερής Προεδρίας και Προέδρου. Σημαντικό ρόλο θα παίξει επίσης η ύπαρξη της Υπάτης Εκπροσώπου και της νέας υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης που θα στηρίζει το έργο της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης τον αναβαθμισμένο ρόλο που παίζει πλέον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αλλά και το ρόλο που, σύμφωνα με τη νέα Συνθήκη έχουν πλέον και τα εθνικά κοινοβούλια με βάση την Αρχή της Επικουρικότητας.

Οι εκκρεμότητες περιλαμβάνουν βέβαια, ακόμη, το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο, για το οποίο υπάρχουν σοβαρές διχογνωμίες, διότι εγκαταλείπεται κάπως απότομα το παλιό πλαίσιο στήριξης, ιδίως για τη γεωργία, και την αναμόρφωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, θέμα που το κατέστησε επίκαιρο η πρόσφατη κρίση με αφορμή το έλλειμμα της Ελλάδος και άλλων χωρών.

Αυτά είναι τα καλά νέα, κυρίες και κύριοι.

Ακόμα και τα λίγα αυτά καλά νέα, που προέρχονται κυρίως από τις θετικές θεσμικές εξελίξεις, επισκιάζονται από το γεγονός ότι η Ένωση βρίσκεται σε μια δίνη απ’ την οποία θα κάνει καιρό να συνέλθει.

Το διεθνές της κύρος έχει περιορισθεί: Ο πρόεδρος Ομπάμα ούτε καν θα προσέλθει στη Σύνοδο ΗΠΑ-Ευρώπης.
Η Κίνα και η Ρωσία τον απασχολούν περισσότερο- και ίσως όχι αδίκως.



Η Ένωση για τη Μεσόγειο καρκινοβατεί λόγω του Μεσανατολικού, παρά τις μεγάλες προσπάθειες της ελληνικής πλευράς, για τις οποίες ενημερωθήκατε και εδώ στην Κύπρο επανειλημμένως.


Τα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης είναι διάτρητα στην άκρατη λαθρομετανάστευση και, το κυριότερο, στο Κυπριακό ο ρόλος της Ένωσης δεν είναι αυτός που θα έπρεπε να είναι, δεδομένου ότι η Κύπρος είναι μέλος της Ε.Ε. και η όποια λύση δεν θα πρέπει να δημιουργεί προσχώματα στη λειτουργία της.
Δεν ήρθα βέβαια αυτή τη φορά εδώ να μιλήσω ειδικά για το Κυπριακό, επιτρέψτε μου όμως μια σύντομη αναφορά καθώς βρισκόμαστε, κατά κοινή ομολογία, σε ένα κομβικό σημείο.

Γνωρίζω ότι παραβιάζω ανοικτές θύρες λέγοντας ότι η πλήρης εξομάλυνση, όχι μόνο των ελληνο-τουρκικών αλλά και κυρίως των ευρω-τουρκικών σχέσεων, απαιτεί την επίτευξη μιας δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης του Κυπριακού ζητήματος, πάνω στη βάση μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας. Μόνο ο τερματισμός της ξένης κατοχής και η επανένωση του νησιού, στη βάση των σχετικών αποφάσεων του ΟΗΕ, του Διεθνούς Δικαίου και των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών, μπορεί να διασφαλίσει ότι όλοι στο νησί, ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι, θα απολαύσουν τα αγαθά της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τη στιγμή αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη μια ουσιαστική προσπάθεια, καθώς οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται. Είναι σημαντικό να τονιστεί, στο σημείο αυτό, ότι οι πιέσεις της Ελλάδας και της Κύπρου προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Πρόεδρό της ώθησαν τον κύριο Μπαρόζο να δημιουργήσει μία task force, μία καθαρά ευρωπαϊκή task force, για την παρακολούθηση των συνομιλιών. Με δεδομένο ότι θα ξεκινήσουν σύντομα οι συζητήσεις και για θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούμε να θεωρήσουμε την εξέλιξη αυτή ως σημαντική.





Δεν έχουν θιγεί ακόμα τα θέματα του περιουσιακού, της ασφάλειας και των εγγυήσεων, τα οποία δυστυχώς περιλαμβάνουν τουρκικές θέσεις, όπως στην περίπτωση των εγγυήσεων, που διαφέρουν πολύ από τις δικές μας.

Πολλά λέγονται και γράφονται για τον κίνδυνο που πιθανόν να αντιπροσωπεύει μία εκλογή Έρογλου στις επερχόμενες τουρκοκυπριακές εκλογές. Αλλά ας μη γελιόμαστε. Τον καθοριστικό ρόλο θα παίξει η ύπαρξη -ή μη- επιθυμίας της Τουρκίας για λύση. Θέλω να πιστεύω ότι η Τουρκία θα λάβει υπόψιν και το καλώς νοούμενο δικό της συμφέρον για να διαμορφώσει τη στάση της. Η επίλυση του κυπριακού θα είναι μία win-win situation για όλους. Για την Κύπρο πρωτίστως, για την ίδια την Τουρκία, για την Ελλάδα, για την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και για το ΝΑΤΟ. Διότι η συνεργασία Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΝΑΤΟ παρεμποδίζεται από την αμοιβαία αρνησικυρία Τουρκίας-Κύπρου που είναι φυσικό επακόλουθο της σημερινής κατάστασης.

Δυστυχώς, δεν έχω την αίσθηση ότι η Τουρκία επείγεται: Οι εσωτερικές διαμάχες έχουν προσλάβει ιστορικά πρωτοφανείς διαστάσεις. Και φοβάμαι ότι δεν διαφεύγει της τουρκικής προσοχής η βαθειά κρίση στις οικονομίες και κοινωνίες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που κάνει τη διεύρυνση, πλην Κροατίας, μια υπόθεση διόλου βραχυπρόθεσμη.

Σε καμία όμως περίπτωση δεν πρέπει να παίξουμε το παιχνίδι της Τουρκίας. Οφείλουμε να παραμείνουμε σταθεροί και προσηλωμένοι στον στόχο μας, χωρίς δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις. Πρέπει να επιδείξουμε την ψυχραιμία και νηφαλιότητα.

Γι’ αυτό θα ήθελα να απευθύνω μια δημόσια έκκληση: Ελπίζω να διαψευστώ αλλά πολύ φοβούμαι ότι έρχονται δύσκολες στιγμές. Πρέπει λοιπόν να μείνουμε ενωμένοι. Ενωμένοι σαν μια γροθιά. Να προτάξουμε ενιαίο και αρραγές εθνικό μέτωπο. Ας καταλάβουν επιτέλους ορισμένοι και στη Λευκωσία και στην Αθήνα ότι είμαστε τόσο ισχυροί όσο ο πιο αδύναμός μας κρίκος. Η προσπάθεια αναμόχλευσης των παθών του παρελθόντος, ο εκ νέου διχασμός του Ελληνισμού με τεχνητές γραμμές, μπορεί να ικανοποιεί μικροπολιτικά ένστικτα αλλά προσφέρει κακή, κάκιστη θα έλεγα, υπηρεσία στο Έθνος. Εξωτερική πολιτική για εσωτερική κατανάλωση είναι η πιο καταστροφική συνταγή.

Σήμερα φίλες και φίλοι, το Κυπριακό, καταδεικνύει περίτρανα την απόσταση που η Ευρώπη πρέπει να καλύψει για να καταστεί η δύναμη εκείνη που ονειρεύονται οι λαοί της.

Πουθενά αλλού η ευρωπαϊκή αδυναμία δεν είναι πιο φανερή – και θάλεγα πιο εξοργιστική- απ’ ότι στην περιοχή μας. Πρωτίστως στην Κύπρο. Αλλά και στη Μέση Ανατολή. Δεν σταματώ να υπογραμμίζω, όπου καλούμαι να τοποθετηθώ, ότι η Κύπρος θα’πρεπε να’ναι πρωτίστως, πέραν φυσικά του ΟΗΕ, και ευρωπαϊκή υπόθεση.

Μιλάω συγκεκριμένα για την αναγκαιότητα να γίνει σεβαστό το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το acquis communotaire. Το ευρωπαϊκό κεκτημένο θα πρέπει να είναι κύριο συστατικό της λύσης. Όλοι μας, πιστεύω, κάθε ελληνική και κυπριακή κυβέρνηση, δεν κουραστήκαμε να ζητάμε το αυτονόητο: Λύση με πλήρη σεβασμό του ευρωπαϊκού κεκτημένου.

Ευτυχώς που υπάρχουν, φυσικά, οι δεσμεύσεις της Τουρκίας, τις οποίες καταφέραμε όχι μόνο να εντάξουμε, αλλά και να διευρύνουμε, στο διαπραγματευτικό πλαίσιο.

Αλλά, φίλες και φίλοι, λίγα μπορεί να κάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς εσωτερική συνοχή και άρα εξωτερική ισχύ. Γι’ αυτό και έχει τεράστια σημασία η παρούσα, βαθειά, κρίση να ξεπεραστεί. Σ’ αυτήν λοιπόν, την κεντρική για τη σταθερότητα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος κρίση, θέλω να σας καλέσω τώρα να στρέψουμε την προσοχή μας.

Καθώς η θεσμική ανασύνταξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποδεικνύεται, όπως είδαμε, κατώτερη των προσδοκιών, ξέσπασε ήδη η μεγάλη κρίση με αφορμή τη δημοσιονομική κατάσταση, το μεγάλο χρέος και το υψηλό έλλειμμα της Ελλάδος -και όχι μόνον της Ελλάδος.

Το ελληνικό χρέος βρίσκεται κατά το 1/3 σε ελληνικές τράπεζες και κατά τα 2/3 σε τράπεζες του εξωτερικού. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να θεωρούμε ότι το ελληνικό ζήτημα, έστω και αν είμαστε μικρό ποσοστό των οικονομιών της ευρωζώνης, δεν αφορά άμεσα τις κυβερνήσεις των εταίρων και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Η περίπτωση της Ελλάδος όμως ήταν το έναυσμα που έστρεψε την ανήσυχη προσοχή και στις λοιπές αδύναμες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες -συντομογραφικά και περιφρονητικά- αποκλήθηκαν PIIGS, λέξη που μόνο ένα γιώτα την χωρίζει απ’ τα «γουρούνια». Πρόκειται για το αγγλικό ακρωνύμιο για την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Ισπανία, όπως το ξέρουμε ήδη όλοι.

Κυρίες και Κύριοι,

Η κρίση αυτή έχει δύο συστημικά χαρακτηριστικά: Αφενός μεν αφορά στο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας και στις λοιπές αδυναμίες των Μεσογειακών ιδίως χωρών, αφετέρου δε, όπως δεν άργησε να γίνει σαφές, στις δομικές αδυναμίες της ίδιας της ζώνης του ευρώ.

Ας τα δούμε, ψύχραιμα, με τη σειρά τους: Οι Μεσογειακές, ιδίως, χώρες παρουσιάζουν έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Και, όταν μιλάμε για «έλλειμμα ανταγωνιστικότητας» εννοούμε το σύνολο της πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής υστέρησης που υπονομεύει την ανταγωνιστικότητά τους.

Τα δεδομένα είναι λίγο-πολύ γνωστά: Η ύπαρξη ενός μεγάλου και δυσκίνητου δημόσιου τομέα απορροφά πόρους και συσσωρεύει χρέη ενώ ταυτόχρονα – μέσω της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς- εμποδίζει και την απόδοση των ιδιωτικών πόρων και κεφαλαίων που επενδύονται. Ταυτόχρονα, πολλά κεφάλαια που θα μπορούσαν να επενδυθούν δεν επενδύονται καν, ακριβώς εξαιτίας αυτής της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς.

Η κατάσταση αυτή, κυρίες και κύριοι έχει, ως οικονομική βέβαια συνέπεια, τη διόγκωση του χρέους. Τα αίτια της διόγκωσης του χρέους όμως είναι πολιτικά και κοινωνικά. Όσο λιγότερο αναπτυγμένη είναι μία κοινωνία τόσο περισσότερο πιέζει το κράτος για πελατειακή προστασία. Και όσο πιο υποανάπτυκτο και διεφθαρμένο είναι το πολιτικό σύστημα, τόσο περισσότερο τείνει να χρησιμοποιεί το κράτος για πελατειακούς σκοπούς.

Αγαπητοί φίλοι,

Δεν πρέπει, βεβαίως, να υποτιμώνται και οι καθαρώς οικονομικές πλευρές του προβλήματος. Ας πάρουμε για παράδειγμα την Ισπανία: Προ της κρίσεως, η Ισπανία είχε δημόσιο χρέος μόλις 45% του ΑΕΠ. Η ανεργία είχε πέσει από το 25% που ήταν παλιά κάτω από το 10%.

Η Ισπανία απελάμβανε πλεονάσματα στον προϋπολογισμό της και είχε υποδειγματική ρυθμιστική τάξη στον Τραπεζικό της τομέα. Όλα αυτά όμως στηρίχθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, στη λεγόμενη «φούσκα των ακινήτων», με πόρους που έρχονταν κυρίως από το εξωτερικό.

Την περίοδο 2000-2008 εκεί, όπως και στην Ελλάδα, οι τιμές ανέβηκαν κατά 35% ενώ – την ίδια περίοδο- στη Γερμανία ανέβηκαν μόνο κατά 10%. Η Ισπανία έχανε την ανταγωνιστικότητά της, ακριβώς όπως και η Ελλάδα. Τώρα το χρέος της καλπάζει, μακράν ακόμα, βέβαια απ’ το επίπεδο της Ελλάδας, η δε ανεργία ξαναπλησιάζει το 20%.

Να γιατί, τα χρέη, είναι το αποτέλεσμα, όχι το αίτιο της κρίσης.

Στην Ελλάδα, όπως ξέρετε, τα πράγματα ήταν ακόμα χειρότερα: Την περίοδο 2000-2008 η ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ κυμάνθηκε, κατά μέσο όρο, δύο, κάποτε και τρεις φορές πάνω απ’ τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ και τα επιτόκια δανεισμού ήταν χαμηλά. Αλλά η χώρα καθόταν πάνω στη βόμβα του χρέους, το οποίο, από την είσοδό μας στην Ευρώπη το 1981 και μετά είχε υπερτριπλασιασθεί.

Το πολιτικό έγκλημα, αν θέλετε, που διαπράχθηκε από το πολιτικό σύστημα της Ελλάδος ήταν ότι ποτέ δεν επιχειρήθηκε στις μέρες των παχέων αγελάδων να αντιμετωπισθούν τα τεράστια διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας και να αναβαθμιστεί η ανταγωνιστικότητα, ώστε να μειωθεί το γιγάντιο αυτό χρέος.

Σήμερα, με το ΑΕΠ στο μείον 2% και με τα επιτόκια τρεις και τέσσερις φορές πάνω απ’ το επίπεδο της Γερμανίας, καλούμαστε να κάνουμε τις αλλαγές που δεν επιχειρούσαμε επί τριάντα χρόνια- και σε πολύ καλύτερες μέρες!

Κυρίες και κύριοι,

Απαιτούνται ριζικές αλλαγές στην Ελλάδα. «Σπαρτιατικές» αλλαγές, θα έλεγα. Επώδυνες αλλά τολμηρές. Αλλαγές που να ζωντανεύουν την ανάπτυξη και όχι μόνο να καταπιέζουν τη σημερινή υστέρηση. Χρειάζεται τόλμη, όχι απλώς για τον περιορισμό του ελλείμματος αλλά και για τη δημιουργία ετήσιων πρωτογενών πλεονασμάτων.

Κι αυτό γιατί, ακόμα κι αν πάψει ο νέος δανεισμός, ο ρυθμός μεταβολής του υφιστάμενου χρέους, όπως έχει σωστά υπογραμμισθεί, είναι το ίδιο το επιτόκιο. Το ΑΕΠ πρέπει λοιπόν να αυξάνει και πέραν του ποσοστού των επιτοκίων. Κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ.

Τι χρειάζεται; Τρία πράγματα μαζί: Πρώτον, δημοσιονομικό συμμάζεμα, βεβαίως. Δεύτερον, αλλαγή των δομών του κράτους, ώστε να περιορισθούν σε μόνιμη βάση τα ελλείμματα και, τρίτον, αναπτυξιακή λογική. Η ελληνική κυβέρνηση μέχρι τώρα ασχολείται μόνο με το πρώτο.

Το μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι στο δημόσιο τομέα δεν μας αρέσει να μετράμε τίποτα. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή απόδοση και το κόστος των υπηρεσιών. Δεν έχουμε διαδικασίες αξιολόγησης. Και αυτό οδηγεί στο να μην έχουμε μηχανισμό επιλογής δομών, καθώς και κινήτρων, που να βοηθούν στην αλλαγή των πραγμάτων.

Το μεγάλο διαρθρωτικό μας πρόβλημα είναι επίσης ότι είμαστε μια κλειστή οικονομία. Υπάρχει έλλειμμα ανταγωνισμού στην πλειοψηφία των κλάδων της οικονομίας. Για παράδειγμα, στον τουρισμό και στις θαλάσσιες μεταφορές υπάρχει το καμποτάζ. Η διατήρησή του στοιχίζει περίπου ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Έχουμε, ακόμα, πλήθος από κλειστά επαγγέλματα, από τις μεταφορές μέχρι την παροχή υπηρεσιών, τα οποία οφείλουμε άμεσα, χωρίς συμβιβασμούς και φόβο για το πιθανό πολιτικό κόστος, να τα ανοίξουμε ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας. Παράλληλα επιβάλλεται να ενεργοποιηθεί, επιτέλους, το ΕΣΠΑ και να προσωρήσει η αξιοποίηση των Κοινοτικών αναπτυξιακών πόρων. Για τον σκοπό αυτό υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι 20 δισεκατομμυρίων την επόμενη τετραετία.

Κυρίες και κύριοι,

Το πρόβλημα είναι δομικό πρόβλημα της Ελλάδος αλλά και δομικό πρόβλημα και της ζώνης του ευρώ. Γιατί η εισαγωγή του ευρώ επισπεύσθηκε χωρίς πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης. Τι θα γινόταν αν η Ισπανία ήταν μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών; Τίποτα! Και στη Φλόριντα «έσκασε» η «φούσκα των ακινήτων». Αλλά οι επιταγές της κοινωνικής ασφάλισης και του κλάδου Yγείας έρχονταν απ’ την Ουάσιγκτων.

« Η ακαμψία του ευρώ, όχι το κόστος του χρέους βρίσκεται στο επίκεντρο της κρίσης» έγραψε ο Πώλ Κρούγκμαν, στους “New York Times”. Έχει δίκιο. Θα ξαναγυρίσουμε στη δραχμή; Αδύνατον! Ένας αναλυτής της Berkley’s, ο Μπάρυ Αΐχεγκεν, το είπε καλύτερα απ’ όλους: «μια απόπειρα επανεισαγωγής του εθνικού νομίσματος θα έκανε να ξεσπάσει η μητέρα όλων των κρίσεων». Ο μόνος δρόμος λοιπόν είναι να πάμε μπροστά: Να δουλέψει το ευρώ. Αυτό σημαίνει, τόνισε, ότι πρέπει «να κινηθούμε εμπρός, προς την πολιτική ένωση». «Τα ευρωπαϊκά κράτη», συνέχισε, «πρέπει να λειτουργήσουν περισσότερο όπως οι Αμερικανικές Πολιτείες».

Αλλά η οδός αυτή δεν θα ’ναι ανώδυνη, φίλες και φίλοι. Θα ‘χουμε προβλήματα για χρόνια. Τα Πακέτα Διάσωσης (τα Bailouts) θα είναι αναγκαία. Κι αυτά πάλι, πάνω σ’ ένα υπόβαθρο υψηλής ανεργίας και χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης.

Πολλοί ρωτούν: Πώς θα γίνουν bailouts όταν αντιδρούν οι πλουσιότερες χώρες στη χρηματοδότηση των φτωχότερων; Σε δημοσκόπηση της 14ης Φεβρουαρίου τα δύο τρίτα των Γερμανών δεν επιθυμούν το bailout της Ελλάδος. 53% μας θέλουν έξω απ’ την ευρωζώνη. Μια ακόμα πιο πρόσφατη δημοσκόπηση έδειξε ανατριχιαστικά υψηλά ποσοστά των Ολλανδών να ζητούν το ίδιο.

Αλλά οι πλουσιότερες χώρες, που τώρα δυσανασχετούν, πρωτοστάτησαν στην εισαγωγή του ευρώ χωρίς να υπάρχουν τα εχέγγυα μιας οικονομικής διακυβέρνησης. Να γιατί χαρακτήρισα το πρόβλημα της ζώνης του ευρώ ως δομικό.

Οι πολίτες των Βορείων χωρών συνειδητοποιούν, παράλληλα, ότι, οι τύχες τους συνδέονται με εκείνες των νότιων εταίρων τους. Την ώρα της κρίσης, βέβαια, όλοι βρίσκουν καταφύγιο στην εθνική ταυτότητα, που αναδύεται πιο ισχυρή απ’ την Ευρωπαϊκή ταυτότητα: «η αλληλεγγύη σταματάει στα σύνορα», έγραψε ένας Βερολινέζος δημοσιογράφος. Οι Έλληνες θα τον καταλάβαιναν καλύτερα αν ήξεραν ότι στο Βερολίνο η τοπική κυβέρνηση δεν έχει καν λεφτά για να ρίξει αλάτι στους παγωμένους δρόμους. Ότι μόνο τα μισά φώτα ανάβουν στους δρόμους και ότι γίνονται συσσίτια στις γειτονιές για τους φτωχούς.


Οι Γερμανοί πέρασαν μια δεκαετία περικόπτοντας τα επιδόματα ανεργίας και τις συντάξεις και παγώνοντας τους μισθούς για να γίνουν πιο ανταγωνιστικοί. Διαμαρτύρονται, αλλά καταλαβαίνουν κι αυτό που έγραψε το έγκυρο Die Zeit: «Όπως ο Ομπάμα δεν θα αφήσει μια συστημική Τράπεζα να χρεωκοπήσει, έτσι και η Ευρώπη δεν μπορεί να κλωτσήσει έναν άσωτο υιό έξω από το σύστημα».

Οφείλω όμως να τονίσω ότι, όσο αυτό που θεωρούν «ασωτία» μας παρατείνεται τόσο και η έξωθεν βοήθεια θα καθυστερεί. Γι’ αυτό και είναι καίριας σημασίας να δώσουμε παντού το μήνυμα ότι η Ελλάδα ανασκουμπώνεται. Και φοβάμαι ότι τα κύματα απεργιών, όσο και να τα κατανοεί κανείς, στέλνουν το αντίθετο μήνυμα.

Οι θυσίες των υπερχρεωμένων δεν αρκούν. Οι ίδιοι οι Γερμανοί έχουν καταλάβει, όπως, για παράδειγμα στην ακόλουθη περικοπή από την “Die Welt’’, που την παραθέτω, ότι: «Η έλλειψη κοινής ευρωπαϊκής δημοσιονομικής πολιτικής σημαίνει μιαν αστάθεια εντοιχισμένη στο σύστημα» όταν εισήχθη το ευρώ. Αυτή την παγιωμένη αστάθεια πρέπει να την εξαλείψουμε. Άλλωστε ούτε τα μεγάλα κράτη ούτε η Κομισιόν είναι άμοιροι ευθυνών. Αγνόησαν, ή και υπέθαλψαν, τις πάγιες πρακτικές για τις οποίες κατηγορούν τώρα την Ελλάδα.

Το Center for European Reform στο Λονδίνο, σε ανάλυση του ειδικού Simon Tilford, αναφέρει, επί λέξει, ότι «υπάρχουν πολλά παραδείγματα κυβερνητικών massage στα δημοσιονομικά»: Το 1997, 37,5 δισεκατομμύρια φράγκα στη Γαλλία κρύφτηκαν πίσω από την France Telecom και αφαιρέθηκαν απ’ το έλλειμμα της χώρας ενόψει του ευρώ. Ο Karl Heinz Däke, πρόεδρος του lobby των φορολογουμένων στη Γερμανία, είχε καταγγείλει ότι, με κυβερνητικές αλχημείες, το έλλειμμα του 1997 κατέβηκε στα 2,7% του ΑΕΠ, αντί του αναμενόμενου 5%». Ένα παράδειγμα που ανέφερε ήταν «η μεταφορά χρεών εκτός προϋπολογισμού». Σας θυμίζει κάτι;

Η Commission, απ’ την πλευρά της, πώς δεχόταν οκτώ ολόκληρα χρόνια έναν σχεδόν διπλάσιο μέσο όρο υπέρβασης του ορίου του 3% στο έλλειμμα της Ελλάδος; Γιατί η Commission άλλαξε η ίδια 70 φορές τα στοιχεία, δηλαδή κάθε στοιχείο 4 φορές κατά μέσο όρο; Και γιατί, ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, τερμάτισε από τον Δεκέμβριο του 2007 τη διαδικασία για αναξιοπιστία των ελληνικών στατιστικών στοιχείων;

« Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω», κυρίες και κύριοι. Tώρα όμως δεν είναι ώρα για αμοιβαία επίρριψη ευθυνών. Είναι η ώρα των τολμηρών ελληνικών και ευρωπαϊκών αλλαγών.

Αλλά ο αγώνας δεν θάναι εύκολος: Συγκρατώ την εξής καίρια παρατήρηση απ’ το «Spiegel»: «Μετά την πτώση της Lehman Brothers την κατάσταση έσωσαν οι κυβερνήσεις. Τώρα που πλήττονται οι κυβερνήσεις, αυτές ποιος θα τις σώσει;»

Μερικοί από σας ίσως θυμούνται ότι το 1999, λίγο πριν την εισαγωγή του ευρώ, εν μέσω της σχετικής ευφορίας, έγινε μια δήλωση του Νομπελίστα Milton Friedman που προειδοποιούσε ότι, έτσι όπως εισήχθη, «το ευρώ δεν θα επιζήσει της πρώτης οικονομικής κρίσης»!

Είναι καθήκον μας να τον διαψεύσουμε, όχι διαλύοντας το ευρώ – πράγμα θανάσιμα επικίνδυνο, όπως είπαμε- αλλά ενισχύοντας την πολιτική και οικονομική διακυβέρνηση της Ευρώπης προς την κατεύθυνσή μιας, πολύ μεγαλύτερης από τη σημερινή, ολοκλήρωσης.

Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη νέα περίοδο της Συνθήκης της Λισαβόνας που έχει ξεκινήσει με την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας.

Ταυτόχρονα, η μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα είναι να αντιμετωπίσει και η ίδια τις δομικές και διαρθρωτικές ανεπάρκειες της οικονομικής και κοινωνικής της οργάνωσης, ώστε να υπηρετήσει την κορυφαία στρατηγική επιλογή των σύγχρονων Ελλήνων: τον σταθερό ευρωπαϊκό προσανατολισμό και την θέση που διεκδικούμε στον πυρήνα της Ευρώπης και των κρατών-μελών που δρουν για την πολιτική ενοποίηση και ολοκλήρωση.

Αυτός είναι ο μεγάλος μας στόχος και κάτω από αυτό το πρίσμα, οφείλουν οι Έλληνες πολίτες, κάνοντας σκληρή και βαθιά αυτοκριτική για τους πολλούς «κύκλους των χαμένων ευκαιριών» της μεταπολιτευτικής τριακονταπενταετίας, να χαράξουν μια πορεία ανόρθωσης και ανασυγκρότησης που να στηρίζει τη στρατηγική θέση της Ελλάδας στον πυρήνα της Ενωμένης Ευρώπης.

Απόψε σας μίλησα για τη θεσμική ανασυγκρότηση της Ευρώπης που προχωρά, αλλά που αφήνει και πάλι πολλά κενά. Για την οικονομική κρίση της Ελλάδας, που συνδέεται όμως με τις δομικές αδυναμίες της ίδιας της ζώνης του ευρώ. Γι’ αυτό και κατέληξα λέγοντας ότι πρέπει να κυριαρχεί η εσωτερική πολιτική, κοινωνική και οικονομική συνοχή στην ίδια την Ευρώπη.

Μόνο μια Ευρώπη με πολιτική, κοινωνική και οικονομική συνοχή είναι μια Ευρώπη ισχυρή.

Η παρούσα οικονομική κρίση και το Κυπριακό αποτελούν δύο κολοσσιαίες προκλήσεις για να αναδειχθεί η ευρωπαϊκή αυτή προοπτική.»

Δείτε επίσης δηλώσεις μετά τη συνάντηση με τον πρόεδρο τού ΔΗΣΥ στήν Κύπρο...



Σχόλια