Η Τουρκία, πολιτικά, οικονομικά αλλά καί στρατιωτικά αρχίζει να απογειώνεται. Η ψαλίδα με τήν Ελλάδα ανοίγει....
Η Αγκυρα «τζογάρει» με την ελληνική οικονομία
ΥΠΑΡΧΕΙ ένα ρητό που λέει ότι «η στατιστική είναι ο καλύτερος τρόπος να πεις ψέματα». Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Τουρκίας όμως, ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα, μάλλον αποτυπώνει την αλήθεια. Τη στιγμή που η Αθήνα, βυθισμένη στα ελλείμματα και στα χρέη, χάνει σταδιακά πολλά από τα περιφερειακά της ερείσματα, η Αγκυρα, υιοθετώντας το δόγμα της «ήπιας ισχύος», απλώνει την οικονομική βεντάλια της σε όλη τη Μέση Ανατολή και πέρα από αυτήν. Η πραγματικότητα είναι σκληρή. Η οικονομική (άρα, κατά τους αναλυτές, και η πολιτική) επιρροή της Αγκυρας αυξάνεται και η ψαλίδα με την Ελλάδα ανοίγει. «Η Τουρκία κινείται σήμερα στη Μέση Ανατολή όπως η Ελλάδα στα Βαλκάνια στα μέσα της δεκαετίας του 1990» σημειώνει ο κ. Αντ. Καμάρας, πολιτικός αναλυτής της Levant Ρartners. Η φοβία για τους Αραβες που υπήρχε σταδιακά περιορίζεται. Το άνοιγμα στη Μέση Ανατολή συμπλέει με τη διεθνοποίηση του διεθνούς κεφαλαίου και η Τουρκία διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Σημείο-«τομή» για την τουρκική οικονομία υπήρξε η βαθιά οικονομική κρίση του 2001. Η επιστράτευση τότε στη θέση του υπουργού Οικονομικών του Κεμάλ Ντερβίς, ενός ανθρώπου με μακρά εμπειρία στην Παγκόσμια Τράπεζα, σε συνδυασμό με την εκλογική επικράτηση, έναν χρόνο αργότερα, του Κόμματος Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οδήγησαν σε αλλαγή πορείας. Ο κ. Ντερβίς εκπόνησε ένα τριετές πρόγραμμα με σκοπό τη μακροοικονομική σταθεροποίηση, ενώ ο στόχος της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) λειτούργησε ως μοχλός για οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Παρά την ανάσχεση των μεταρρυθμίσεων λόγω των αντιστάσεων του κεμαλικού κατεστημένου, η κυβέρνηση Ερντογάν προχώρησε σε άνοιγμα πολλών στεγανών σε επίπεδο πολιτικής, κοινωνίας και οικονομίας που έφεραν δυναμισμό.
Οι περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί προεξοφλούν τη μελλοντική αναπτυξιακή δυναμική της Τουρκίας, η οποία στοιχειοθετείται από βασικά πλεονεκτήματα όπως η ευρεία παραγωγική βάση, η υψηλή ανταγωνιστικότητα, η μειωμένη γραφειοκρατία, ο υψηλός ρυθμός των ξένων επενδύσεων. Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ τοποθετεί την Τουρκία στην 61η θέση από άποψη ανταγωνιστικότητας, την ώρα που η Ελλάδα υποχώρησε πέρυσι από την 71η στην 67η θέση. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η Τουρκία προσελκύει μεγαλύτερο όγκο ξένων επενδύσεων, με ρυθμό άνω του 20%, όταν για την Ελλάδα το ποσοστό αυτό μόλις που ξεπερνάει το 12%.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η τουρκική οικονομία δεν αντιμετωπίζει προβλήματα, όπως το δημοσιονομικό της έλλειμμα ή η εκτεταμένη παραοικονομία (κάτι που παρατηρείται και στην Ελλάδα). Μπροστά στα εμπόδια που αντιμετωπίζει όμως η χώρα μας φαντάζουν πολύ μικρά. Ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) εκτιμά ότι η ανάπτυξη της Τουρκίας θα ξεπεράσει το 6,5% για την επταετία 2011-2017. Παράλληλα η πιστοληπτική της ικανότητα ενισχύεται, ενώ η ελληνική αποδυναμώνεται. Την ώρα που η Μoody΄s κάνει λόγο για «αργό θάνατο» της ελληνικής οικονομίας, παρατηρεί ότι «η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της Τουρκίας δείχνει βιώσιμη». Τόσο η Μoody΄s όσο και η Fitch Ratings αναβάθμισαν την πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας το προηγούμενο δίμηνο.
Εντυπωσιακή είναι επίσης η διείσδυση της τουρκικής οικονομίας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Τρεις είναι οι χώρες που έχουν κεντρίσει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον της Αγκυρας: η Συρία, το Ιράκ και το Ιράν. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου , αλλά και ο προκάτοχός του Αλί Μπαμπατζάν , πραγματοποίησαν πολλές περιοδείες για να ανοίξουν πόρτες στις τουρκικές επιχειρήσεις. Ιδιαίτερα ο τουρκικός κατασκευαστικός τομέας είναι πολύ δραστήριος και μόνο στο Ιράκ έχει κάνει δουλειές συνολικού ύψους άνω των 4 δισ. δολαρίων μετά την αμερικανική εισβολή το 2003. Με τη Συρία, το διμερές εμπόριο ξεπέρασε το 1 δισ. ευρώ το 2008 και οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μεγάλη αύξησή του το 2009 ως και στα 4 δισ. ευρώ. Με το Ιράν δε, το διμερές εμπόριο προσέγγισε τα 10 δισ. ευρώ, κάτι που δικαιολογεί και την επιθυμία της Αγκυρας να αποφευχθούν κυρώσεις κατά της Τεχεράνης για το πυρηνικό της πρόγραμμα. Και δεν πρέπει να λησμονούνται οι ακμάζουσες οικονομικές σχέσεις με τη Μόσχα. Η Ρωσία είναι ο πρώτος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας με το διμερές εμπόριο να προσεγγίζει το 2009, κατά εκτιμήσεις, τα 50 δισ. ευρώ.
Η εξαγορά της Finansbank
Τον Απρίλιο του 2006 η Εθνική Τράπεζα προχώρησε σε μια κίνηση την οποία πολλοί χαρακτήρισαν παρακινδυνευμένη. Η εξαγορά του 46% της τουρκικής τράπεζας Finansbank αντί περίπου 2,2 δισ. ευρώ (το 2007 εξαγοράστηκε και το υπόλοιπο αντί 1,7 δισ. ευρώ) απεδείχθη τελικά κίνηση-ματ, επιτρέποντας στην Εθνική Τράπεζα να ξεπεράσει πολλά από τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης.
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η Finansbank συνέβαλε περίπου στο 1/3 των κερδών του ομίλου της τράπεζας κατά το 2009. Συγκεκριμένα τα καθαρά κέρδη της τουρκικής τράπεζας κατά τους πρώτους εννέα μήνες του προηγούμενου έτους ξεπέρασαν τα 330 εκατ. ευρώ.
Το πόσο σημαντική ήταν η επένδυση της Finansbank φαίνεται από το γεγονός ότι και η νέα διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, ο διοικητής της κ. Β. Ράπανος και ο διευθύνων σύμβουλος κ. Απ. Ταμβακάκης, πραγματοποίησε σχεδόν αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη. Οι κκ. Ράπανος και Ταμβακάκης συνοδεύονταν μάλιστα από τον πρώην διοικητή της τράπεζας κ. Τ. Αράπογλου. Ηδη, σύμφωνα με πληροφορίες, η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας εξετάζει τρόπους για περαιτέρω ανάπτυξη της καταθετικής βάσης της Finansbank σε τοπικό νόμισμα.
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=2&artId=292038&dt=21/02/2010
ΥΠΑΡΧΕΙ ένα ρητό που λέει ότι «η στατιστική είναι ο καλύτερος τρόπος να πεις ψέματα». Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Τουρκίας όμως, ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα, μάλλον αποτυπώνει την αλήθεια. Τη στιγμή που η Αθήνα, βυθισμένη στα ελλείμματα και στα χρέη, χάνει σταδιακά πολλά από τα περιφερειακά της ερείσματα, η Αγκυρα, υιοθετώντας το δόγμα της «ήπιας ισχύος», απλώνει την οικονομική βεντάλια της σε όλη τη Μέση Ανατολή και πέρα από αυτήν. Η πραγματικότητα είναι σκληρή. Η οικονομική (άρα, κατά τους αναλυτές, και η πολιτική) επιρροή της Αγκυρας αυξάνεται και η ψαλίδα με την Ελλάδα ανοίγει. «Η Τουρκία κινείται σήμερα στη Μέση Ανατολή όπως η Ελλάδα στα Βαλκάνια στα μέσα της δεκαετίας του 1990» σημειώνει ο κ. Αντ. Καμάρας, πολιτικός αναλυτής της Levant Ρartners. Η φοβία για τους Αραβες που υπήρχε σταδιακά περιορίζεται. Το άνοιγμα στη Μέση Ανατολή συμπλέει με τη διεθνοποίηση του διεθνούς κεφαλαίου και η Τουρκία διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Σημείο-«τομή» για την τουρκική οικονομία υπήρξε η βαθιά οικονομική κρίση του 2001. Η επιστράτευση τότε στη θέση του υπουργού Οικονομικών του Κεμάλ Ντερβίς, ενός ανθρώπου με μακρά εμπειρία στην Παγκόσμια Τράπεζα, σε συνδυασμό με την εκλογική επικράτηση, έναν χρόνο αργότερα, του Κόμματος Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οδήγησαν σε αλλαγή πορείας. Ο κ. Ντερβίς εκπόνησε ένα τριετές πρόγραμμα με σκοπό τη μακροοικονομική σταθεροποίηση, ενώ ο στόχος της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) λειτούργησε ως μοχλός για οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Παρά την ανάσχεση των μεταρρυθμίσεων λόγω των αντιστάσεων του κεμαλικού κατεστημένου, η κυβέρνηση Ερντογάν προχώρησε σε άνοιγμα πολλών στεγανών σε επίπεδο πολιτικής, κοινωνίας και οικονομίας που έφεραν δυναμισμό.
Οι περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί προεξοφλούν τη μελλοντική αναπτυξιακή δυναμική της Τουρκίας, η οποία στοιχειοθετείται από βασικά πλεονεκτήματα όπως η ευρεία παραγωγική βάση, η υψηλή ανταγωνιστικότητα, η μειωμένη γραφειοκρατία, ο υψηλός ρυθμός των ξένων επενδύσεων. Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ τοποθετεί την Τουρκία στην 61η θέση από άποψη ανταγωνιστικότητας, την ώρα που η Ελλάδα υποχώρησε πέρυσι από την 71η στην 67η θέση. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η Τουρκία προσελκύει μεγαλύτερο όγκο ξένων επενδύσεων, με ρυθμό άνω του 20%, όταν για την Ελλάδα το ποσοστό αυτό μόλις που ξεπερνάει το 12%.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η τουρκική οικονομία δεν αντιμετωπίζει προβλήματα, όπως το δημοσιονομικό της έλλειμμα ή η εκτεταμένη παραοικονομία (κάτι που παρατηρείται και στην Ελλάδα). Μπροστά στα εμπόδια που αντιμετωπίζει όμως η χώρα μας φαντάζουν πολύ μικρά. Ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) εκτιμά ότι η ανάπτυξη της Τουρκίας θα ξεπεράσει το 6,5% για την επταετία 2011-2017. Παράλληλα η πιστοληπτική της ικανότητα ενισχύεται, ενώ η ελληνική αποδυναμώνεται. Την ώρα που η Μoody΄s κάνει λόγο για «αργό θάνατο» της ελληνικής οικονομίας, παρατηρεί ότι «η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της Τουρκίας δείχνει βιώσιμη». Τόσο η Μoody΄s όσο και η Fitch Ratings αναβάθμισαν την πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας το προηγούμενο δίμηνο.
Εντυπωσιακή είναι επίσης η διείσδυση της τουρκικής οικονομίας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Τρεις είναι οι χώρες που έχουν κεντρίσει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον της Αγκυρας: η Συρία, το Ιράκ και το Ιράν. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου , αλλά και ο προκάτοχός του Αλί Μπαμπατζάν , πραγματοποίησαν πολλές περιοδείες για να ανοίξουν πόρτες στις τουρκικές επιχειρήσεις. Ιδιαίτερα ο τουρκικός κατασκευαστικός τομέας είναι πολύ δραστήριος και μόνο στο Ιράκ έχει κάνει δουλειές συνολικού ύψους άνω των 4 δισ. δολαρίων μετά την αμερικανική εισβολή το 2003. Με τη Συρία, το διμερές εμπόριο ξεπέρασε το 1 δισ. ευρώ το 2008 και οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μεγάλη αύξησή του το 2009 ως και στα 4 δισ. ευρώ. Με το Ιράν δε, το διμερές εμπόριο προσέγγισε τα 10 δισ. ευρώ, κάτι που δικαιολογεί και την επιθυμία της Αγκυρας να αποφευχθούν κυρώσεις κατά της Τεχεράνης για το πυρηνικό της πρόγραμμα. Και δεν πρέπει να λησμονούνται οι ακμάζουσες οικονομικές σχέσεις με τη Μόσχα. Η Ρωσία είναι ο πρώτος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας με το διμερές εμπόριο να προσεγγίζει το 2009, κατά εκτιμήσεις, τα 50 δισ. ευρώ.
Η εξαγορά της Finansbank
Τον Απρίλιο του 2006 η Εθνική Τράπεζα προχώρησε σε μια κίνηση την οποία πολλοί χαρακτήρισαν παρακινδυνευμένη. Η εξαγορά του 46% της τουρκικής τράπεζας Finansbank αντί περίπου 2,2 δισ. ευρώ (το 2007 εξαγοράστηκε και το υπόλοιπο αντί 1,7 δισ. ευρώ) απεδείχθη τελικά κίνηση-ματ, επιτρέποντας στην Εθνική Τράπεζα να ξεπεράσει πολλά από τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης.
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η Finansbank συνέβαλε περίπου στο 1/3 των κερδών του ομίλου της τράπεζας κατά το 2009. Συγκεκριμένα τα καθαρά κέρδη της τουρκικής τράπεζας κατά τους πρώτους εννέα μήνες του προηγούμενου έτους ξεπέρασαν τα 330 εκατ. ευρώ.
Το πόσο σημαντική ήταν η επένδυση της Finansbank φαίνεται από το γεγονός ότι και η νέα διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας, ο διοικητής της κ. Β. Ράπανος και ο διευθύνων σύμβουλος κ. Απ. Ταμβακάκης, πραγματοποίησε σχεδόν αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη. Οι κκ. Ράπανος και Ταμβακάκης συνοδεύονταν μάλιστα από τον πρώην διοικητή της τράπεζας κ. Τ. Αράπογλου. Ηδη, σύμφωνα με πληροφορίες, η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας εξετάζει τρόπους για περαιτέρω ανάπτυξη της καταθετικής βάσης της Finansbank σε τοπικό νόμισμα.
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=2&artId=292038&dt=21/02/2010
Σχόλια