Tο Κενό του Πολιτικού Λεξιλογίου. Οι νέες τάσεις καί η ισχυρή επιθυμία για αναζήτηση και ανάδειξη των ταυτοτήτων...
Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης είχε, μεταξύ άλλων, και βαθύτατες συνέπειες στα σοσιαλιστικά δημοκρατικά κόμματα στη Ευρώπη, αλλά και τα κομμουνιστικά.
Η πτώση του 'υπαρκτού σοσιαλισμού' αποπυροδότησε πλήρως την ήδη εξαντλημένη περιγραφική ισχύ των παραδοσιακών πολιτικών εννοιών. Έννοιες όπως "συντηρητισμός", "φιλελευθερισμός", "αριστερά", "δεξιά", "σοσιαλισμός" φαίνεται ότι είχαν φτάσει στο τέλος τους. Άκρως ενδεικτικά και μέσα στο κλίμα της πτώσης της Σοβιετικής Ένωσης ο Παναγιώτης Κονδύλης έγραφε: "Για πολλοστή φορά στις μέρες του αποτυχημένου πραξικοπήματος της Μόσχας, τον Αύγουστο του 1991, άκουγε και διάβαζε κανείς ότι οι "συντηρητικοί" της Κα-Γκε-Μπέ και του ΚΚΣΕ ήθελαν να εμποδίσουν την πορεία προς την ελεύθερη οικονομία και τον κοινοβουλευτισμό. Και πολλά δημοσιογραφικά όργανα, τα οποία επιτιμούσαν με το επίθετο "συντηρητικός" όσους κατά τα άλλα χαρακτήριζαν "σταλινικούς" ή "ορθόδοξους κομμουνιστές", απέδιδαν αμέριμνα, κάποτε και στη διπλανή στήλη, την ίδια ιδιότητα σε πολιτικά πρόσωπα όπως ο Ρέηγκαν και η Θάτσερ, ο Μπους και ο Κολ. Ένας καλόπιστος αναγνώστης, ο οποίος θα ήθελε να πάρει στην ονομαστική του αξία τον προσφερόμενο έντυπο λόγο, θα έπρεπε από αυτό να συμπεράνει λογικά ότι ανάμεσα στους παραπάνω δυτικούς πολιτικούς και στους σοβιετικούς εχθρούς της "περεστρόικα" υφίσταται μια κοινότητα φρονημάτων και σκοπών. Έναν τέτοιο παραλογισμό τον απέτρεπε βέβαια ο κοινός νούς...",(στην εφημ. Frankfurter Allgemeine 5.10.1991, και σε εκτενέστερη μορφή στο βιβλίο του 'Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο', Θεμέλιο 1992).
Βέβαια αυτοί οι όροι, έστω και σε πολύ λιγότερο βαθμό, χρησιμοποιούνται και σήμερα για προφανείς ψυχολογικούς λόγους και χωρίς ασφαλώς καμία δεσμευτικότητα. Και φαίνεται ότι η χρήση τους γίνεται περισσότερο σε χώρες με μεταπρατική πολιτική σκέψη παρά στην ίδια της καρδιάς της Ευρώπης απ' όπου γεννήθηκαν. Η αμφισημία των όρων αυτών υφίστατο πάντοτε, και ιδιαίτερα μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο αυτή αρχίζει και διευρύνεται εξαιτίας του πολεμικού της χαρακτήρα και να χαλαρώνει. Όμως η χρήση τους, έστω και μερικώς, ήταν δόκιμη και ανταποκρινόταν στην περιγραφή φαινομένων και τάσεων. Υπήρχαν οπωσδήποτε και περιπτώσεις που αν παραβλέψουμε την ρητορική των εκπροσώπων τους ο τίτλος δεν έχει καμία σχέση με το περιεχόμενο. Όπως για παράδειγμα καθεστώτα σε χώρες του τρίτου κόσμου που προσδιορίζονταν ως 'σοσιαλιστικά', ενώ δεν ήταν στην πραγματικότητα παρά εθνικιστικές δικτατορίες.
Στα αρχικά τους στάδια, στις αρχές του 19ου αιώνα, οι όροι "φιλελευθερισμός", "σοσιαλισμός", και "συντηρητισμός" αντιστοιχήθηκαν οι μεν δύο πρώτοι με τις νέες τάξεις, την αστική ως απόρροια της γαλλικής επανάστασης και την εργατική που προέκυψε από την εκβιομηχάνιση. Ο "συντηρητισμός" σήμανε τις προσπάθειες της κληρονομικής αριστοκρατίας και των φεουδαρχών να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους τα οποία αμφισβητούνταν έμπρακτα από τις φιλελεύθερες ιδέες της αστικής τάξης. Γρήγορα η παραδοσιακή αριστοκρατία αναγκάστηκε να συγχωνευθεί με την αστική τάξη, και να αποτελέσει το μεγαλοαστικό της μέρος και έτσι "συντηρητισμός" έφτασε να σημαίνει την εναντίωση στις αλλαγές που ήθελε να φέρει η αριστερά με την καθυπόταξη της αστικής τάξης, και όχι η αστική τάξη στην αριστοκρατία. Κατά μια περίοδο ο χαρακτηρισμός αυτός δινόταν στην ελεγχόμενη οικονομία και στα καθεστώτα που την διαχειριζόντουσαν στην Σοβιετική Ενωση και αλλού, ενώ κατά μια άλλη "συντηρητικός" ήταν ο υπέρμαχος της ελεύθερης οικονομίας και του κοινοβουλευτικού συστήματος.
Αν σήμερα ο "συντηρητισμός" μπορεί να χρησιμοποιηθεί υπό μια ευρύτατη έννοια ως η προσπάθεια διατήρησης καταστάσεων που έχουν επιβληθεί και παγιωθεί εδώ και πολλά χρόνια στον κοινωνικό και πολιτικό στίβο, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα για όρους όπως "αριστερά", "δεξιά", "φιλελευθερισμός" κ.τ.λ. Ο κλασσικός φιλελευθερισμός έχει διαγράψει προ πολλού την πορεία του και προβάλλει τώρα με νέες αξιώσεις (νεοφιλελευθερισμός) για πλήρη αποκατάσταση της πολιτικής από την οικονομία. Η αριστερά μετά την αποτυχία του 'υπαρκτού σοσιαλισμού' ουσιαστικά έχει υποταχθεί στους όρους της Δύσης και εν πολλοίς στις αμερικανικές εκδοχές της 'δημοκρατίας και ελευθερίας'. Απόπειρες για να περιγραφούν ως κομμουνισμός φιλότιμές προσπάθειες για συγκράτηση του φιλελευθερισμού και κάποια άρση των μεγιστοποιημένων ανισοτήτων, όπως στην Βενεζουέλα του Ούγκο Τσάβες, μάλλον δεν έχουν μέλλον.
Εκείνο το οποίο άρχισε να προβάλλει με σαφή τρόπο μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού είναι νέες τάσεις και προβλήματα με παγκόσμιο χαρακτήρα, για τα οποία θα πρέπει να δημιουργηθεί νέο πολιτικό λεξιλόγιο. Ίσως όχι κατ' ανάγκη συμπαγές και παγιωμένο εξαιτίας της πλήξης που προκαλούν τα ιδεολογικά ψιμύθια. Πολλά προβλήματα και ζητούμενα είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους και είναι παράγωγα των παραδοσιακών ιδεολογιών, όπως η εξάντληση το πόρων και η διατάραξη της ισορροπίας του οικοσυστήματος, που θα προκαλεί μαζική μετακίνηση φτωχών πληθυσμιακών ομάδων εξαιτίας των καταστροφών από έντονα καιρικά φαινόμενα. Ταυτόχρονα, νέα ζητήματα όπως ο ισλαμικός φονταμενταλισμός, ο νέος ρόλος του κράτους, η εξάπλωση της τρομοκρατίας, η ισχυρή επιθυμία για αναζήτηση και ανάδειξη των ταυτοτήτων θα διαμορφώσουν νέα κριτήρια για την πολιτική πράξη και λόγο.
http://www.politis-news.com/cgibin/hweb?-A=11064&-V=fakeloiarticles
Η πτώση του 'υπαρκτού σοσιαλισμού' αποπυροδότησε πλήρως την ήδη εξαντλημένη περιγραφική ισχύ των παραδοσιακών πολιτικών εννοιών. Έννοιες όπως "συντηρητισμός", "φιλελευθερισμός", "αριστερά", "δεξιά", "σοσιαλισμός" φαίνεται ότι είχαν φτάσει στο τέλος τους. Άκρως ενδεικτικά και μέσα στο κλίμα της πτώσης της Σοβιετικής Ένωσης ο Παναγιώτης Κονδύλης έγραφε: "Για πολλοστή φορά στις μέρες του αποτυχημένου πραξικοπήματος της Μόσχας, τον Αύγουστο του 1991, άκουγε και διάβαζε κανείς ότι οι "συντηρητικοί" της Κα-Γκε-Μπέ και του ΚΚΣΕ ήθελαν να εμποδίσουν την πορεία προς την ελεύθερη οικονομία και τον κοινοβουλευτισμό. Και πολλά δημοσιογραφικά όργανα, τα οποία επιτιμούσαν με το επίθετο "συντηρητικός" όσους κατά τα άλλα χαρακτήριζαν "σταλινικούς" ή "ορθόδοξους κομμουνιστές", απέδιδαν αμέριμνα, κάποτε και στη διπλανή στήλη, την ίδια ιδιότητα σε πολιτικά πρόσωπα όπως ο Ρέηγκαν και η Θάτσερ, ο Μπους και ο Κολ. Ένας καλόπιστος αναγνώστης, ο οποίος θα ήθελε να πάρει στην ονομαστική του αξία τον προσφερόμενο έντυπο λόγο, θα έπρεπε από αυτό να συμπεράνει λογικά ότι ανάμεσα στους παραπάνω δυτικούς πολιτικούς και στους σοβιετικούς εχθρούς της "περεστρόικα" υφίσταται μια κοινότητα φρονημάτων και σκοπών. Έναν τέτοιο παραλογισμό τον απέτρεπε βέβαια ο κοινός νούς...",(στην εφημ. Frankfurter Allgemeine 5.10.1991, και σε εκτενέστερη μορφή στο βιβλίο του 'Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο', Θεμέλιο 1992).
Βέβαια αυτοί οι όροι, έστω και σε πολύ λιγότερο βαθμό, χρησιμοποιούνται και σήμερα για προφανείς ψυχολογικούς λόγους και χωρίς ασφαλώς καμία δεσμευτικότητα. Και φαίνεται ότι η χρήση τους γίνεται περισσότερο σε χώρες με μεταπρατική πολιτική σκέψη παρά στην ίδια της καρδιάς της Ευρώπης απ' όπου γεννήθηκαν. Η αμφισημία των όρων αυτών υφίστατο πάντοτε, και ιδιαίτερα μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο αυτή αρχίζει και διευρύνεται εξαιτίας του πολεμικού της χαρακτήρα και να χαλαρώνει. Όμως η χρήση τους, έστω και μερικώς, ήταν δόκιμη και ανταποκρινόταν στην περιγραφή φαινομένων και τάσεων. Υπήρχαν οπωσδήποτε και περιπτώσεις που αν παραβλέψουμε την ρητορική των εκπροσώπων τους ο τίτλος δεν έχει καμία σχέση με το περιεχόμενο. Όπως για παράδειγμα καθεστώτα σε χώρες του τρίτου κόσμου που προσδιορίζονταν ως 'σοσιαλιστικά', ενώ δεν ήταν στην πραγματικότητα παρά εθνικιστικές δικτατορίες.
Στα αρχικά τους στάδια, στις αρχές του 19ου αιώνα, οι όροι "φιλελευθερισμός", "σοσιαλισμός", και "συντηρητισμός" αντιστοιχήθηκαν οι μεν δύο πρώτοι με τις νέες τάξεις, την αστική ως απόρροια της γαλλικής επανάστασης και την εργατική που προέκυψε από την εκβιομηχάνιση. Ο "συντηρητισμός" σήμανε τις προσπάθειες της κληρονομικής αριστοκρατίας και των φεουδαρχών να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους τα οποία αμφισβητούνταν έμπρακτα από τις φιλελεύθερες ιδέες της αστικής τάξης. Γρήγορα η παραδοσιακή αριστοκρατία αναγκάστηκε να συγχωνευθεί με την αστική τάξη, και να αποτελέσει το μεγαλοαστικό της μέρος και έτσι "συντηρητισμός" έφτασε να σημαίνει την εναντίωση στις αλλαγές που ήθελε να φέρει η αριστερά με την καθυπόταξη της αστικής τάξης, και όχι η αστική τάξη στην αριστοκρατία. Κατά μια περίοδο ο χαρακτηρισμός αυτός δινόταν στην ελεγχόμενη οικονομία και στα καθεστώτα που την διαχειριζόντουσαν στην Σοβιετική Ενωση και αλλού, ενώ κατά μια άλλη "συντηρητικός" ήταν ο υπέρμαχος της ελεύθερης οικονομίας και του κοινοβουλευτικού συστήματος.
Αν σήμερα ο "συντηρητισμός" μπορεί να χρησιμοποιηθεί υπό μια ευρύτατη έννοια ως η προσπάθεια διατήρησης καταστάσεων που έχουν επιβληθεί και παγιωθεί εδώ και πολλά χρόνια στον κοινωνικό και πολιτικό στίβο, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα για όρους όπως "αριστερά", "δεξιά", "φιλελευθερισμός" κ.τ.λ. Ο κλασσικός φιλελευθερισμός έχει διαγράψει προ πολλού την πορεία του και προβάλλει τώρα με νέες αξιώσεις (νεοφιλελευθερισμός) για πλήρη αποκατάσταση της πολιτικής από την οικονομία. Η αριστερά μετά την αποτυχία του 'υπαρκτού σοσιαλισμού' ουσιαστικά έχει υποταχθεί στους όρους της Δύσης και εν πολλοίς στις αμερικανικές εκδοχές της 'δημοκρατίας και ελευθερίας'. Απόπειρες για να περιγραφούν ως κομμουνισμός φιλότιμές προσπάθειες για συγκράτηση του φιλελευθερισμού και κάποια άρση των μεγιστοποιημένων ανισοτήτων, όπως στην Βενεζουέλα του Ούγκο Τσάβες, μάλλον δεν έχουν μέλλον.
Εκείνο το οποίο άρχισε να προβάλλει με σαφή τρόπο μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού είναι νέες τάσεις και προβλήματα με παγκόσμιο χαρακτήρα, για τα οποία θα πρέπει να δημιουργηθεί νέο πολιτικό λεξιλόγιο. Ίσως όχι κατ' ανάγκη συμπαγές και παγιωμένο εξαιτίας της πλήξης που προκαλούν τα ιδεολογικά ψιμύθια. Πολλά προβλήματα και ζητούμενα είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους και είναι παράγωγα των παραδοσιακών ιδεολογιών, όπως η εξάντληση το πόρων και η διατάραξη της ισορροπίας του οικοσυστήματος, που θα προκαλεί μαζική μετακίνηση φτωχών πληθυσμιακών ομάδων εξαιτίας των καταστροφών από έντονα καιρικά φαινόμενα. Ταυτόχρονα, νέα ζητήματα όπως ο ισλαμικός φονταμενταλισμός, ο νέος ρόλος του κράτους, η εξάπλωση της τρομοκρατίας, η ισχυρή επιθυμία για αναζήτηση και ανάδειξη των ταυτοτήτων θα διαμορφώσουν νέα κριτήρια για την πολιτική πράξη και λόγο.
http://www.politis-news.com/cgibin/hweb?-A=11064&-V=fakeloiarticles
Σχόλια