Στάθηκε γιά μιά στιγμή με τό νερό ως τα γόνατα...
Κοίταξε ίσια μπροστά...
Η θάλασσα, μπλέ, καθαρό ζωογόνο μπλέ...
Πέρα στό βάθος έσμιγε μέ τό ουρανό...
Ενα σμήνος γλάρων πετούσε εκεί κοντά καί τούς ένιωσε να τον καλούν...
Ελα, έλα...
Πίσω του ένας σκύλος άρχισε να γαυγίζει απειλητικά...
Πήρε μιά βαθιά ανάσα καί βούτηξε...
Τό νερό δροσερό, καθαρό...
Ενιωσε ανάλαφρος...
Ξεκίνησε να κολυμπάει με απλωτές...
Αργές, νωχελικές σχεδόν, απλωτές γιά να μπεί στό κλίμα, να ζεσταθεί...
Ενιωσε μιά κάποια απελευθέρωση...
Ομως η φωνή ήταν πάντα εκεί...
Στήν αρχή σάν ανεπαίσθητος ψίθυρος αλλά όσο πήγαινε η ένταση δυνάμωνε...
Τήν άκουγε χρόνια τώρα..
Ηταν τό δικό του, κατάδικό του μυστικό...
Γιαυτό καί έκανε τόσα σπόρ...
Προσπαθούσε να ξεφύγει...
Τά λόγια , πάντα τα ίδια...
"Δέν μπορείς , δέν κάνεις, δέν είσαι φτιαγμένος γιαυτό"...
Ηξερε ότι η φωνή είχε δίκιο..
Ομως δέν μπορούσε να κάνει αλλιώς..
Η μοίρα του ήταν προδιαγεγραμμένη απο τη στιγμή πού γεννήθηκε...
Τό γύρισε γρήγορα σέ πεταλούδα...
Οι κινήσεις του ήταν παθιασμένες...
Προσπαθούσε να ξεφύγει απο τη φωνή...
Τώρα κολυμπούσε σάν δαιμονισμένος...
ΟΜως η φωνή δυνάμωνε και αυτή...
Ηξερε ότι όσο αυτός έτρεχε τόσο και η φωνή θα δυνάμωνε...
Ομως -για μιά φορά ακόμα- δέν είχε επιλογή...
Οι κινήσεις του ήταν πλέον πολύ γρήγορες , κοφτές...
Εβγαζε τό κεφάλι απο το νερό (λίγο πρίν σκάσει) καί βουτούσε πάλι...
Ηθελε να χαθεί, να ξεφύγει...
Συνέχισε να κολυμπάει σάν τρελός με τις ώρες...
Στό τέλος αποκαμωμένος ένιωσε πλέον ότι δέν ήταν σέ θέση να ακούσει, ούτε κάν να αισθανθεί το οτιδήποτε...
Την είχε νικήσει ξανά...
Βγαίνοντας απο το νερό είδε μπροστά του τόν Γιαννάκη τόν Πάριο να φτιάχνει πύργους στήν αμμουδιά...
Ενιωσε ναυτία...
Ταυτόχρονα η φωνή μέσα στό κεφάλι του ακούστηκε -πάλι- καμπάνα...
"Δέν μπορείς.....
to be continued...
Σχόλια
Χαχαχαχαχα
Σε αμολήσανε ή τους έφυγες από το ίδρυμα;
Υπάλληλος στη νομαρχία είναι.