Ο άγριος πόλεμος τών μυστικών υπηρεσιών Ελλάδας-Αλβανίας. Μέχρι καί τον Αλβανό αρχηγό τού πολεμικού ναυτικού είχαν στρατολογήσει οι Ελληνες.
Ο Ενβέρ Χότζα οργάνωσε με τη βοήθεια των Σοβιετικών άριστα τις μυστικές υπηρεσίες του, που έφτιαξαν ένα άρτιο κατασκοπευτικό δίκτυο στην Ελλάδα, η οποία παρέμενε ορμητήριο –λόγω της προνομιακής γεωγραφικής της θέσης– των πάσης φύσεως αντιαλβανικών δραστηριοτήτων των Δυτικών. «Υπήρχε ψυχρός πόλεμος μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών των δύο χωρών», λέει ο Λουάν Πομπράτι, στέλεχος της Σιγκουρίμι μέχρι και τη δεκαετία του ’80. «Η Αλβανία βρισκόταν σε θέση άμυνας, καθώς κάποιοι κύκλοι στην Ελλάδα τροφοδοτούσαν αποσχιστικές δραστηριότητες στη Βόρειο Ηπειρο. Επρεπε λοιπόν να ξέρουμε τι γίνεται και γι’ αυτό είχαμε “φυτέψει” παντού ανθρώπους μας. Και η Ελλάδα βεβαίως διενεργούσε κατασκοπεία»......
....Οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες κλήθηκαν από τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ να βοηθήσουν με δεδομένο ότι λόγω της μειονότητας θα ήταν εύκολο να οργανώσουν δίκτυο συλλογής πληροφοριών για τις κινήσεις των Σοβιετικών στην Αυλώνα.
Ο αρχηγός Ναυτικού
Η ελληνική κατασκοπεία φαίνεται ότι έκανε καλή δουλειά, αφού κατάφερε να στρατολογήσει τον ίδιο τον αρχηγό του πολεμικού ναυτικού της Αλβανίας, Τέμε Σέχου, που γνώριζε τα πάντα για τη βάση της Αυλώνας. Ενας Βορειοηπειρώτης, ο Κόστα Φ. από το χωριό Λεσνίτσα (Μουλσία) των Αγίων Σαράντα, που είχε δραπετεύσει το 1948 και είχε στρατολογηθεί από τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες, φτάνοντας μάλιστα σε υψηλά κλιμάκια, ήταν ο άνθρωπος που «χειριζόταν» τον Σέχου. Ο Φ. με έδρα την Ηγουμενίτσα μπαινόβγαινε παράνομα στην Αλβανία και κατηύθυνε δίκτυο πρακτόρων που δρούσε στον αλβανικό νότο και φυσικά η CIA μάθαινε πολλά, αν όχι τα πάντα, για τα ρωσικά υποβρύχια. Ο Μαρκ Ντοντάνι αφηγείται: «Είχαμε πληροφορίες από την αντικατασκοπεία μας στην Αθήνα πως κάποιοι ανώτεροι αξιωματικοί, Τσάμηδες, έδιναν πληροφορίες στις ελληνικές αρχές και μέσω αυτών στους Αμερικανούς. Ξέραμε επίσης ότι ο Κόστα Φ. ερχόταν κρυφά και καθοδηγούσε τους πληροφοριοδότες του. Το 1960 τον πιάσαμε τυχαία και ομολόγησε με ειλικρίνεια. Δεν χρειάστηκε να τον βασανίσουμε. Απλώς του είπαμε ότι αν ήθελε να αποφύγει την εκτέλεση, έπρεπε να μιλήσει, μιας και είχε φύγει στην Ελλάδα επειδή είχε σκοτώσει την αδερφή του για λόγους τιμής. Αυτός μας έδωσε τον Τέμε Σέχου. Την πραγματική αλήθεια την ξέρει μόνον αυτός».
Ο Αλβανός ναύαρχος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Δεν εκτελέστηκε, όμως, διότι πέθανε στη διάρκιία των βασανιστηρίων στα υπόγεια της Σιγκουρίμι. Οσο για τον Κόστα Φ., αποφυλακίστηκε το 1987 και ήρθε στην Ελλάδα. «Μέχρι πριν από κάποια χρόνια κρατούσαμε τηλεφωνική επαφή, αλλά μετά χαθήκαμε. Αν τον συναντήσεις πες του ότι τον ψάχνω, θέλω να βρεθούμε οπωσδήποτε», είπε στην «Κ» ο Ντοντάνι. Οι δύο κατάσκοποι δεν θα έχουν την ευκαιρία να θυμηθούν τα παλιά, διότι ο Κόστα Φ. πέθανε στην Ηγουμενίτσα το 1998.
Οσο για τον Ντοντάνι, που έχει μυαλό ξυράφι, λέει: «Η Σιγκουρίμι είχε ένα φοβερό δίκτυο κατασκοπείας σε όλη την Ευρώπη. Οι σημαντικότεροι πράκτορές μας δούλευαν στις μυστικές υπηρεσίες των Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας και στη CIA. Αντιλαμβάνεστε τους λόγους. Ανθρωποί μας υπήρχαν παντού, στις βορειοηπειρωτικές οργανώσεις, ακόμα και παπά στην αυλή του Σεβαστιανού είχαμε…».....
Σχόλια
Ο Ενβέρ Χότζα οργάνωσε με τη βοήθεια των Σοβιετικών άριστα τις μυστικές υπηρεσίες του, που έφτιαξαν ένα άρτιο κατασκοπευτικό δίκτυο στην Ελλάδα, η οποία παρέμενε ορμητήριο –λόγω της προνομιακής γεωγραφικής της θέσης– των πάσης φύσεως αντιαλβανικών δραστηριοτήτων των Δυτικών. «Υπήρχε ψυχρός πόλεμος μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών των δύο χωρών», λέει ο Λουάν Πομπράτι, στέλεχος της Σιγκουρίμι μέχρι και τη δεκαετία του ’80. «Η Αλβανία βρισκόταν σε θέση άμυνας, καθώς κάποιοι κύκλοι στην Ελλάδα τροφοδοτούσαν αποσχιστικές δραστηριότητες στη Βόρειο Ηπειρο. Επρεπε λοιπόν να ξέρουμε τι γίνεται και γι’ αυτό είχαμε “φυτέψει” παντού ανθρώπους μας. Και η Ελλάδα βεβαίως διενεργούσε κατασκοπεία».
Μυστική βάση
Η ελληνική πλευρά ενδιαφερόταν κυρίως για το βορειοηπειρωτικό, όμως οι Δυτικοί είχαν έναν επιπλέον λόγο να διενεργούν κατασκοπεία στον «παράδεισο του Χότζα»: από το 1957 άρχισε να λειτουργεί η μυστική βάση των σοβιετικών υποβρυχίων στην Αυλώνα. Ελλιμενίζονταν εκεί, τότε, δώδεκα υπερσύγχρονα ρωσικά συμβατικά υποβρύχια, που συνιστούσαν ευθεία απειλή για τον αμερικανικό 6ο Στόλο, με προοπτική, όπως μετέδιδε με κάθε ευκαιρία ο Νικίτα Χρουστσόφ, να εγκαταστήσει η Μόσχα και πυρηνοκίνητα υποβρύχια.
Οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες κλήθηκαν από τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ να βοηθήσουν με δεδομένο ότι λόγω της μειονότητας θα ήταν εύκολο να οργανώσουν δίκτυο συλλογής πληροφοριών για τις κινήσεις των Σοβιετικών στην Αυλώνα.
Ο αρχηγός Ναυτικού
Η ελληνική κατασκοπεία φαίνεται ότι έκανε καλή δουλειά, αφού κατάφερε να στρατολογήσει τον ίδιο τον αρχηγό του πολεμικού ναυτικού της Αλβανίας, Τέμε Σέχου, που γνώριζε τα πάντα για τη βάση της Αυλώνας. Ενας Βορειοηπειρώτης, ο Κόστα Φ. από το χωριό Λεσνίτσα (Μουλσία) των Αγίων Σαράντα, που είχε δραπετεύσει το 1948 και είχε στρατολογηθεί από τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες, φτάνοντας μάλιστα σε υψηλά κλιμάκια, ήταν ο άνθρωπος που «χειριζόταν» τον Σέχου. Ο Φ. με έδρα την Ηγουμενίτσα μπαινόβγαινε παράνομα στην Αλβανία και κατηύθυνε δίκτυο πρακτόρων που δρούσε στον αλβανικό νότο και φυσικά η CIA μάθαινε πολλά, αν όχι τα πάντα, για τα ρωσικά υποβρύχια. Ο Μαρκ Ντοντάνι αφηγείται: «Είχαμε πληροφορίες από την αντικατασκοπεία μας στην Αθήνα πως κάποιοι ανώτεροι αξιωματικοί, Τσάμηδες, έδιναν πληροφορίες στις ελληνικές αρχές και μέσω αυτών στους Αμερικανούς. Ξέραμε επίσης ότι ο Κόστα Φ. ερχόταν κρυφά και καθοδηγούσε τους πληροφοριοδότες του. Το 1960 τον πιάσαμε τυχαία και ομολόγησε με ειλικρίνεια. Δεν χρειάστηκε να τον βασανίσουμε. Απλώς του είπαμε ότι αν ήθελε να αποφύγει την εκτέλεση, έπρεπε να μιλήσει, μιας και είχε φύγει στην Ελλάδα επειδή είχε σκοτώσει την αδερφή του για λόγους τιμής. Αυτός μας έδωσε τον Τέμε Σέχου. Την πραγματική αλήθεια την ξέρει μόνον αυτός».
Ο Αλβανός ναύαρχος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο. Δεν εκτελέστηκε, όμως, διότι πέθανε στη διάρκιία των βασανιστηρίων στα υπόγεια της Σιγκουρίμι. Οσο για τον Κόστα Φ., αποφυλακίστηκε το 1987 και ήρθε στην Ελλάδα. «Μέχρι πριν από κάποια χρόνια κρατούσαμε τηλεφωνική επαφή, αλλά μετά χαθήκαμε. Αν τον συναντήσεις πες του ότι τον ψάχνω, θέλω να βρεθούμε οπωσδήποτε», είπε στην «Κ» ο Ντοντάνι. Οι δύο κατάσκοποι δεν θα έχουν την ευκαιρία να θυμηθούν τα παλιά, διότι ο Κόστα Φ. πέθανε στην Ηγουμενίτσα το 1998.
Το Βορειοηπειρωτικό
Οσο για τον Ντοντάνι, που έχει μυαλό ξυράφι, λέει: «Η Σιγκουρίμι είχε ένα φοβερό δίκτυο κατασκοπείας σε όλη την Ευρώπη. Οι σημαντικότεροι πράκτορές μας δούλευαν στις μυστικές υπηρεσίες των Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας και στη CIA. Αντιλαμβάνεστε τους λόγους. Ανθρωποί μας υπήρχαν παντού, στις βορειοηπειρωτικές οργανώσεις, ακόμα και παπά στην αυλή του Σεβαστιανού είχαμε…».
Το αλβανικό καθεστώς κυριαρχούνταν από φοβίες, που πάντως δεν ήταν αβάσιμες. Στην Ελλάδα, διάφοροι κύκλοι δεν έπαψαν ποτέ να σχεδιάζουν ή να ονειρεύονται απόσχιση της Βορείου Ηπείρου. Για παράδειγμα, το 1959, μια οργάνωση με την επωνυμία ΕΚΑΒΗ (Εθνικό Απελευθερωτικό Κίνημα Βορείου Ηπείρου) εκπαίδευε Χειμαρριώτες κομάντος στον Ολυμπο για να απελευθερώσουν τη Β. Ηπειρο, χωρίς ωστόσο να προχωρήσει –ή τουλάχιστον δεν μαθεύτηκε ότι το έκανε– σε δραστηριότητες στο αλβανικό έδαφος. Οι μυστικές υπηρεσίες του Σαλί Μπερίσα, το 1997, διακίνησαν ισχυρισμούς πως η «εξέγερση των πυραμίδων» υποκινήθηκε από την Ελλάδα με βάση το σχέδιο «Λωτός». Ο Μαρκ Ντοντάνι, όμως, όταν τον ρώτησα για το σχέδιο αυτό, είπε ότι πρόκειται για «σαχλαμάρες του Γκαζιτέντε» (σ.σ. τότε αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών) και πως το «επί χάρτου σενάριο» αυτό ήταν γνωστό στους Αλβανούς από τη δεκαετία του ’60…http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_2_10/05/2009_314131