I don't like Mondays...(there are no reasons)



«Δεν μου αρέσουν οι Δευτέρες»
Το προφίλ των δραστών που δολοφόνησαν νέους σε σχολεία και πανεπιστήμια των ΗΠΑ
Tης Ξενιας Κουναλακη
Στις 29 Ιανουαρίου 1979, η 16χρονη Μπρέντα Αν Σπένσερ άνοιξε πυρ με το όπλο, που της είχε χαρίσει ο πατέρας της(!), εναντίον παιδιών που έφταναν στο δημοτικό σχολείο Κλίβελαντ του Σαν Ντιέγκο, που βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το σπίτι της. Σκότωσε δύο άνδρες και τραυμάτισε οκτώ μαθητές και έναν αστυνομικό. Οταν τη ρώτησαν για τα κίνητρά της απάντησε «Δεν μου αρέσουν οι Δευτέρες. Η πράξη μου ζωντάνεψε τη μέρα». Λίγους μήνες αργότερα, το συγκρότημα BoomtowRats έγραψε το ομώνυμο τραγούδι («I don' t like Mondays»).
Δευτέρα έδρασε και ο πρωτεργάτης του είδους, Τσαρλς Ουίτμαν, ο οποίος τον Αύγουστο του 1966 ανέβηκε στον πύργο του Πανεπιστημίου του Τέξας και σκότωσε 15 ανθρώπους, διατηρώντας μέχρι την προηγούμενη Δευτέρα το «ρεκόρ θυμάτων» σε ένοπλη επίθεση εναντίον αμερικανικού Πανεπιστημίου, ενώ οι Δευτέρες… δεν άρεσαν ούτε στον 23χρονο αυτόχειρα Νοτιοκορεάτη Τσο Σενγκ Χούι, ο οποίος σκότωσε 32 ανθρώπους στο Τεχνολικό Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια την πρώτη μέρα της περασμένης εβδομάδας.
Σχηματοποιήσεις
Οι επιθέσεις μαθητών και φοιτητών, συνήθως εφήβων, εναντίον του σχολείου, του Πανεπιστημίου, αλλά και της κοινωνίας, η οποία τους κρατά σε απόσταση ασφαλείας, απομονωμένους και απόκληρους, έχουν εμπνεύσει πολλούς τραγουδοποιούς και σκηνοθέτες, ανάμεσά τους τον Γκας Βαν Σαντ στο πολυβραβευμένο «Elefant» και τον Μάικλ Μουρ στον «Ακήρυχτο Πόλεμο» και συναρπάζουν το αιμοδιψές, φιλοθεάμον κοινό, που ζητάει λεπτομέρειες για το προφίλ των θυτών. Ειδικοί καταφεύγουν συνήθως σε σχηματοποιήσεις για την προσωπικότητα των δραστών, τις οποίες συνδράμουν και τα απλουστευτικά συμπεράσματα των ΜΜΕ, όπως για τις πράξεις τους ευθύνεται το γεγονός ότι έπαιζαν με τις ώρες βίαια videogames ή ότι άκουγαν heavy metal μουσική. Είναι ωστόσο εντελώς περιττό να κατηγορούν τα βιντεοπαιχνίδια ή τους στίχους για τις επιθέσεις, όταν η βία υπάρχει παντού, σε αφθονία και δωρεάν από τους τηλεοπτικούς δέκτες. (Παρεμπιπτόντως ο Ντύλαν και ο Ερικ, οι δύο εκδικητές του Κολουμπάιν, έπαιζαν μετά μανίας το παιχνίδι Doom και είχαν δει πολλές φορές την ταινία Natural BorKillers του Ολιβερ Στόουν, ενώ ο Νοτιοκορεάτης «ρέκορντμαν» Τσο Σενγκ Χούι απαθανάτισε εαυτόν σε πόζες που παραπέμπουν στην ιδιαίτερα βίαιη νοτιοκορεάτικη ταινία Oldboy.)
Υπάρχει όντως ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο και μερικά κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ όσων καταλαμβάνονται από αμόκ και στη συνέχεια αυτοκτονούν. Συνήθως, ανήκουν στο κατώτερο στρώμα μιας μεσαίας τάξης, που αγωνίζεται να ορθοποδήσει. Οι γονείς του Νοτιοκορετάτη, Τσο Σεουνγκ Χούι, διαθέτουν στεγνοκαθαριστήριο, είναι σκληρά εργαζόμενοι μετανάστες που κατάφεραν με κόπο και θυσίες να σπουδάσουν και τα δυο παιδιά τους.
Στην περίπτωση του Κολουμπάιν και δύο παρόμοιων επιθέσεων στη Γερμανία, οι δράστες δεν ήταν καν μετανάστες, αλλά αυτό που οι Αμερικανοί αποκαλούν «λευκά σκουπίδια» (white trash), χωρίς προοπτικές κοινωνικής ανέλιξης, οργισμένοι που η ταπεινή κοινωνική τους καταγωγή θα τους ακολουθεί για πάντα. Ο Γερμανός 18χρονος μαθητής Σεμπάστιαν από το Εμσντετεν, ο οποίος τραυμάτισε πέντε άτομα τον Νοέμβριο του 2006, είχε προαναγγείλει αρκετές φορές την πράξη του στο Ιντερντ, καταφερόμενος εναντίον της… άδικης κοινωνίας. Στο μανιφέστο, το οποίο άφησε πίσω του ο Τσο, επιτίθεται εναντίον των πλούσιων και προνομιούχων.
Το παραληρηματικό «Κατηγορώ» του εναντίον της κοινωνίας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όσοι των εξώθησαν στην πράξη του έχουν σήμερα τα χέρια τους βουτηγμένα στο αίμα. Σε όλες τις περιπτώσεις οι επιστήμονες πιστεύουν ότι το βασικό κίνητρο είναι η εκδίκηση για τις κοινωνικές συνθήκες, που οδήγησαν στην προσωπική αποτυχία των δραστών. Ολοι οι θύτες ήταν έξυπνοι, ενίοτε ταλαντούχοι νέοι, πλην απελπισμένοι, βασανίζονταν από συμπλέγματα κατωτερότητας και δεν είχαν ερωτικές σχέσεις, παρ' όλο που βρίσκονταν στην πλέον ερωτική ηλικία και έβλεπαν τους συνομηλίκους τους να ερωτοτροπούν ακατάπαυστα. Σιωπηλοί, nerds ή freaks (σπασίκλες ή τέρατα), όπως τους αποκαλούν στην Αμερική, οι θύτες ήταν περιθωριακοί τύποι που θέλησαν να ξεχωρίσουν με την τελευταία πράξη της ζωής τους.
Κοινά συναισθήματα
Παράνοια, ναρκισσισμός, υπερευαισθησία, ζήλεια είναι μερικά από τα συναισθήματα που είναι κοινά στους δράστες· όλοι σχεδόν επιδίωξαν να εντυπωσιάσουν, να μονοπωλήσουν τα φώτα της δημοσιότητας, έστω και νεκροί, αφήνοντας πίσω τους φωτογραφίες, βίντεο και… ιδεολογικές πλατφόρμες, όπως στην τελευταία περίπτωση του Τσο. Μόνο σε ποσοστό 7% έχει αποδειχθεί ότι οι δολοφόνοι έπασχαν από ψυχικές νόσους, όπως ψυχώσεις, ακόμη και οργανικές ασθένειες, αν και το ποσοστό θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο, αλλά είναι δύσκολο να διαπιστωθεί αφού οι περισσότεροι σκοτώθηκαν στη διάρκεια της πράξης τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ουίτμαν, ο οποίος είχε όγκο στον εγκέφαλο. Σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές είχαν διαγνωστεί και στους δύο δράστες του Κολουμπάιν, ενώ προσωρινά είχε νοσηλευτεί σε ψυχιατρείο και ο Τσο. Εχει παρατηρηθεί επίσης ότι οι δράστες τέτοιων μαζικών δολοφονιών εμπνεύστηκαν από τους πρωτεργάτες του είδους, με επικεφαλής τον Ουίτμαν. Αναμφισβήτητα μιμητικές τάσεις προκάλεσε και το επεισόδιο στο Κολουμπάιν το 1999, που καλύφθηκε εκτενώς από τα ΜΜΕ και αποτέλεσε ακόμη και θέμα νεανικού videogame, του εξαιρετικά δημοφιλούς Super Columbine Massacre RPG! Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στο κύκνειο άσμα του Τσο, που εστάλη την Τετάρτη στο δίκτυο NBC, υπάρχει ειδική αναφορά στους «μάρτυρες Ντύλαν και Ερικ», τους δράστες του μακελειού στο Κολουμπάιν.http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_22/04/2007_224334

Σχόλια