Η ένδεια ειδήσεων σε συνδυασμό με την χρονική πολυτέλεια του τριήμερου με οδήγησε να περιηγηθώ το διαδίκτυο. Όσο άντεξα. Επειδή η ανάγνωση των σχολίων που παρατίθενται προϋποθέτει νεύρα από ατσαλόσυρμα και στομάχι από μπετόν. Όχι για την πολιτική κριτική τους. Αυτή όχι μόνον αποδεκτή αλλά και επιβεβλημένη είναι. (Ο μόνος τρόπος να παρακαμφθούν οι κατά παραγγελία δημοσκοπήσεις και να σφυγμομετρηθεί από τον καθένα μας με σχετική ακρίβεια η περιλάλητη δημόσια γνώμη που σκοπίμως υποτιμώμενη από κάποιους χαρακτηρίζεται χυδαία ως κοινή). Αλλά πρωτίστως για την κοινοτυπία τους στα υπό κρίση πρόσωπα τα οποία κατά κανόνα περιορίζονται στους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους. Υποκλέπτει ο ένας τον άλλον σε βαθμό κακουργήματος δαγκώνοντας σαν χάνοι το δόλωμα ενός κοπιαρισμένου πολιτικού άρθρου που πετάει στην ιστοσελίδα του κάποιος διαχειριστής. Έτσι εκτός του σπινθηροβόλου πνεύματος κάποιων φωτεινών εξαιρέσεων από το δεύτερο σχόλιο και μετά, η πλήξη σε υποχρεώνει στην χρήση αντικαταθλιπτικών για να δραπετεύσεις ελάχιστα πριν αυτοπυροβοληθείς στις σελίδες ενός καλού βιβλίου. Και να κρυφτείς. Επειδή ένα βιβλίο σου προσφέρει ό,τι από το διαδίκτυο, επαναλαμβάνω όχι όλο ισοπεδωτικά, απουσιάζει. Ο συσχετισμός. Τα πρόσωπα στα πράγματα.
Το να κριθεί για παράδειγμα ο οποιοσδήποτε δημοσιογράφος και πολιτικός και μάλιστα με χαρακτηρισμούς σκληρούς, επιβάλλεται στο κριτικό σημείωμα να εμπεριέχονται αφ’ ενός η δράση του και αφ’ ετέρου οι συνέπειές της στην προσωπική μας ζωή. Με συγκεκριμένα παραδείγματα που αυτόματα διαφοροποιούν τον σχολιογράφο από το λασπώδες σύνολο και ερεθίζει το ενδιαφέρον των αναγνωστών του. Αναδεικνύει την προσωπική του εμπειρία σε σχέση με το πώς αυτή αντιμετωπίστηκε από την εξουσία. Πολιτική και Δημοσιογραφική. Και πείθει. Δικαιολογεί ακόμη και τους σκληρούς του χαρακτηρισμούς αφού αποδίδονται στην εύλογη αγανάκτησή του. Κι αυτό όσο εύκολο κι αν ακούγεται σας βεβαιώ πως μοιάζει με Γολγοθά. Επειδή ο καθείς οφείλει να υπερβεί το ανυπέρβλητο «εγώ» του που επί πλέον ξοπίσω του σέρνει μια δυσβάστακτη ουρά. Για παράδειγμα. Πώς κάποιος να δηλώσει δημοσίως την ανεργία του αψηφώντας την τρομοκρατία της κοινωνικής κατακραυγής του αποτυχημένου; Ή πάλι πώς να καταθέσει ενώπιον όλων ότι στάθηκε αξημέρωτα στην πολυπληθή ανθρώπινη σειρά για την απόκτηση ενός κουπονιού που θα τον έστελνε στον «παράδεισο» του κοινωνικού τουρισμού; ‘Η πως δημοσίως να παραδεχτεί ότι οι ληστρικές τράπεζες του κατέσχεσαν το σπίτι και το αυτοκίνητο; Ή στο τέλος, τέλος πώς παρουσία του σαρδόνιου σαρκασμού μας να ομολογήσει ότι ως εκ τούτων οδηγήθηκε στην προσωπική του καταστροφή η οποία εμπεριέχει ακόμη και την σεισμική κατεδάφιση της οικογενειακής του εστίας; Ρουβίκωνας. Ακόμη και οι Έλληνες άστεγοι της πλατείας Βάθη το αποφεύγουν βρίσκοντας ..στέγη σε ό,τι τους απέμεινε .. Τα ελάχιστα κουρέλια της αξιοπρέπειάς τους! Έχουν δυστυχώς και παρά την κατάστασή τους από το σύστημα πειστεί πως είναι απολύτως ένοχοι γι αυτή. Ε, λοιπόν δεν κατηγορούνται οι άστεγοι επειδή οι δραγουμάνοι διαχειριστές δεν εξασφαλίζουν ως εκ του Συντάγματος όφειλαν και οφείλουν στον λαό εργασία, ούτε γιατί οι κοινοτικές κλεπταποδοχές (ονομάζονται και κοινοτικά προγράμματα) στηρίζουν την πλουτοκρατία αυτού του τόπου και στο τέλος, τέλος, όσοι με το revolver στο χέρι ληστεύουν μια τράπεζα απλώς αποδίδουν τα ίσα στους τραπεζίτες ληστές που με όπλο τον νόμο τους τσακίζουν.
Για ν’ αλλάξει έτσι η ζωή μας προαπαιτείται η αλλαγή της νομοθεσίας η οποία με την σειρά της προϋποθέτει την ανατροπή της συγκεκριμένης πολιτικής αδιαφόρως των προσώπων που θα την υπηρετήσουν.
Ευγένιος Ανδρικόπουλος
eandrik@otenet.gr
Το να κριθεί για παράδειγμα ο οποιοσδήποτε δημοσιογράφος και πολιτικός και μάλιστα με χαρακτηρισμούς σκληρούς, επιβάλλεται στο κριτικό σημείωμα να εμπεριέχονται αφ’ ενός η δράση του και αφ’ ετέρου οι συνέπειές της στην προσωπική μας ζωή. Με συγκεκριμένα παραδείγματα που αυτόματα διαφοροποιούν τον σχολιογράφο από το λασπώδες σύνολο και ερεθίζει το ενδιαφέρον των αναγνωστών του. Αναδεικνύει την προσωπική του εμπειρία σε σχέση με το πώς αυτή αντιμετωπίστηκε από την εξουσία. Πολιτική και Δημοσιογραφική. Και πείθει. Δικαιολογεί ακόμη και τους σκληρούς του χαρακτηρισμούς αφού αποδίδονται στην εύλογη αγανάκτησή του. Κι αυτό όσο εύκολο κι αν ακούγεται σας βεβαιώ πως μοιάζει με Γολγοθά. Επειδή ο καθείς οφείλει να υπερβεί το ανυπέρβλητο «εγώ» του που επί πλέον ξοπίσω του σέρνει μια δυσβάστακτη ουρά. Για παράδειγμα. Πώς κάποιος να δηλώσει δημοσίως την ανεργία του αψηφώντας την τρομοκρατία της κοινωνικής κατακραυγής του αποτυχημένου; Ή πάλι πώς να καταθέσει ενώπιον όλων ότι στάθηκε αξημέρωτα στην πολυπληθή ανθρώπινη σειρά για την απόκτηση ενός κουπονιού που θα τον έστελνε στον «παράδεισο» του κοινωνικού τουρισμού; ‘Η πως δημοσίως να παραδεχτεί ότι οι ληστρικές τράπεζες του κατέσχεσαν το σπίτι και το αυτοκίνητο; Ή στο τέλος, τέλος πώς παρουσία του σαρδόνιου σαρκασμού μας να ομολογήσει ότι ως εκ τούτων οδηγήθηκε στην προσωπική του καταστροφή η οποία εμπεριέχει ακόμη και την σεισμική κατεδάφιση της οικογενειακής του εστίας; Ρουβίκωνας. Ακόμη και οι Έλληνες άστεγοι της πλατείας Βάθη το αποφεύγουν βρίσκοντας ..στέγη σε ό,τι τους απέμεινε .. Τα ελάχιστα κουρέλια της αξιοπρέπειάς τους! Έχουν δυστυχώς και παρά την κατάστασή τους από το σύστημα πειστεί πως είναι απολύτως ένοχοι γι αυτή. Ε, λοιπόν δεν κατηγορούνται οι άστεγοι επειδή οι δραγουμάνοι διαχειριστές δεν εξασφαλίζουν ως εκ του Συντάγματος όφειλαν και οφείλουν στον λαό εργασία, ούτε γιατί οι κοινοτικές κλεπταποδοχές (ονομάζονται και κοινοτικά προγράμματα) στηρίζουν την πλουτοκρατία αυτού του τόπου και στο τέλος, τέλος, όσοι με το revolver στο χέρι ληστεύουν μια τράπεζα απλώς αποδίδουν τα ίσα στους τραπεζίτες ληστές που με όπλο τον νόμο τους τσακίζουν.
Για ν’ αλλάξει έτσι η ζωή μας προαπαιτείται η αλλαγή της νομοθεσίας η οποία με την σειρά της προϋποθέτει την ανατροπή της συγκεκριμένης πολιτικής αδιαφόρως των προσώπων που θα την υπηρετήσουν.
Ευγένιος Ανδρικόπουλος
eandrik@otenet.gr
Σχόλια