Στό δωμάτιο η ησυχία ήταν βαρειά.
Η ατμόσφαιρα είχε τη γεύση τής ήττας.
Σάν να έχεις χάσει με δύο απανωτά γκόλ στο τελευταίο δεκάλεπτο ενώ είχες τόν έλεγχο τού παιγνιδιού σε όλη τη διάρκεια τού αγώνα.
Ο Γιώργος (απο την Κοζάνη) ήταν όρθιος.
Δέν μπορούσε να καθήσει, δέν τον χώραγε ο τόπος.
Πηγαινοερχόταν νευρικά στό δωμάτιο καί κάθε τόσο μουρμούριζε.
Oh , la la, oh, la la, comme je suis con...
Ο Γιαννάκης ο Πάριος πού δέν καταλάβαινε έσκυψε και ψιθύρισε στον Αρκούδο.
Τί λέει?
Κάποιον πρέπει να βρίζει, απάντησε ο Αρκούδος, πού όμως ούτε κιαυτός καταλάβαινε.
Ο Πρόεδρος προσπαθούσε να καταλάβει..
Μά πώς την πατήσαμε έτσι, God damn it?
Ο Γιαννάκης ο Πάριος ένιωσε άβολα.
Επρεπε να μάθει ξένες γλώσσες.
Στο κάτω - κάτω αν είχε το νού του μιά λέξη απο κάθε τουρίστρια να άρπαζε κάτι θα σκάμπαζε τώρα....
Ο Πρόεδρος, χωρίς να απευθυνθεί σε κάποιον συγκεκριμένα, ρώτησε ξανά.
Μά, αφού μού είχατε πεί ότι όλα θα πήγαιναν οκ, τί έγινε καί μάς πήραν χαμπάρι?
Ο Γιώργος (απο την Κοζάνη) αναστέναξε καί είπε μόνο.
Oh la la, oh la la....
Τί να πεί?
Καλά τού τό έλεγε ο μπαμπάς του.
Παιδί μου, τού έλεγε να τούς προσέχεις τούς βλάχους.
Είναι πονηροί.
Εμείς οι πρωτευουσιάνοι νομίζουμε ότι είναι χαζοί αλλά αυτοί είναι παμπόνηροι.
Σε πουλάνε και σε αγοράζουνε καί σου έχουν πάρει τα σώβρακα ενώ εσύ νομίζεις ότι επειδή μιλάνε βλάχικα είναι καί χαζοί.
Ο ίδιος είχε δεί σε κάρτ ποστάλ τήν Κοζάνη πολλές φορές.
Από μακριά ο τόπος τού άρεσε.
Pas mal.
Οταν πήγαινε εκεί βέβαια καί κυρίως - τό χειρότερο- όταν συναντούσε τούς βλαχους εκεί, πάντα ένιωθε άβολα.
Κάτι δέν τού πήγαινε καλά.
Πάντα όμως είχε την αισθηση ότι τούς "είχε".
Σιγά τώρα , τί να τού πούνε οι αμόρφωτοι.
Και νά που ο πατέρας του τούς ήξερε καλύτερα.
Οταν έκανε τις συννενοήσεις ( πάνε τώρα δυό μήνες, τί δυό μήνες απο το καλοκαίρι την παλεύανε αυτή τη δουλειά) όλα φαινόντουσαν καλά.
Ολοι τού λέγανε, μη στεναχωριέσαι θα τη φτιάξουμε τη δουλειά...
Αυτός προσπαθούσε να βεβαιωθεί ότι δέν θα κάνουνε καμμιά γκάφα και αυτοί τού λέγανε, Χαλάρωσε φιλαράκι, αυτά είναι ντεμέκ προβλήματα γιά εμάς, θα στην κάνουμε τη δουλειά, χαλάρωσε...
Ανατρίχιασε...
Αγνοούσε έτσι κιαλλιώς τι σημαίνει ντεμέκ, καί αυτή η οικειότητα (φιλαράκι κλπ) πάντα τον ενοχλούσε...
Mon Dieu πού είχε μπλέξει!!
Τώρα όταν έπαιρνε τηλέφωνο και τούς υπενθύμιζε τις συμφωνίες πού είχαν κάνει αυτοί τού λέγανε.
Δέ μέ λέει τίποτα αυτό πού μού λές....
Ηταν απίστευτο.
Ολοι αυτό έλεγαν...
Δέ μέ λέει τίποτα..
Ανατρίχιασε ξανά...
Τόν έβγαλε απο τίς σκέψεις του η φωνή τού Προέδρου..
Απευθύνθηκε σε αυτόν και με πραγματική απορία, ρώτησε.
Αυτή η Αζέλ τελικά γιατί μάς πούλησε, τί έγινε?
Αζέλ?
Δέ μέ λέει τίποτα τό όνομα, Πρόεδρε..
to be continued....
Σχόλια