Οι χαρισματικοί ηγέτες της κεντροδεξιάς στην Ευρώπη (Σαρκοζί, Καραμανλής, Ράινφελντ κλπ) κυριαρχούν αλλά αναρωτιούνται.....

απο ελεύθερο τύπο.
Για περίπου δέκα χρόνια, το έργο που παιζόταν στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή είχε ρόλο μόνο για έναν: Η ανανεωμένη Κεντροαριστερά -δανειζόμενη και λίγη από τη λάμψη του Μπιλ Κλίντον- βάδιζε ανεμπόδιστα το δικό της Τρίτο Δρόμο, κυριαρχώντας στην πλειοψηφία των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πίσω από τις κουρτίνες, όμως, η ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά έραβε νέο κοστούμι, πιο κεντρώο, πιο μετριοπαθές, απαλλαγμένο από τις φθαρμένες ιδέες του παρελθόντος και καλύτερα προσαρμοσμένο στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία. Οταν το ελκυστικό αυτό κοστούμι μπόρεσε να το ενδυθεί μια νέα γενιά 40ρηδων χαρισματικών ηγετών, όπως ο Φρέντρικ Ράινφελντ στη Σουηδία, ο Νικολά Σαρκοζί στη Γαλλία, ο Γιαν Πέτερ Μπαλκενέντε στην Ολλανδία και ο Κώστας Καραμανλής στην Ελλάδα, στην πολιτική σκηνή ανέβηκε ένα νέο έργο: «Η επιστροφή της Κεντροδεξιάς». Συντηρητικοί, Φιλελεύθεροι και Χριστιανοδημοκράτες ηγέτες κυριαρχούν στη «γηραιά ήπειρο» και ρίχνουν πια κλεφτές ματιές γύρω τους, αναρωτώμενοι: Θα βρεθεί μήπως κάποιος να μας κατεβάσει απότομα από τη σκηνή;
Πώς αποτυπώνεται η άνοδος της Κεντροδεξιάς;
Η αρχή έγινε το 2001 με ένα εκλογικό αποτέλεσμα-έκπληξη στη Δανία. Οι Σοσιαλδημοκράτες είδαν το ποσοστό τους να πέφτει στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1973 και η κυβέρνηση συνασπισμού Φιλελεύθερων και Συντηρητικών έγινε πραγματικότητα. Στη συνέχεια, το κεντροδεξιό ρεύμα (όπως το ερμηνεύουν πολλοί) έφερε στην εξουσία τους Χριστιανοδημοκράτες στην Ολλανδία (2002), τη Δημοκρατική Ενωση στην Κροατία (2003), τη Νέα Δημοκρατία στην Ελλάδα (2004), τους Μετριοπαθείς στη Σουηδία (2006), τους Χριστιανοδημοκράτες στη Γερμανία (2006), το Λαό της Ελευθερίας στην Ιταλία (2008), αλλά και άλλους, που βρίσκονται όλοι ακόμα στην κυβέρνηση.......

Σχόλια

Ο χρήστης wolf είπε…
Σε γκρίζα ζώνη τα «τρομερά παιδιά» της Κεντροδεξιάς
Σαρκοζί, Μέρκελ, Μπερλουσκόνι και Κάμερον πιέζονται από την οικονομική κρίση και όχι από την ισχνή Κεντροαριστερά
Σάββατο, 11.10.08
Για περίπου δέκα χρόνια, το έργο που παιζόταν στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή είχε ρόλο μόνο για έναν: Η ανανεωμένη Κεντροαριστερά -δανειζόμενη και λίγη από τη λάμψη του Μπιλ Κλίντον- βάδιζε ανεμπόδιστα το δικό της Τρίτο Δρόμο, κυριαρχώντας στην πλειοψηφία των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πίσω από τις κουρτίνες, όμως, η ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά έραβε νέο κοστούμι, πιο κεντρώο, πιο μετριοπαθές, απαλλαγμένο από τις φθαρμένες ιδέες του παρελθόντος και καλύτερα προσαρμοσμένο στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία. Οταν το ελκυστικό αυτό κοστούμι μπόρεσε να το ενδυθεί μια νέα γενιά 40ρηδων χαρισματικών ηγετών, όπως ο Φρέντρικ Ράινφελντ στη Σουηδία, ο Νικολά Σαρκοζί στη Γαλλία, ο Γιαν Πέτερ Μπαλκενέντε στην Ολλανδία και ο Κώστας Καραμανλής στην Ελλάδα, στην πολιτική σκηνή ανέβηκε ένα νέο έργο: «Η επιστροφή της Κεντροδεξιάς». Συντηρητικοί, Φιλελεύθεροι και Χριστιανοδημοκράτες ηγέτες κυριαρχούν στη «γηραιά ήπειρο» και ρίχνουν πια κλεφτές ματιές γύρω τους, αναρωτώμενοι: Θα βρεθεί μήπως κάποιος να μας κατεβάσει απότομα από τη σκηνή;

Πώς αποτυπώνεται η άνοδος της Κεντροδεξιάς;
Η αρχή έγινε το 2001 με ένα εκλογικό αποτέλεσμα-έκπληξη στη Δανία. Οι Σοσιαλδημοκράτες είδαν το ποσοστό τους να πέφτει στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1973 και η κυβέρνηση συνασπισμού Φιλελεύθερων και Συντηρητικών έγινε πραγματικότητα. Στη συνέχεια, το κεντροδεξιό ρεύμα (όπως το ερμηνεύουν πολλοί) έφερε στην εξουσία τους Χριστιανοδημοκράτες στην Ολλανδία (2002), τη Δημοκρατική Ενωση στην Κροατία (2003), τη Νέα Δημοκρατία στην Ελλάδα (2004), τους Μετριοπαθείς στη Σουηδία (2006), τους Χριστιανοδημοκράτες στη Γερμανία (2006), το Λαό της Ελευθερίας στην Ιταλία (2008), αλλά και άλλους, που βρίσκονται όλοι ακόμα στην κυβέρνηση.
Μετά την εκλογή του Σίλβιο Μπερλουσκόνι στο τιμόνι της Ιταλίας τον περασμένο Απρίλιο, λοιπόν, τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης με αυτοδύναμες κεντροαριστερές κυβερνήσεις περιορίστηκαν σε μόλις τρία – τη Βρετανία, την Πορτογαλία και την Ισπανία. Παράλληλα, για πρώτη φορά μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο Συντηρητικοί πολιτικοί εξελέγησαν ως δήμαρχοι και στο Λονδίνο (Μπόρις Τζόνσον) και στη Ρώμη (Τζιάνι Αλεμάνο). Δεν πρέπει να λησμονούμε, βέβαια, ότι και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, είναι ο πρώην ηγέτης του κεντροδεξιού πορτογαλικού PSD. Ο ευρωπαϊκός Τύπος βρίθει τους τελευταίους μήνες από δημοσιεύματα και αναλύσεις για την «κρίση της Σοσιαλδημοκρατίας» και την «κυριαρχία της Κεντροδεξιάς» στο πολιτικό τοπίο.

Πώς εξηγείται το φαινόμενο αυτό;
Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ιστορικό πολιτικό φαινόμενο ή απλά σε μια συγκυρία; «Η Ευρώπη κοιτάει δεξιά», υποστηρίζουν ορισμένοι αναλυτές, συμπληρώνοντας ότι «τα σοσιαλιστικά κόμματα διέρχονται δομική κρίση». «Η πολιτική ζωή κινείται κυκλικά», τονίζουν άλλοι, «και η κυριαρχία της Αριστεράς θα επανέλθει έπειτα από κάποια χρόνια». Η πολιτική ζωή σίγουρα κάνει κύκλους, όχι όμως άτακτα και τυχαία. Στο τέλος της δεκαετίας του ’90, η άνοδος της Σοσιαλδημοκρατίας είχε ένα πολιτικό υπόβαθρο, που συνοψιζόταν σε δύο λέξεις: Τρίτος Δρόμος. Ας θυμηθούμε τι έλεγε τότε ο εμπνευστής του εκμοντερνισμού της Σοσιαλδημοκρατίας, κοινωνιολόγος Αντονι Γκίντενς: «Δεν μπορείς να συνεχίσεις με τις παλιές ιδέες, πρέπει να βρεις καινούργιες. Αυτό απαιτεί ένα συνδυασμό πρακτικής χάραξης της πολιτικής από τους πολιτικούς, αλλά και μια παραγωγή ιδεών σε ένα ευρύτερο και βαθύτερο επίπεδο από διανοούμενους και άλλους, που θα εργάζονται σε συνεργασία με τους πολιτικούς». Οι «νέες ιδέες» του γκουρού του Τρίτου Δρόμου έχουν πια -ως επί το πλείστον- παλιώσει και οι πολιτικοί και διανοούμενοι της ευρωπαϊκής Αριστεράς δεν έχουν κατορθώσει να βρουν τη νέα ιδεολογική πλατφόρμα που θα συγκινήσει τους πολίτες. Εκείνοι, πάλι, μέσα σε ένα γενικευμένο κλίμα οικονομικής αβεβαιότητας και εργασιακής ανασφάλειας, δείχνουν να εμπιστεύονται περισσότερο τα κεντροδεξιά κόμματα, που υπόσχονται «δοκιμασμένες λύσεις» για τη μείωση της ανεργίας και την τόνωση της ανάπτυξης. Η ρητορική που έχουν υιοθετήσει τα περισσότερα εξ αυτών για τη μετανάστευση, την πολιτική ασύλου, την εγκληματικότητα και την τρομοκρατία (δανειζόμενα πολλές φορές όρους και έννοιες της άκρας Δεξιάς) είναι πιο ελκυστική στο μέσο πολίτη. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι η άνοδος της Κεντροδεξιάς συμπίπτει χρονικά με την περίοδο μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ, όταν ο φόβος για τρομοκρατικά χτυπήματα και η προκατάληψη απέναντι στους Αραβες και τους μουσουλμάνους χτύπησαν «κόκκινο». Ούτε πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ευρώπη έχει πια ένα περισσότερο γηρασμένο πληθυσμό και άρα πιο συντηρητικό, πιο επιφυλακτικό απέναντι στους μετανάστες και πιο ανήσυχο για την εισαγόμενη τρομοκρατία.

Πόσο θα κρατήσει η «άνοιξη της Κεντροδεξιάς»;
Αν επαληθευθούν οι δημοσκοπήσεις και οι Συντηρητικοί (Τόρις) στη Βρετανία επανέλθουν στην εξουσία σε πιθανές πρόωρες εκλογές το 2009, τότε και οι τέσσερις θεωρούμενες ως «κινητήριες δυνάμεις» της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία, Ιταλία) θα κυβερνώνται από κεντροδεξιά κόμματα (ή συνασπισμούς κομμάτων). Πόσο, όμως, θα κρατήσει ακόμα η «άνοιξη της Κεντροδεξιάς» στην Ευρώπη;

Ηδη, κάποιοι αναλυτές επισημαίνουν ότι πρόσφατα χτύπησαν τα πρώτα «καμπανάκια», με την ήττα των Συντηρητικών στις εκλογές του κρατιδίου της Βαυαρίας και του Λαϊκού Κόμματος στις εθνικές εκλογές της Αυστρίας.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που στηρίζουν τις ελπίδες τους για ανάκαμψη των Ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών στην ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Μπαράκ Ομπάμα. Ετσι είχε γίνει και το 1992, όταν ένας άλλος Δημοκρατικός, ο Μπιλ Κλίντον τότε, είχε κερδίσει με τη «συνταγή» του Τρίτου Δρόμου τις προεδρικές εκλογές, για να δει στη συνέχεια Ευρωπαίους ηγέτες, όπως ο Τόνι Μπλερ, ο Ρομάνο Πρόντι και ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, να πατούν στα βήματά του.

Ενα ανάλογο «κύμα» από τη μια έως την άλλη άκρη του Ατλαντικού ενδέχεται να επαναληφθεί πριν από το κλείσιμο της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, υπό δύο βασικές προϋποθέσεις.
Κατά πρώτον, να κάνει την εμφάνισή της μια νέα δυναμική γενιά ηγετών, καθώς πολιτικοί όπως η Σεγκολέν Ρουαγιάλ ή ο Γκόρντον Μπράουν δεν φαίνεται να πείθουν το εκλογικό σώμα.
Το γερμανικό SPD έδειξε το δρόμο, αλλάζοντας πρόσφατα στην ηγεσία του τον ελάχιστα δημοφιλή Κουρτ Μπεκ με τον Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ, προτού μάλιστα ο πρώτος κριθεί στην κάλπη των εθνικών εκλογών.

Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η επεξεργασία και η παρουσίαση ενός πειστικού σχεδίου για την οικονομία. Ενα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης ήδη στρέφει τα πυρά της οργής του στην Κεντροδεξιά, κρίνοντας είτε ότι ευθύνεται για τη διεθνή οικονομική κρίση είτε ότι δεν κατόρθωσε να την αντιμετωπίσει αποτελεσματικά. Αν τα κεντροαριστερά κόμματα δείξουν ότι γνωρίζουν και ποιος είναι ο τρόπος εξόδου από την κρίση και πώς να τον εφαρμόσουν, τότε η επιστροφή τους στο προσκήνιο ίσως έρθει συντομότερα και πιο «ηχηρά» από ό,τι πολλοί πιστεύουν.



ΠΑΠΑΧΛΙΜΙΝΤΖΟΣ ΚΩΣΤΑΣ

Ελεύθερος Τύποςhttp://www.e-tipos.com/newsitem?id=55401