.......Στην περίπτωση μικρών ή
μεσαίων Jυνάμεων το γεωπολιτικό τους δυναμικό, με τη δεύτερη αυτή
έννοια, έχει ουσιώδη σημασία ως προς τον προσδιορισμό των σχέσεών
τους με πλανητικές Jυνάμεις, οι οποίες αναζητούν περιφερειακούς
δορυφόρους, τοποτηρητές ή εταίρους. Έμμεσα, έτσι, η μικρή ή μεσαία
Jύναμη γίνεται παράγοντας της πλανητικής πολιτικής και, ανεξάρτητα
από την πρωτογενή της ενέργεια, το γεωπολιτικό της δυναμικό
αυξομειώνεται ανάλογα με την πλανητική σπουδαιότητα του ευρύτερου
χώρου όπου εκδιπλώνει την ενέργεια αυτή. Από την άποψη αυτή η
Τουρκία διαθέτει αξιολογότατα πλεονεκτήματα απέναντι στην Ελλάδα, η
οποία γεωπολιτικά δεν παρουσιάζει, ιδίως μετά τον τερματισμό του
Ψυχρού Πολέμου, ζωτικό ενδιαφέρον για καμμιά υφιστάμενη ή
ανερχόμενη πλανητική Jύναμη. Για ποικίλους λόγους, που έχω εκθέσει
άλλου, η Κεντρική Ασία (συμπεριλαμβανομένης της Καυκάσιας καί της
Κασπίας) και η Σιβηρία θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στις
πλανητικές εξελίξεις του 21ου αιώνα. Όπως φαίνεται, οι Ηνωμένες
Πολιτείες το αντιλήφθηκαν αυτό σχετικά γρήγορα, και αντίστοιχη
σημασία αποδίδουν στην Τουρκία ως χώρα με Ιστορικές και πάντα λίγο-
πολύ ζωντανές ρίζες στην αχανή τούτη έκταση. Η πρόσφατη προσέγγιση
Τουρκίας και Ισραήλ υπό αμερικανική αιγίδα δείχνει σε πόσο
μακροπρόθεσμα πλαίσια εντάσσουν οι Αμερικανοί τη στρατηγική
αξιοποίηση της Τουρκίας - το ίδιο υποδηλώνει και η εκχώρηση του
βορείου Ιράκ στην επιχειρησιακή διάκριση των τουρκικών ενόπλων
δυνάμεων. Όπως πιστεύω, η ένταση μεταξύ «ισλαμιστών» και
«κεμαλικών» στρατιωτικών κατά το πρώτο εξάμηνο του 1997 κατά
βάθος δεν οφειλόταν τόσο σε καίρια ζητήματα εσωτερικής πολιτικής,
όσο στο ερώτημα αν η Τουρκία οφείλει στις προσεχείς δεκαετίες να
συνδέσει τις δικές της γεωπολιτικές και στρατηγικές επιδιώξεις με τις
αμερικανικές ή όχι. Οι στρατιωτικοί πιστεύουν - και από τουρκική
σκοπιά έχουν, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, δίκιο - ότι η στενή σχέση με
τίς Ηνωμένες Πολιτείες είναι απείρως σπουδαιότερη από την
προνομιακή, αλλά ολίγα υποσχόμενη σύσφιγξη των δεσμών με το
Πακιστάν, την Ινδονησία ή τη Λιβύη λ.χ.· βλέπουν επίσης ότι η
αμερικανική στήριξη μπορεί να χρησιμεύσει όχι μόνον στην Καυκάσια
καί στην Κεντρική Ασία, αλλά επί πλέον στο Αιγαίο και στα Βαλκάνια,
όπου οι Αμερικανοί ναι μεν δεν έχουν συμφέροντα τόσο ζωτικά όσο στην
Ανατολή, διαθέτουν όμως πάντοτε την εξουσία του λυείν και δεσμείν,του
βομβαρδίζειν και του ειρηνοποιείν. Η ιστορική και πολιτική ανάλυση
μπορεί, στην καλύτερη περίπτωση, να διαπιστώνει ρεύματα καί
κινητήριες δυνάμεις· δεν είναι σε θέση να προβλέπει γεγονότα. Κανείς
δεν γνωρίζει σήμερα με πλήρη βεβαιότητα αν μετά από κάμποσα χρόνια
η προσπάθεια πλείστων όσων Τούρκων διπλωματών, στρατιωτικών καί
επιχειρηματιών να συνδέσουν τη γεωπολιτική εκδίπλωση της χώρας τους
με τους στόχους της πλανητικής στρατηγικής των Ηνωμένων Πολιτειών
θα ευδοκιμήσει ή θα έχει την τύχη του καθεστώτος του σάχη στην
Περσία. Κανείς δεν γνωρίζει αν οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έχουν
τη βούληση και την Ισχύ να εμμείνουν στους τωρινούς στρατηγικούς
τους στόχους σε πλανητικό επίπεδο. Και κανείς δεν γνωρίζει μήπως
συμβεί ό,τι σήμερα φαίνεται δύσκολο ή αδιανόητο: μήπως δηλαδή ακόμα
και μια «ισλαμική» Τουρκία επιλέξει τη σύμπλευση με τις Ηνωμένες
Πολιτείες ως την πιο συμφέρουσα λύση, αφού η ιστορική εμπειρία
διδάσκει ότι η εξωτερική πολιτική έχει τη δική της λογική, που επιβιώνει
των καθεστώτων και των πολιτευμάτων. Όποια τροπή και να πάρουν τα
πράγματα, σε καμμία περίπτωση η Τουρκία δεν συμπορεύεται στη
παρούσα φάση ούτε θα συμπορευθεί στο μέλλον με τίς Ηνωμένες
Πολιτείες ως άβουλος εντολοδόχος τους. Ακόμα και αν αναλαμβάνει
ρόλο περιφερειακού τοποτηρητή, το κάνει για να προωθήσει δικές της
θέσεις και δικά της συμφέροντα, για να έχει πρόσβαση στην
υπερσύγχρονη στρατιωτική τεχνολογία και για να βρίσκεται κοντά σε
κέντρα λήψεως κρίσιμων αποφάσεων. Άλλωστε δεν θα είναι αυτή η
πρώτη φορά στην ιστορία όπου μια μικρή ή μεσαία Jύναμη εργάζεται
για τα δικά της σχέδια από τη θέση του τοποτηρητή μιας Μεγάλης
Jύναμης - κάτω από τα φτερά της, όχι όμως δίχως δικά της φτερά. Όταν
ο μόνος Έλληνας πολιτικός ολκής, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ζητούσε να
συνταχθεί η Ελλάδα με κάθε θυσία, ακόμα και με αντίτιμο τον εμφύλιο
πόλεμο, στο πλευρό των Jυτικών Jυνάμεων, το έκανε γιατί διέβλεπε ότι
η χώρα μόνον ως τοποτηρητής τους μετά τη νίκη τους θα ήταν σε θέση
να πραγματώσει τα μείζονα εθνικά της όνειρα. Και δεν δίστασε να
μετατρέψει τον ελληνικό στρατό ακόμα και σε μισθοφόρους των
Αγγλογάλλων (π.χ. στην Ουκρανία) προκειμένου να πάρει ως
αντάλλαγμα την Ελλάδα των δύο ηπείρων καί των πέντε θαλασσών.
Τέτοιες αποφάσεις δεν τίς υπαγόρευε η εθελοδουλεία, αλλά η πολιτική
Ιδιοφυΐα και το πολιτικό μεγαλείο, το ένστικτο του μεγάλου παίκτη στο
μεγάλο παιγνίδι της πολιτικής. Βεβαίως, οι ιδιότητες αυτές δεν έχουν
εθνικότητα και φυλή, και η τουρκική εθνική ηγεσία θα τις χρειασθεί κι
αυτή σε υψηλό βαθμό, αν μπει στον δρόμο της γεωπολιτικής εκδίπλωσης
ως ιδιόβουλος τοποτηρητής του παγκόσμιου ηγεμόνα - διατρέχοντας
πάντοτε τον κίνδυνο να πάθει ό,τι έπαθε και η Ελλάδα μετά το 1920.
Πράγματι, ο μεγαλύτερος μελλοντικός κίνδυνος για την Τουρκία - και η
μεγαλύτερη, αν όχι η μοναδική ελπίδα για την Ελλάδα - έγκειται στο
ενδεχόμενο της ανάδυσης Jυνάμεων ικανών να συναγωνισθούν την
αμερικανο-τουρκική επιρροή τόσο στον Καύκασο και στην Κεντρική
Ασία όσο και στα Βαλκάνια. Μονάχα μια ισχυρή εθνικιστική και
επεκτατική Ρωσσία θα μπορούσε να αποτελέσει δραστικό φραγμό των
τουρκικών φιλοδοξιών στα Βαλκάνια (όπου θα αναζωπυρώνονταν οι
παλαιοί ρωσσικοί δεσμοί με τη Σερβία και τη Βουλγαρία) και στην
Ανατολή (όπου επίσης θα ενεργοποιούνταν ο παλαιός αντιτουρκικός
άξονας Ρωσσίας καί Ιράν). Είναι άγνωστο αν αυτό το ενδεχόμενο θα
επισυμβεί ή αν η Ρωσσία θα τελματωθεί μακρόχρονα. Πάντως μια
«φιλελευθεροποίησή» της με την έννοια της προσαρμογής της στα
αμερικανικά πρότυπα και στις αμερικανικές επιθυμίες πιθανότατα θα
σήμαινε την αποθράσυνση της Τουρκίας και τη χαριστική βολή για την
ουσιαστική, αν όχι και για την τυπική ανεξαρτησία της Ελλάδας. Όσοι
σκέφτονται φιλελεύθερα και οικονομιστικά ασφαλώς θα δυσκολευθούν
πολύ να το καταλάβουν αυτό, όμως είναι αλήθεια. Μια Ρωσσία που θα
έμπαινε βαθμηδόν στο πετσί της παλιάς Σοβιετικής Ένωσης - αυτό είναι
το πραγματικό φόβητρο της Τουρκίας, και όχι αντίπαλοι όπως οι
δύσμοιροι Κούρδοι, που σε καμμιά στιγμή δεν απείλησαν ούτε κατ'
ελάχιστο τον τουρκικό στρατό, μάλλον του χρησιμεύουν για να κάνει τις
πολεμικές του ασκήσεις και να παραμένει εμπειροπόλεμος.
ΥΓ Προσεξτε τις αποψεις Κονδυλη για τον Καυκασο. Σημειωτεον το κειμενο εχει γραφει 10 χρονια πριν. Ο ανθρωπος δεν ειναι μαντης, ηταν απο τους καλυτερους αναλυτες των πλανητικων εξελιξεων. Αργοτερα η συνεχεια.
μεσαίων Jυνάμεων το γεωπολιτικό τους δυναμικό, με τη δεύτερη αυτή
έννοια, έχει ουσιώδη σημασία ως προς τον προσδιορισμό των σχέσεών
τους με πλανητικές Jυνάμεις, οι οποίες αναζητούν περιφερειακούς
δορυφόρους, τοποτηρητές ή εταίρους. Έμμεσα, έτσι, η μικρή ή μεσαία
Jύναμη γίνεται παράγοντας της πλανητικής πολιτικής και, ανεξάρτητα
από την πρωτογενή της ενέργεια, το γεωπολιτικό της δυναμικό
αυξομειώνεται ανάλογα με την πλανητική σπουδαιότητα του ευρύτερου
χώρου όπου εκδιπλώνει την ενέργεια αυτή. Από την άποψη αυτή η
Τουρκία διαθέτει αξιολογότατα πλεονεκτήματα απέναντι στην Ελλάδα, η
οποία γεωπολιτικά δεν παρουσιάζει, ιδίως μετά τον τερματισμό του
Ψυχρού Πολέμου, ζωτικό ενδιαφέρον για καμμιά υφιστάμενη ή
ανερχόμενη πλανητική Jύναμη. Για ποικίλους λόγους, που έχω εκθέσει
άλλου, η Κεντρική Ασία (συμπεριλαμβανομένης της Καυκάσιας καί της
Κασπίας) και η Σιβηρία θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στις
πλανητικές εξελίξεις του 21ου αιώνα. Όπως φαίνεται, οι Ηνωμένες
Πολιτείες το αντιλήφθηκαν αυτό σχετικά γρήγορα, και αντίστοιχη
σημασία αποδίδουν στην Τουρκία ως χώρα με Ιστορικές και πάντα λίγο-
πολύ ζωντανές ρίζες στην αχανή τούτη έκταση. Η πρόσφατη προσέγγιση
Τουρκίας και Ισραήλ υπό αμερικανική αιγίδα δείχνει σε πόσο
μακροπρόθεσμα πλαίσια εντάσσουν οι Αμερικανοί τη στρατηγική
αξιοποίηση της Τουρκίας - το ίδιο υποδηλώνει και η εκχώρηση του
βορείου Ιράκ στην επιχειρησιακή διάκριση των τουρκικών ενόπλων
δυνάμεων. Όπως πιστεύω, η ένταση μεταξύ «ισλαμιστών» και
«κεμαλικών» στρατιωτικών κατά το πρώτο εξάμηνο του 1997 κατά
βάθος δεν οφειλόταν τόσο σε καίρια ζητήματα εσωτερικής πολιτικής,
όσο στο ερώτημα αν η Τουρκία οφείλει στις προσεχείς δεκαετίες να
συνδέσει τις δικές της γεωπολιτικές και στρατηγικές επιδιώξεις με τις
αμερικανικές ή όχι. Οι στρατιωτικοί πιστεύουν - και από τουρκική
σκοπιά έχουν, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, δίκιο - ότι η στενή σχέση με
τίς Ηνωμένες Πολιτείες είναι απείρως σπουδαιότερη από την
προνομιακή, αλλά ολίγα υποσχόμενη σύσφιγξη των δεσμών με το
Πακιστάν, την Ινδονησία ή τη Λιβύη λ.χ.· βλέπουν επίσης ότι η
αμερικανική στήριξη μπορεί να χρησιμεύσει όχι μόνον στην Καυκάσια
καί στην Κεντρική Ασία, αλλά επί πλέον στο Αιγαίο και στα Βαλκάνια,
όπου οι Αμερικανοί ναι μεν δεν έχουν συμφέροντα τόσο ζωτικά όσο στην
Ανατολή, διαθέτουν όμως πάντοτε την εξουσία του λυείν και δεσμείν,του
βομβαρδίζειν και του ειρηνοποιείν. Η ιστορική και πολιτική ανάλυση
μπορεί, στην καλύτερη περίπτωση, να διαπιστώνει ρεύματα καί
κινητήριες δυνάμεις· δεν είναι σε θέση να προβλέπει γεγονότα. Κανείς
δεν γνωρίζει σήμερα με πλήρη βεβαιότητα αν μετά από κάμποσα χρόνια
η προσπάθεια πλείστων όσων Τούρκων διπλωματών, στρατιωτικών καί
επιχειρηματιών να συνδέσουν τη γεωπολιτική εκδίπλωση της χώρας τους
με τους στόχους της πλανητικής στρατηγικής των Ηνωμένων Πολιτειών
θα ευδοκιμήσει ή θα έχει την τύχη του καθεστώτος του σάχη στην
Περσία. Κανείς δεν γνωρίζει αν οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έχουν
τη βούληση και την Ισχύ να εμμείνουν στους τωρινούς στρατηγικούς
τους στόχους σε πλανητικό επίπεδο. Και κανείς δεν γνωρίζει μήπως
συμβεί ό,τι σήμερα φαίνεται δύσκολο ή αδιανόητο: μήπως δηλαδή ακόμα
και μια «ισλαμική» Τουρκία επιλέξει τη σύμπλευση με τις Ηνωμένες
Πολιτείες ως την πιο συμφέρουσα λύση, αφού η ιστορική εμπειρία
διδάσκει ότι η εξωτερική πολιτική έχει τη δική της λογική, που επιβιώνει
των καθεστώτων και των πολιτευμάτων. Όποια τροπή και να πάρουν τα
πράγματα, σε καμμία περίπτωση η Τουρκία δεν συμπορεύεται στη
παρούσα φάση ούτε θα συμπορευθεί στο μέλλον με τίς Ηνωμένες
Πολιτείες ως άβουλος εντολοδόχος τους. Ακόμα και αν αναλαμβάνει
ρόλο περιφερειακού τοποτηρητή, το κάνει για να προωθήσει δικές της
θέσεις και δικά της συμφέροντα, για να έχει πρόσβαση στην
υπερσύγχρονη στρατιωτική τεχνολογία και για να βρίσκεται κοντά σε
κέντρα λήψεως κρίσιμων αποφάσεων. Άλλωστε δεν θα είναι αυτή η
πρώτη φορά στην ιστορία όπου μια μικρή ή μεσαία Jύναμη εργάζεται
για τα δικά της σχέδια από τη θέση του τοποτηρητή μιας Μεγάλης
Jύναμης - κάτω από τα φτερά της, όχι όμως δίχως δικά της φτερά. Όταν
ο μόνος Έλληνας πολιτικός ολκής, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ζητούσε να
συνταχθεί η Ελλάδα με κάθε θυσία, ακόμα και με αντίτιμο τον εμφύλιο
πόλεμο, στο πλευρό των Jυτικών Jυνάμεων, το έκανε γιατί διέβλεπε ότι
η χώρα μόνον ως τοποτηρητής τους μετά τη νίκη τους θα ήταν σε θέση
να πραγματώσει τα μείζονα εθνικά της όνειρα. Και δεν δίστασε να
μετατρέψει τον ελληνικό στρατό ακόμα και σε μισθοφόρους των
Αγγλογάλλων (π.χ. στην Ουκρανία) προκειμένου να πάρει ως
αντάλλαγμα την Ελλάδα των δύο ηπείρων καί των πέντε θαλασσών.
Τέτοιες αποφάσεις δεν τίς υπαγόρευε η εθελοδουλεία, αλλά η πολιτική
Ιδιοφυΐα και το πολιτικό μεγαλείο, το ένστικτο του μεγάλου παίκτη στο
μεγάλο παιγνίδι της πολιτικής. Βεβαίως, οι ιδιότητες αυτές δεν έχουν
εθνικότητα και φυλή, και η τουρκική εθνική ηγεσία θα τις χρειασθεί κι
αυτή σε υψηλό βαθμό, αν μπει στον δρόμο της γεωπολιτικής εκδίπλωσης
ως ιδιόβουλος τοποτηρητής του παγκόσμιου ηγεμόνα - διατρέχοντας
πάντοτε τον κίνδυνο να πάθει ό,τι έπαθε και η Ελλάδα μετά το 1920.
Πράγματι, ο μεγαλύτερος μελλοντικός κίνδυνος για την Τουρκία - και η
μεγαλύτερη, αν όχι η μοναδική ελπίδα για την Ελλάδα - έγκειται στο
ενδεχόμενο της ανάδυσης Jυνάμεων ικανών να συναγωνισθούν την
αμερικανο-τουρκική επιρροή τόσο στον Καύκασο και στην Κεντρική
Ασία όσο και στα Βαλκάνια. Μονάχα μια ισχυρή εθνικιστική και
επεκτατική Ρωσσία θα μπορούσε να αποτελέσει δραστικό φραγμό των
τουρκικών φιλοδοξιών στα Βαλκάνια (όπου θα αναζωπυρώνονταν οι
παλαιοί ρωσσικοί δεσμοί με τη Σερβία και τη Βουλγαρία) και στην
Ανατολή (όπου επίσης θα ενεργοποιούνταν ο παλαιός αντιτουρκικός
άξονας Ρωσσίας καί Ιράν). Είναι άγνωστο αν αυτό το ενδεχόμενο θα
επισυμβεί ή αν η Ρωσσία θα τελματωθεί μακρόχρονα. Πάντως μια
«φιλελευθεροποίησή» της με την έννοια της προσαρμογής της στα
αμερικανικά πρότυπα και στις αμερικανικές επιθυμίες πιθανότατα θα
σήμαινε την αποθράσυνση της Τουρκίας και τη χαριστική βολή για την
ουσιαστική, αν όχι και για την τυπική ανεξαρτησία της Ελλάδας. Όσοι
σκέφτονται φιλελεύθερα και οικονομιστικά ασφαλώς θα δυσκολευθούν
πολύ να το καταλάβουν αυτό, όμως είναι αλήθεια. Μια Ρωσσία που θα
έμπαινε βαθμηδόν στο πετσί της παλιάς Σοβιετικής Ένωσης - αυτό είναι
το πραγματικό φόβητρο της Τουρκίας, και όχι αντίπαλοι όπως οι
δύσμοιροι Κούρδοι, που σε καμμιά στιγμή δεν απείλησαν ούτε κατ'
ελάχιστο τον τουρκικό στρατό, μάλλον του χρησιμεύουν για να κάνει τις
πολεμικές του ασκήσεις και να παραμένει εμπειροπόλεμος.
ΥΓ Προσεξτε τις αποψεις Κονδυλη για τον Καυκασο. Σημειωτεον το κειμενο εχει γραφει 10 χρονια πριν. Ο ανθρωπος δεν ειναι μαντης, ηταν απο τους καλυτερους αναλυτες των πλανητικων εξελιξεων. Αργοτερα η συνεχεια.
Σχόλια
ωραιος