Προβόπουλος: ασφαλείς οι ελληνικές τράπεζες Βρόχος για νοικοκυριά - επιχειρήσεις η άνοδος των επιτοκίων – Στο 5,22% το euribor 3μήνου, 7% και 7,5% το μέσο κυμαινόμενο στεγαστικό επιτόκιο Της Ευγενιας Τζωρτζη
Υγιές, ασφαλές και σταθερό είναι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα διαβεβαίωσε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιώργος Προβόπουλος. Η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στα προϊόντα που οδήγησαν στη σοβαρότατη κρίση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι περιορισμένη, ενώ τα θεμελιώδη μεγέθη τους είναι ισχυρά. «Τα ίδια κεφάλαια των τεσσάρων μεγάλων ομίλων (Εθνική, Eurobank, Πειραιώς, Εμπορική) ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού ήταν τον Ιούλιο 7,56%, ενώ της Fortis ήταν λιγότερο από το μισό», επισημαίνει ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του ομίλου Eurobank κ. Γκίκας Χαρδούβελης. Ωστόσο, και οι ελληνικές τράπεζες αισθάνονται τις επιπτώσεις από την άνοδο των επιτοκίων στη διατραπεζική αγορά.
Η χθεσινή άνοδος του euribor 3μήνου στο 5,22%, συνοδεύεται με την εκτίναξη των περιθωρίου που εισπράττουν οι τράπεζες και το οποίο φθάνει πλέον τη 1,5 μονάδα, ακόμα και για τις μεγάλες επιχειρήσεις που είχαν μέχρι πρόσφατα προνομιακή μεταχείριση από το τραπεζικό σύστημα. Το πρόβλημα αφορά και τα παλαιά δάνεια, τα οποία είχαν δοθεί σε περιόδους ευημερίας, με εξαιρετικά χαμηλά περιθώρια, που άγγιζαν τη μισή μονάδα και είναι χαρακτηριστική η πίεση που ασκείται από ορισμένες τράπεζες για την αλλαγή ακόμη και υφιστάμενων συμβάσεων. Οπως εξηγούν στελέχη της αγοράς, το πρώτο θύμα σε περιπτώσεις καταρράκωσης της ψυχολογίας, σαν αυτή που διανύουμε είναι φυσικά η κατανάλωση και η περικοπή όλων εκείνων των αγαθών ή των υπηρεσιών, που χρηματοδοτούνται είτε από το πλεόνασμα του εισοδήματος είτε μέσω δανεισμού.
Εκτός από τις μεγάλες και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, υφίστανται τις επιπτώσεις της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης, τόσο μέσα από την άνοδο του euribor όσο και μέσα από την άνοδο του spread που ειδικά σε αυτή την κατηγορία ξεκινάει πλέον από τις 2,5 και φθάνει έως και τις 4 μονάδες. Η πολιτική των τραπεζών δεν εξαντλείται μόνο στη μετακύλιση του κόστους της χρηματοδότησης. Παράλληλα με την άνοδο των επιτοκίων κλείνουν και τις στρόφιγγες του δανεισμού, εφαρμόζοντας αυστηρά κριτήρια δανειοδότησης τόσο προς τις επιχειρήσεις όσο και προς τα νοικοκυριά. Στελέχη από τις τράπεζες εξηγούν ότι το πάγωμα της αγοράς αποτυπώνεται ήδη και στον τομέα της οικοδομής, που με τη σειρά του συντηρεί μεγάλο αριθμό μικρών επιχειρήσεων, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό των εγκρίσεων στα στεγαστικά δάνεια έχει μειωθεί από το 80% στο 60% περίπου. Το γεγονός άλλωστε ότι οι Ελληνες δανειολήπτες είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στις μεταβολές των επιτοκίων, καθώς δανείζονται κυρίως με κυμαινόμενο επιτόκιο, δημιουργεί φόβους για τη δυνατότητά τους να αποπληρώνουν κανονικά τη δόση του δανείου τους, ειδικά σε μια περίοδο που αυτή αυξάνεται γεωμετρικά. Μετά και την άνοδο του euribor 3μήνου στο 5,22%, το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο για την αγορά κατοικίας, διαμορφώνεται μεταξύ 7% και 7,50%, δηλαδή euribor 3μήνου προσαυξημένου με το περιθώριο που εισπράττει η τράπεζα και το οποίο διαμορφώνεται μεταξύ 1,50 και 2,50 μονάδες, ανάλογα με το ύψος του δανείου και το ποσοστό χρηματοδότησης.
Σχόλια
Βρόχος για νοικοκυριά - επιχειρήσεις η άνοδος των επιτοκίων – Στο 5,22% το euribor 3μήνου, 7% και 7,5% το μέσο κυμαινόμενο στεγαστικό επιτόκιο
Της Ευγενιας Τζωρτζη
Υγιές, ασφαλές και σταθερό είναι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα διαβεβαίωσε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιώργος Προβόπουλος. Η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στα προϊόντα που οδήγησαν στη σοβαρότατη κρίση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι περιορισμένη, ενώ τα θεμελιώδη μεγέθη τους είναι ισχυρά. «Τα ίδια κεφάλαια των τεσσάρων μεγάλων ομίλων (Εθνική, Eurobank, Πειραιώς, Εμπορική) ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού ήταν τον Ιούλιο 7,56%, ενώ της Fortis ήταν λιγότερο από το μισό», επισημαίνει ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του ομίλου Eurobank κ. Γκίκας Χαρδούβελης. Ωστόσο, και οι ελληνικές τράπεζες αισθάνονται τις επιπτώσεις από την άνοδο των επιτοκίων στη διατραπεζική αγορά.
Η χθεσινή άνοδος του euribor 3μήνου στο 5,22%, συνοδεύεται με την εκτίναξη των περιθωρίου που εισπράττουν οι τράπεζες και το οποίο φθάνει πλέον τη 1,5 μονάδα, ακόμα και για τις μεγάλες επιχειρήσεις που είχαν μέχρι πρόσφατα προνομιακή μεταχείριση από το τραπεζικό σύστημα. Το πρόβλημα αφορά και τα παλαιά δάνεια, τα οποία είχαν δοθεί σε περιόδους ευημερίας, με εξαιρετικά χαμηλά περιθώρια, που άγγιζαν τη μισή μονάδα και είναι χαρακτηριστική η πίεση που ασκείται από ορισμένες τράπεζες για την αλλαγή ακόμη και υφιστάμενων συμβάσεων. Οπως εξηγούν στελέχη της αγοράς, το πρώτο θύμα σε περιπτώσεις καταρράκωσης της ψυχολογίας, σαν αυτή που διανύουμε είναι φυσικά η κατανάλωση και η περικοπή όλων εκείνων των αγαθών ή των υπηρεσιών, που χρηματοδοτούνται είτε από το πλεόνασμα του εισοδήματος είτε μέσω δανεισμού.
Εκτός από τις μεγάλες και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, υφίστανται τις επιπτώσεις της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης, τόσο μέσα από την άνοδο του euribor όσο και μέσα από την άνοδο του spread που ειδικά σε αυτή την κατηγορία ξεκινάει πλέον από τις 2,5 και φθάνει έως και τις 4 μονάδες. Η πολιτική των τραπεζών δεν εξαντλείται μόνο στη μετακύλιση του κόστους της χρηματοδότησης. Παράλληλα με την άνοδο των επιτοκίων κλείνουν και τις στρόφιγγες του δανεισμού, εφαρμόζοντας αυστηρά κριτήρια δανειοδότησης τόσο προς τις επιχειρήσεις όσο και προς τα νοικοκυριά. Στελέχη από τις τράπεζες εξηγούν ότι το πάγωμα της αγοράς αποτυπώνεται ήδη και στον τομέα της οικοδομής, που με τη σειρά του συντηρεί μεγάλο αριθμό μικρών επιχειρήσεων, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό των εγκρίσεων στα στεγαστικά δάνεια έχει μειωθεί από το 80% στο 60% περίπου. Το γεγονός άλλωστε ότι οι Ελληνες δανειολήπτες είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στις μεταβολές των επιτοκίων, καθώς δανείζονται κυρίως με κυμαινόμενο επιτόκιο, δημιουργεί φόβους για τη δυνατότητά τους να αποπληρώνουν κανονικά τη δόση του δανείου τους, ειδικά σε μια περίοδο που αυτή αυξάνεται γεωμετρικά. Μετά και την άνοδο του euribor 3μήνου στο 5,22%, το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο για την αγορά κατοικίας, διαμορφώνεται μεταξύ 7% και 7,50%, δηλαδή euribor 3μήνου προσαυξημένου με το περιθώριο που εισπράττει η τράπεζα και το οποίο διαμορφώνεται μεταξύ 1,50 και 2,50 μονάδες, ανάλογα με το ύψος του δανείου και το ποσοστό χρηματοδότησης.