Π. Κονδυλης: Πιθανοτητες και προυποθεσεις να κερδισει η Ελλαδα εναν ελληνοτουρκικο πολεμο. 1ο μερος.
Περνάμε τώρα στην τρίτη καί στενότερη έννοια του γεωπολιτικού
δυναμικού, η οποία είναι αμεσότερα συνδεδεμένη με γεωγραφικά
δεδομένα καί πρέπει να αναλύεται συγκριτικά, γιατί η γεωγραφία δίνει
πλεονεκτήματα καί μειονεκτήματα μονάχα σε σχέση με κάποιον άλλον,
και ό,τι είναι από τη μια άποψη πλεονέκτημα μπορεί από άλλη να
συνιστά μειονέκτημα ή αντίστροφα· ο ηπειρωτικός όγκος της Ρωσσίας
στάθηκε μοιραίος για τον Ναπολέοντα καί τον Hitler, της στέρησε όμως
τις άμεσες προσβάσεις προς τις θερμές θάλασσες. Η συγκριτική ανάλυση
του γεωπολιτικού δυναμικού της Ελλάδας και της Τουρκίας μ' αυτήν τη
στενότερη έννοια συνδέεται ιδιαίτερα με το πρόβλημα της πιθανής
στρατηγικής φυσιογνωμίας ενός ελληνοτουρκικού πολέμου στο προσεχές
ή απώτερο μέλλον. Ας πιάσουμε το νήμα του προβλήματος φέρνοντας
στον νου μας το μοιραίο δίλημμα, στο όποιο ενεπλάκη η ελληνική
πλευρά κατά τη μικρασιατική εκστρατεία: για να κρατηθεί η Σμύρνη
έπρεπε να καταληφθεί η Άγκυρα - καί πάλι χωρίς μεγαλύτερη
βεβαιότητα τελικής νίκης απ' όσην είχε ο Ναπολέων καταλαμβάνοντας
την Μόσχα. Αυτό σημαίνει: το βάθος του χώρου κατάπιε τον ελληνικό
στρατό, έστω κι αν δεν πολεμούσε σε τόπο ολότελα ξένο. Από τότε
άλλαξαν φυσικά πολλά πράγματα, και θα δούμε ως προς τι· όμως δεν
άλλαξαν τόσο απόλυτα, ώστε η κατανομή και το βάθος του χώρου να μη
βαραίνουν καθόλου στην πλάστιγγα, προ παντός όταν η έκβαση του
πολέμου πρόκειται να κρίνει την τύχη (και) εδαφικών διεκδικήσεων. Το
στοιχειώδες και συνάμα καθοριστικό γεωγραφικό δεδομένο είναι διττό.
Αφ' ενός η έκταση της τουρκικής επικράτειας είναι εξαπλάσια από την
ελληνική, αφ' έτερου συνιστά σχεδόν εξ ολοκλήρου (δηλαδή με εξαίρεση
το μικρό ευρωπαϊκό τμήμα της Τουρκίας) χώρο συμπαγή και ολότμητο,
ενώ ο ελληνικός χώρος (και μάλιστα η κρίσιμη ως θέατρο πολέμου
περιοχή ολόκληρου του Αιγαίου καθώς και η βόρεια Ελλάδα από τον
Έβρο μέχρι τη Θεσσαλονίκη) αποτελείται από κατεσπαρμένα και
μεμονωμένα εδάφη (νησιά) ή στενές λωρίδες. Το στρατηγικό
πλεονέκτημα που δίνει η τέτοια κατανομή του χώρου στην τουρκική
πλευρά είναι προφανές. Ο κατακερματισμένος ελληνικός χώρος μπορεί
να καταληφθεί και να κρατηθεί κατά τμήματα, ακόμα και πολύ μικρά· ο
εχθρός δεν είναι υποχρεωμένος να εμπλακεί στην πολεμική περιπέτεια
κατάληψης ολόκληρης της ελληνικής επικράτειας προκειμένου ν'
αποσπάσει ένα τμήμα της, όποιο θέλει ή εν πάση περιπτώσει όποιο
μπορεί· αφού καταλάβει ένα τμήμα, έχει τη δυνατότητα, εφ' όσον
υπερέχει στρατιωτικά, να εδραιώσει την καινούργια κατάσταση,
δημιουργώντας σε σχετικά σύντομο διάστημα τετελεσμένα γεγονότα.
Αντίθετα, η ελληνική πλευρά δεν έχει τη δυνατότητα (με ελάχιστες
παρήγορες εξαιρέσεις, για τις όποιες θα μιλήσουμε παρακάτω) να
αποσπάσει από τον μεγάλο και συμπαγή τουρκικό γεωγραφικό όγκο ένα
μικρότερο ή μεγαλύτερο κομμάτι χωρίς να περιπλακεί, mutatis mutandis,
στο τραγικό δίλημμα του 1922. Εάν π.χ. για λόγους αντιπερισπασμού
συγκροτούσε προγεφυρώματα στον παράκτιο μικρασιατικό χώρο, οι
τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα μπορούσαν ακόμα και να τ' αγνοήσουν
εντελώς, στρεφόμενες εναντίον τους μόνον αφού θα είχε πια κριθεί η
έκβαση στα κύρια θέατρα του πολέμου· γιατί τέτοια προγεφυρώματα έτσι
κι αλλιώς θ' αποκόπτονταν ή δεν θα κατάφερναν να εδραιωθούν
μακροπρόθεσμα, αποτελώντας εφαλτήρια για περαιτέρω διείσδυση. Η
κατάληψη τουρκικών εδαφών από ελληνικής πλευράς προσκρούει στο
βάθος του χώρου, όχι όμως και η κατάληψη ελληνικών εδαφών από
τουρκικής πλευράς.
Πώς μπορεί η Ελλάδα να εξουδετερώσει, σε περίπτωση πολέμου, τα
σοβαρά γεωγραφικά της μειονεκτήματα; Θα επισημάνουμε τέσσερα
σημεία, χωρίς να τα εννοούμε ούτε ως αναβαθμούς μιας κλιμάκωσης
ούτε ως στόχους Ιεραρχημένους σύμφωνα με τη στρατηγική τους
σημασία - μολονότι τα δύο τελευταία πρέπει να υπογραμμισθούν
ιδιαίτερα, ωστόσο μόνον η ενεργή συνύπαρξη καί των τεσσάρων μπορεί
να δώσει στην ελληνική πλευρά αξιόλογες πιθανότητες νίκης.
δυναμικού, η οποία είναι αμεσότερα συνδεδεμένη με γεωγραφικά
δεδομένα καί πρέπει να αναλύεται συγκριτικά, γιατί η γεωγραφία δίνει
πλεονεκτήματα καί μειονεκτήματα μονάχα σε σχέση με κάποιον άλλον,
και ό,τι είναι από τη μια άποψη πλεονέκτημα μπορεί από άλλη να
συνιστά μειονέκτημα ή αντίστροφα· ο ηπειρωτικός όγκος της Ρωσσίας
στάθηκε μοιραίος για τον Ναπολέοντα καί τον Hitler, της στέρησε όμως
τις άμεσες προσβάσεις προς τις θερμές θάλασσες. Η συγκριτική ανάλυση
του γεωπολιτικού δυναμικού της Ελλάδας και της Τουρκίας μ' αυτήν τη
στενότερη έννοια συνδέεται ιδιαίτερα με το πρόβλημα της πιθανής
στρατηγικής φυσιογνωμίας ενός ελληνοτουρκικού πολέμου στο προσεχές
ή απώτερο μέλλον. Ας πιάσουμε το νήμα του προβλήματος φέρνοντας
στον νου μας το μοιραίο δίλημμα, στο όποιο ενεπλάκη η ελληνική
πλευρά κατά τη μικρασιατική εκστρατεία: για να κρατηθεί η Σμύρνη
έπρεπε να καταληφθεί η Άγκυρα - καί πάλι χωρίς μεγαλύτερη
βεβαιότητα τελικής νίκης απ' όσην είχε ο Ναπολέων καταλαμβάνοντας
την Μόσχα. Αυτό σημαίνει: το βάθος του χώρου κατάπιε τον ελληνικό
στρατό, έστω κι αν δεν πολεμούσε σε τόπο ολότελα ξένο. Από τότε
άλλαξαν φυσικά πολλά πράγματα, και θα δούμε ως προς τι· όμως δεν
άλλαξαν τόσο απόλυτα, ώστε η κατανομή και το βάθος του χώρου να μη
βαραίνουν καθόλου στην πλάστιγγα, προ παντός όταν η έκβαση του
πολέμου πρόκειται να κρίνει την τύχη (και) εδαφικών διεκδικήσεων. Το
στοιχειώδες και συνάμα καθοριστικό γεωγραφικό δεδομένο είναι διττό.
Αφ' ενός η έκταση της τουρκικής επικράτειας είναι εξαπλάσια από την
ελληνική, αφ' έτερου συνιστά σχεδόν εξ ολοκλήρου (δηλαδή με εξαίρεση
το μικρό ευρωπαϊκό τμήμα της Τουρκίας) χώρο συμπαγή και ολότμητο,
ενώ ο ελληνικός χώρος (και μάλιστα η κρίσιμη ως θέατρο πολέμου
περιοχή ολόκληρου του Αιγαίου καθώς και η βόρεια Ελλάδα από τον
Έβρο μέχρι τη Θεσσαλονίκη) αποτελείται από κατεσπαρμένα και
μεμονωμένα εδάφη (νησιά) ή στενές λωρίδες. Το στρατηγικό
πλεονέκτημα που δίνει η τέτοια κατανομή του χώρου στην τουρκική
πλευρά είναι προφανές. Ο κατακερματισμένος ελληνικός χώρος μπορεί
να καταληφθεί και να κρατηθεί κατά τμήματα, ακόμα και πολύ μικρά· ο
εχθρός δεν είναι υποχρεωμένος να εμπλακεί στην πολεμική περιπέτεια
κατάληψης ολόκληρης της ελληνικής επικράτειας προκειμένου ν'
αποσπάσει ένα τμήμα της, όποιο θέλει ή εν πάση περιπτώσει όποιο
μπορεί· αφού καταλάβει ένα τμήμα, έχει τη δυνατότητα, εφ' όσον
υπερέχει στρατιωτικά, να εδραιώσει την καινούργια κατάσταση,
δημιουργώντας σε σχετικά σύντομο διάστημα τετελεσμένα γεγονότα.
Αντίθετα, η ελληνική πλευρά δεν έχει τη δυνατότητα (με ελάχιστες
παρήγορες εξαιρέσεις, για τις όποιες θα μιλήσουμε παρακάτω) να
αποσπάσει από τον μεγάλο και συμπαγή τουρκικό γεωγραφικό όγκο ένα
μικρότερο ή μεγαλύτερο κομμάτι χωρίς να περιπλακεί, mutatis mutandis,
στο τραγικό δίλημμα του 1922. Εάν π.χ. για λόγους αντιπερισπασμού
συγκροτούσε προγεφυρώματα στον παράκτιο μικρασιατικό χώρο, οι
τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα μπορούσαν ακόμα και να τ' αγνοήσουν
εντελώς, στρεφόμενες εναντίον τους μόνον αφού θα είχε πια κριθεί η
έκβαση στα κύρια θέατρα του πολέμου· γιατί τέτοια προγεφυρώματα έτσι
κι αλλιώς θ' αποκόπτονταν ή δεν θα κατάφερναν να εδραιωθούν
μακροπρόθεσμα, αποτελώντας εφαλτήρια για περαιτέρω διείσδυση. Η
κατάληψη τουρκικών εδαφών από ελληνικής πλευράς προσκρούει στο
βάθος του χώρου, όχι όμως και η κατάληψη ελληνικών εδαφών από
τουρκικής πλευράς.
Πώς μπορεί η Ελλάδα να εξουδετερώσει, σε περίπτωση πολέμου, τα
σοβαρά γεωγραφικά της μειονεκτήματα; Θα επισημάνουμε τέσσερα
σημεία, χωρίς να τα εννοούμε ούτε ως αναβαθμούς μιας κλιμάκωσης
ούτε ως στόχους Ιεραρχημένους σύμφωνα με τη στρατηγική τους
σημασία - μολονότι τα δύο τελευταία πρέπει να υπογραμμισθούν
ιδιαίτερα, ωστόσο μόνον η ενεργή συνύπαρξη καί των τεσσάρων μπορεί
να δώσει στην ελληνική πλευρά αξιόλογες πιθανότητες νίκης.
η συνεχεια σε λιγο....
Σχόλια