Ενεργειακό σκάκι στη ΝΑ Μεσόγειο > Ενεργειακός κόμβος η Ελλάδα






Οταν το 2009 η αμερικανική εταιρεία Noble Energy ανακοίνωνε την ανακάλυψη του πρώτου μεγάλου κοιτάσματος στην ΑΟΖ του Ισραήλ, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι σε διάστημα μικρότερο της δεκαετίας η ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου θα βρισκόταν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας πετρελαϊκής βιομηχανίας και θα διαμόρφωνε νέες γεωπολιτικές ισορροπίες.

Το πετρελαϊκό παζλ άνοιξε στη ΝΑ Μεσόγειο πρώτη η Noble και ακολούθησαν οι Total, Statoil, ENI και BG, καθώς και σειρά από μικρότερου μεγέθους εταιρείες. Ωστόσο, συμπληρώθηκε με την ηχηρή άφιξη στην ΑΟΖ της Κύπρου, λίγο πριν εκπνεύσει το 2016, του μεγαλύτερου παγκοσμίως πετρελαϊκού κολοσσού, της αμερικανικής Exxon Mobil, από κοινού με τον μεγαλύτερο παραγωγό διεθνώς υγροποιημένου φυσικού αερίου της Qatar Petroleum. Σχεδόν ταυτόχρονα συντελέσθηκε και η άφιξη στην ΑΟΖ της Αιγύπτου της αγγλικής BP, μέσω της εξαγοράς από την ΕΝΙ του 10% του κοιτάσματος Ζορ, και της ρωσικής Rosneft, μέσω της εξαγοράς μεριδίου 30% στο ίδιο κοίτασμα.

Οι μεγαλύτεροι πετρελαϊκοί και γεωπολιτικοί παίκτες παγκοσμίως έχουν πάρει θέση και είναι έτοιμοι να προχωρήσουν σε επενδύσεις εκατοντάδων δισ. δολαρίων, χρηματοδοτούμενες από τα μεγαλύτερα τραπεζικά ιδρύματα διεθνώς. Για τις εμπλεκόμενες χώρες, Ισραήλ, Κύπρο, Αίγυπτο και Ελλάδα ως προέκταση της ίδιας γεωλογικής λεκάνης, δημιουργούνται νέες ευκαιρίες αναβάθμισης του ρόλου τους στον γεωπολιτικό χάρτη και, στο πλαίσιο της αξιοποίησής τους, επαναπροσδιορίζουν τις μεταξύ τους σχέσεις μέσω τριμερών επαφών που βρίσκονται σε εξέλιξη, παράλληλα με την πορεία και τα αποτελέσματα των ερευνών για νέα κοιτάσματα.

Ενδεικτικά παραδείγματα αυτού του επαναπροσδιορισμού των σχέσεων των εμπλεκόμενων χωρών στην ΑΟΖ της ΝΑ Μεσογείου είναι η ανατροπή που έφερε στους αρχικούς σχεδιασμούς για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων Ισραήλ και Κύπρου και της εξαγωγής της παραγωγής τους η ανακάλυψη του γιγάντιου κοιτάσματος Ζορ στην Αίγυπτο, η επαναπροσέγγιση του Ισραήλ και της Τουρκίας αλλά και η επίσπευση της επίλυσης του Κυπριακού. Η ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων και η περαιτέρω διερεύνηση της περιοχής προϋποθέτουν, για τις πολυεθνικές του πετρελαίου που θα επενδύσουν, επίλυση όλων των ζητημάτων που συνδέονται με την ασφαλέστερη και οικονομικότερη διάθεση στις αγορές των νέων ποσοτήτων φυσικού αερίου. Το πού θα κατευθυνθεί η παραγωγή από τα νέα κοιτάσματα και μέσω ποιας διαδρομής είναι αυτό που απασχολεί πρωτίστως την πετρελαϊκή βιομηχανία.

Η αγορά της Ασίας για την κάλυψη των αυξανόμενων αναγκών σε Κίνα και Ινδία, ο ενεργειακός τομέας των οποίων έχει μπει σε πορεία σταδιακής αποανθρακοποίησης, είναι η βασική επιλογή των πετρελαϊκών, με πρώτο σταθμό την ελλειμματική –και εξαρτώμενη σε ποσοστό 50% από τη Ρωσία– αγορά της Τουρκίας. Η σημερινή παραγωγή φυσικού αερίου στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης και τα βεβαιωμένα μέχρι σήμερα αποθέματα δεν επιτρέπουν ασφαλή επιλογή διαδρομής για την έξοδο του φυσικού αερίου. Το τοπίο αναμένεται να ξεκαθαρίσει περισσότερο μέσα στο 2017, καθώς έχουν προγραμματιστεί νέες γεωτρήσεις σε Κύπρο και Αίγυπτο.

Υπό παραγωγή και εκμετάλλευση βρίσκεται σήμερα το κοίτασμα του Ταμάρ στο Ισραήλ, δυναμικότητας 10 τρισ. κυβικών ποδιών, το οποίο προορίζεται για την κάλυψη των αναγκών της εγχώριας αγοράς. Το κοίτασμα Ζορ, δυναμικότητας 30 τρισ. κυβικών ποδιών, θα καλύψει τις ανάγκες σε αέριο της Αιγύπτου. Το κοίτασμα της Αφροδίτης στην Κύπρο, δυναμικότητας 7 τρισ. κυβικών ποδιών, δεν μπορεί να στηρίξει από μόνο του το σχέδιο της Κυπριακής Δημοκρατίας για κατασκευή τερματικού σταθμού LNG και εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου, γι’ αυτό και η κοινοπραξία που το ελέγχει βλέπει ως κύρια κατεύθυνση την Αίγυπτο και τον τερματικό σταθμό υγροποίησης Ιτκού.

Η από κοινού έξοδος της παραγωγής του Λεβιάθαν, δυναμικότητας 16 τρισ. κυβικών ποδών αερίου, και της Αφροδίτης, που είναι τα μόνα κοιτάσματα που προορίζονται προς το παρόν για εξαγωγή μέσω του ελληνικού ενδιαφέροντος αγωγού East Mead (Iσραήλ, Κύπρος, Ελλάδα) στην αγορά της Ευρώπης, είναι μία από τις λύσεις που εξετάζει το Ισραήλ. Το έργο στηρίζει η Ε.Ε. και το έχει εντάξει στα χρηματοδοτούμενα Εργα Κοινού Ενδιαφέροντος, βλέποντας την περιοχή της ΝΑ Μεσογείου ως μια νέα εν δυνάμει διαφοροποιημένη πηγή προμήθειας, για τον περιορισμό της εξάρτησής της από τη Ρωσία, η οποία καλύπτει το 42% των αναγκών της σε φυσικό αέριο. Σε μια τέτοια περίπτωση η Ελλάδα θα παίξει αναβαθμισμένο ρόλο στην περιοχή, που σε συνδυασμό και με την υλοποίηση του αγωγού TAP και του IGB (διασύνδεση με Βουλγαρία), αλλά και του σχεδίου για νέο τερματικό σταθμό LNG στην Αλεξανδρούπολη, μπορεί να τη φέρει πιο κοντά στον στόχο του ενεργειακού κόμβου.
πηγή

Σχόλια