Stratfor: Ελληνογερμανικός «άξονας» λόγω... προσφυγικού αλλά με περιορισμένο αντίκτυπο στα ευρύτερα προβλήματα που πλήττουν και τις δύο χώρες.

Stratfor: Ελληνογερμανικός «άξονας» λόγω... προσφυγικού


Stratfor: Ελληνογερμανικός «άξονας» λόγω... προσφυγικού

Η Ελλάδα είναι «κλειδί» για την εφαρμογή της πολιτικής της Μέρκελ στο προσφυγικό. Γιατί μπορεί να αλλάξουν οι ισορροπίες στην αξιολόγηση. Το κρίσιμο ζήτημα των συντάξεων, η αγωνία για την επόμενη δόση και τι μπορεί να πάει στραβά.
Stratfor: Ελληνογερμανικός «άξονας» λόγω... προσφυγικού
Η Γερμανία και η Ελλάδα βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα κατά τη διάρκεια των περσινών διαπραγματεύσεων για το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης, αλλά η προσφυγική κρίση της Ευρώπης τις αναγκάζει να σχηματίσουν μια τακτική συμμαχία.

Η γερμανική κυβέρνηση προσπάθησε για μήνες να αντιμετωπίσει το πρόγραμμα διάσωσης και τη μεταναστευτική κρίση ως ξεχωριστά ζητήματα, αλλά το Βερολίνο έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι η Ελλάδα χρειάζεται βοήθεια και στα δύο.

Η ελληνική κυβέρνηση, από την πλευρά της, καταλαβαίνει ότι η συνεργασία με τη Γερμανία είναι κρίσιμη για να αποτραπεί η απομόνωση της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να λάβει την επόμενη δόση.

Το Βερολίνο προσπαθεί ακόμα να πιέσει για μια ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση στην προσφυγική κρίση. Από τη σκοπιά της γερμανικής κυβέρνησης, η Ευρώπη πρέπει να συνεργαστεί με την Τουρκία για να μειώσει την εισροή αιτούντων άσυλο στα κράτη της Ε.Ε. και τα κράτη-μέλη πρέπει να εφαρμόσουν το σχέδιο της Ε.Ε. που εγκρίθηκε στο τέλος του 2015 για την κατανομή των προσφύγων.

Η Ελλάδα αποτελεί «κλειδί» και για τους δύο στόχους. Η Γερμανία θέλει η Ελλάδα να γίνει πιο αποτελεσματική στην υποδοχή και στην ταυτοποίηση όσων δικαιούνται άσυλο, ώστε οι προσπάθειες ανακατανομής να γίνουν πιο αποτελεσματικές. Το Βερολίνο έχει επίσης ανάγκη η Αθήνα να συνεργαστεί με την Άγκυρα στο σχέδιο για τον συντονισμό της ανταλλαγής πληροφοριών από τα πλοία του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο για τις επιχειρήσεις εμπορίας ανθρώπων.

Επιπρόσθετα, η Γερμανία είναι ανήσυχη για τον πολλαπλασιασμό των μονομερών και περιφερειακών κινήσεων στην Ευρώπη. Η προσφυγική κρίση έχει κάνει χειρότερο τον πολιτικό κατακερματισμό της Ευρώπης και ένας όλο και μεγαλύτερος αριθμός χωρών, κυρίως όσες βρίσκονται πάνω στη βαλκανική δίοδο των προσφυγικών ροών που συνδέει την Ελλάδα με την Αυστρία, τάσσονται υπέρ της επανεισαγωγής των συνοριακών ελέγχων.

Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ φοβάται ότι το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες χάνουν τον έλεγχο των πολιτικών διεργασιών στην Ευρώπη. Το τέλος της ελεύθερης μετακίνησης που ορίζει η συνθήκη του Σένγκεν μπορεί να πλήξει τις ευρωπαϊκές οικονομίες αυξάνοντας μεταξύ άλλων το μεταφορικό κόστος.

Το κλείσιμο των συνόρων θα είχε πολύ σοβαρές πολιτικές συνέπειες, καθώς οι χώρες θα μπορούσαν να εγκαταλείψουν και άλλες πτυχές της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης στο μέλλον. Η Μέρκελ ανησυχεί επίσης ότι το τρέχον κλίμα στην Ευρώπη θα είχε μεγάλες πολιτικές επιπτώσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας, καθώς ενισχύονται τα ξενοφοβικά κόμματα.

Αυτό εξηγεί γιατί η γερμανική κυβέρνηση στηρίζει την Ελλάδα και στα δύο ζητήματα. Ορισμένοι ανώτατοι Γερμανοί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένης της Μέρκελ, του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και του υπουργού Εξωτερικών Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγερ, έχουν δηλώσει πρόσφατα ότι η Ελλάδα χρειάζεται βοήθεια.



Η Γερμανία θα βοηθήσει με δύο τρόπους. Πρώτον, θα αντιταχθεί σε απόπειρες αποκλεισμού της Ελλάδας από την Σένγκεν. Η Ιταλία πιθανότατα θα βοηθήσει σε αυτό. Τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. αναμένεται να αποφασίσουν τον Μάιο αν η Ελλάδα προστατεύει όπως θα έπρεπε τα σύνορά της και η Ρώμη γνωρίζει πως η Ιταλία μπορεί να είναι η επόμενη που θα βρεθεί στο στόχαστρο, αν η Ελλάδα αποβληθεί από τη Σένγκεν.

Δεύτερον, η Γερμανία πιθανότατα θα στηρίξει πολιτικά την Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα διάσωσης. Υπάρχουν ακόμα μεγάλες διαφωνίες ανάμεσα στην Ελλάδα, στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τη δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας. Αλλά ενώ η Ε.Ε. και το ΔΝΤ διαφέρουν στις εκτιμήσεις τους για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, συμφωνούν ότι η Αθήνα πρέπει να προχωρήσει σε περικοπές συντάξεων. Αυτό είναι ένα ευαίσθητο θέμα για τον Ελληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος υποσχέθηκε στους ψηφοφόρους ότι δεν θα κοπούν συντάξεις.

Είναι πιθανό η Αθήνα να προχωρήσει τελικά σε κάποιες περικοπές, αλλά θα δώσει μάχη για να περιοριστούν μόνο στις μεγάλες συντάξεις. (Σύμφωνα με διαρροές, η Αθήνα θα κόψει τις συντάξεις πάνω από τα 1.200 ευρώ. Οι περισσότεροι συνταξιούχοι παίρνουν από 700 με 1.000 ευρώ τον μήνα).

Σε αντίθεση με προηγούμενες διαπραγματεύσεις, η Γερμανία θα είναι πιο θετική να δοθούν μικρές παραχωρήσεις στην Αθήνα, αντί να προσπαθήσει να εστιάσει στις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις που θέλει. Οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν για μερικές εβδομάδες ακόμα, γιατί η Ελλάδα δεν είναι απεγνωσμένη για χρήματα, αλλά θα υπάρξει συμφωνία και η Αθήνα θα λάβει την επόμενη δόση. Αυτό θα καθυστερήσει για άλλη μια φορά την πιθανότητα ελληνικής χρεοκοπίας ή εξόδου από την ευρωζώνη.

Το πρόβλημα με τις τακτικές συμμαχίες είναι πως δεν κρατούν για πολύ. Οι προσπάθειες εισαγωγής ενός πανευρωπαϊκού σχεδίου μετεγκατάστασης θα αποτύχουν και η Γερμανία θα αναγκαστεί να βασιστεί «σε μια συμμαχία των προθύμων» όσον αφορά στην αποδοχή των αιτούντων άσυλο.

Ορισμένες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, έχουν δείξει μια προθυμία να δεχθούν πρόσφυγες. Ωστόσο, αυτές θεωρούνται περισσότερο συμβολικές πράξεις, που αφορούν έναν μικρό αριθμό ανθρώπων.

Η συνεργασία της Τουρκίας για τον περιορισμό των ροών στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι περιορισμένη και οι μετανάστες θα συνεχίσουν τις προσπάθειες εισόδου στο μπλοκ, ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι θα έρθουν από εναλλακτικές διαδρομές.

Ως εκ τούτου, η Μέρκελ θα συνεχίσει να δέχεται πίεση στο εσωτερικό να υιοθετήσει πιο σκληρή στάση στη μετανάστευση και η ευελιξία του Βερολίνου απέναντι στην Αθήνα θα λάβει τέλος μόλις η ελληνική κυβέρνηση αρχίσει και πάλι να σέρνει τα πόδια της στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων. Κατά συνέπεια, η τακτική συμμαχία ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία θα έχει μόνο περιορισμένο αντίκτυπο στα ευρύτερα προβλήματα που πλήττουν και τις δύο χώρες.
πηγή

Σχόλια